King James Version

Greek: Modern

Ecclesiastes

10

1Dead flies cause the ointment of the apothecary to send forth a stinking savour: so doth a little folly him that is in reputation for wisdom and honour.
1[] Μυιαι αποθνησκουσαι καμνουσι το μυρον του μυρεψου να βρωμα, να αναβραζη· και μικρα αφροσυνη ατιμαζει τον εν υποληψει επι σοφια και τιμη.
2A wise man's heart is at his right hand; but a fool's heart at his left.
2Η καρδια του σοφου ειναι εν τη δεξια αυτου· η δε καρδια του αφρονος εν τη αριστερα αυτου.
3Yea also, when he that is a fool walketh by the way, his wisdom faileth him, and he saith to every one that he is a fool.
3Και ετι οταν ο αφρων περιπατη εν τη οδω, λειπει συνεσις αυτου και αναγγελλει προς παντας οτι ειναι αφρων.
4If the spirit of the ruler rise up against thee, leave not thy place; for yielding pacifieth great offences.
4[] Εαν το πνευμα του ηγεμονος εγερθη εναντιον σου, μη αφησης τον τοπον σου· διοτι η γλυκυτης καταπαυει αμαρτιας μεγαλας.
5There is an evil which I have seen under the sun, as an error which proceedeth from the ruler:
5Ειναι κακον το οποιον ειδον υπο τον ηλιον, λαθος, λεγω, προερχομενον απο του εξουσιαστου·
6Folly is set in great dignity, and the rich sit in low place.
6οτι ο αφρων βαλλεται εις μεγαλας αξιας, οι δε πλουσιοι καθηνται εν ταπεινω τοπω.
7I have seen servants upon horses, and princes walking as servants upon the earth.
7Ειδον δουλους εφ' ιππων και αρχοντας περιπατουντας ως δουλους επι της γης.
8He that diggeth a pit shall fall into it; and whoso breaketh an hedge, a serpent shall bite him.
8Οστις σκαπτει λακκον, θελει πεσει εις αυτον· και οστις χαλα φραγμον, οφις θελει δαγκασει αυτον.
9Whoso removeth stones shall be hurt therewith; and he that cleaveth wood shall be endangered thereby.
9Ο μετακινων λιθους θελει βλαφθη υπ' αυτων· ο σχιζων ξυλα θελει κινδυνευσει εν αυτοις.
10If the iron be blunt, and he do not whet the edge, then must he put to more strength: but wisdom is profitable to direct.
10Εαν ο σιδηρος αμβλυνθη και δεν ακονιση τις την κοψιν αυτου, πρεπει να προσθεση δυναμιν· η σοφια δε ειναι ωφελιμος προς διευθυνσιν.
11Surely the serpent will bite without enchantment; and a babbler is no better.
11Εαν ο οφις δαγκανη χωρις συριγμου, πλην και ο συκοφαντης καλητερος δεν ειναι.
12The words of a wise man's mouth are gracious; but the lips of a fool will swallow up himself.
12[] Οι λογοι του στοματος του σοφου ειναι χαρις· τα δε χειλη του αφρονος θελουσι καταπιει αυτον.
13The beginning of the words of his mouth is foolishness: and the end of his talk is mischievous madness.
13Η αρχη των λογων του στοματος αυτου ειναι αφροσυνη· και το τελος της ομιλιας αυτου κακη μωρια.
14A fool also is full of words: a man cannot tell what shall be; and what shall be after him, who can tell him?
14Ο αφρων προσετι πληθυνει λογους, ενω ο ανθρωπος δεν εξευρει τι μελλει γενεσθαι· και τις δυναται να απαγγειλη προς αυτον τι θελει εισθαι μετ' αυτον;
15The labour of the foolish wearieth every one of them, because he knoweth not how to go to the city.
15Ο μοχθος των αφρονων απαυδιζει αυτους, επειδη δεν εξευρουσι να υπαγωσιν εις την πολιν.
16Woe to thee, O land, when thy king is a child, and thy princes eat in the morning!
16[] Ουαι εις σε, γη, της οποιας ο βασιλευς ειναι νεος, και οι αρχοντες σου τρωγουσι το πρωι
17Blessed art thou, O land, when thy king is the son of nobles, and thy princes eat in due season, for strength, and not for drunkenness!
17Μακαρια συ, γη, της οποιας ο βασιλευς ειναι υιος ευγενων, και οι αρχοντες σου τρωγουσιν εν καιρω προς ενισχυσιν και ουχι προς μεθην
18By much slothfulness the building decayeth; and through idleness of the hands the house droppeth through.
18Δια την πολλην οκνηριαν πιπτει η στεγασις· και δια την αργιαν των χειρων σταλαζει η οικια.
19A feast is made for laughter, and wine maketh merry: but money answereth all things.
19Δι' ευθυμιαν καμνουσι συμποσια, και ο οινος ευφραινει τους ζωντας· το δε αργυριον αποκρινεται εις παντα.
20Curse not the king, no not in thy thought; and curse not the rich in thy bedchamber: for a bird of the air shall carry the voice, and that which hath wings shall tell the matter.
20Μη καταρασθης τον βασιλεα μηδε εν τη διανοια σου· και μη καταρασθης τον πλουσιον εν τω ταμειω του κοιτωνος σου· διοτι πτηνον του ουρανου θελει φερει την φωνην, και το εχον τας πτερυγας θελει αναγγειλει το πραγμα.