Dutch Staten Vertaling

Greek: Modern

Job

12

1Maar Job antwoordde en zeide:
1[] Ο δε Ιωβ απεκριθη και ειπε·
2Trouwens, omdat gijlieden het volk zijt, zo zal de wijsheid met ulieden sterven!
2σεις εισθε αληθως οι ανθρωποι, και με σας θελει τελευτησει η σοφια.
3Ik heb ook een hart even als gijlieden, ik zwicht niet voor u; en bij wien zijn niet dergelijke dingen?
3Και εγω εχω συνεσιν ως και υμεις· δεν ειμαι κατωτερος υμων· και τις δεν γνωριζει τοιαυτα πραγματα;
4Ik ben het, die zijn vriend een spot is, maar roepende tot God, Die hem verhoort; de rechtvaardige en oprechte is een spot.
4Εγεινα χλευη εις τον πλησιον μου, οστις επικαλουμαι τον Θεον, και μοι αποκρινεται. Ο δικαιος και αμεμπτος περιγελαται.
5Hij is een verachte fakkel, naar de mening desgenen, die gerust is; hij is gereed met den voet te struikelen.
5Ο κινδυνευων να ολισθηση με τους ποδας ειναι εις τον στοχασμον του ευτυχουντος ως λυχνος καταπεφρονημενος.
6De tenten der verwoesters hebben rust, en die Gode tergen, hebben verzekerdheden, om hetgene God met Zijn hand toebrengt.
6[] Αι σκηναι των ληστων ευτυχουσι, και οι παροργιζοντες τον Θεον ειναι εν ασφαλεια, εις τας χειρας των οποιων ο Θεος φερει αφθονιαν.
7En waarlijk, vraag toch de beesten, en elkeen van die zal het u leren; en het gevogelte des hemels, dat zal het u te kennen geven.
7Αλλ' ερωτησον τωρα τα ζωα, και θελουσι σε διδαξει· και τα πετεινα του ουρανου, και θελουσι σοι απαγγειλει·
8Of spreek tot de aarde, en zij zal het u leren; ook zullen het u de vissen der zee vertellen.
8η λαλησον προς την γην, και θελει σε διδαξει· και οι ιχθυες της θαλασσης θελουσι σοι διηγηθη.
9Wie weet niet uit alle deze, dat de hand des HEEREN dit doet?
9Τις εκ παντων τουτων δεν γνωριζει, οτι η χειρ του Κυριου εκαμε ταυτα;
10In Wiens hand de ziel is van al wat leeft, en de geest van alle vlees des mensen.
10Εν τη χειρι του οποιου ειναι ψυχη παντων των ζωντων και η πνοη πασης ανθρωπινης σαρκος.
11Zal niet het oor de woorden proeven, gelijk het gehemelte voor zich de spijze smaakt?
11Το ωτιον δεν διακρινει τους λογους; και ο ουρανισκος λαμβανει γευσιν του φαγητου αυτου;
12In de stokouden is de wijsheid, en in de langheid der dagen het verstand.
12[] Η σοφια ειναι μετα των γεροντων, και η συνεσις εν τη μακροτητι των ημερων.
13Bij Hem is wijsheid en macht; Hij heeft raad en verstand.
13Εν αυτω ειναι η σοφια και η δυναμις· αυτος εχει βουλην και συνεσιν.
14Ziet, Hij breekt af, en het zal niet herbouwd worden; Hij besluit iemand, en er zal niet opengedaan worden.
14Ιδου, καταστρεφει, και δεν ανοικοδομειται· κλειει κατα του ανθρωπου, και ουδεις ο ανοιγων.
15Ziet, Hij houdt de wateren op, en zij drogen uit; ook laat Hij ze uit, en zij keren de aarde om.
15Ιδου, κρατει τα υδατα, και ξηραινονται· παλιν εξαποστελλει αυτα, και καταστρεφουσι την γην.
16Bij Hem is kracht en wijsheid; Zijns is de dwalende, en die doet dwalen.
16Μετ' αυτου ειναι η δυναμις και η σοφια· αυτου ειναι ο απατωμενος και ο απατων.
17Hij voert de raadsheren beroofd weg, en de rechters maakt Hij uitzinnig,
17Παραδιδει λαφυρον τους βουλευτας και μωραινει τους κριτας.
18Den band der koningen maakt Hij los, en Hij bindt den gordel aan hun lenden.
18Λυει την ζωνην των βασιλεων και περιζωνει την οσφυν αυτων με σχοινιον.
19Hij voert de oversten beroofd weg, en de machtigen keert Hij om.
19Παραδιδει λαφυρον τους αρχοντας και καταστρεφει τους ισχυρους.
20Hij beneemt den getrouwen de spraak, en der ouden oordeel neemt Hij weg.
20Αφαιρει τον λογον των δεινων ρητορων, και σηκονει την συνεσιν απο των πρεσβυτερων.
21Hij giet verachting over de prinsen uit, en Hij verslapt den riem der geweldigen.
21Εκχεει καταφρονησιν επι τους αρχοντας, και λυει την ζωνην των ισχυρων.
22Hij openbaart de diepten uit de duisternis, en des doods schaduwe brengt Hij voort in het licht.
22Αποκαλυπτει εκ του σκοτους βαθεα πραγματα, και εξαγει εις φως την σκιαν του θανατου.
23Hij vermenigvuldigt de volken, en verderft ze; Hij breidt de volken uit, en leidt ze.
23Μεγαλυνει τα εθνη και αφανιζει αυτα· πλατυνει τα εθνη και συστελλει αυτα.
24Hij neemt het hart van de hoofden des volks der aarde weg, en doet hen dwalen in het woeste, waar geen weg is.
24Αφαιρει την καρδιαν απο των αρχηγων των λαων της γης, και καμνει αυτους να περιπλανωνται εν ερημω αβατω·
25Zij tasten in de duisternis, waar geen licht is; en Hij doet hen dwalen, als een dronkaard.
25ψηλαφωσιν εν σκοτει χωρις φωτος, και καμνει αυτους να παραφερωνται ως ο μεθυων.