1Gewisselijk, er is voor het zilver een uitgang, en een plaats voor het goud, dat zij smelten.
1[] Βεβαιως ειναι τοπος του αργυριου οθεν εξαγεται, και τοπος του χρυσιου οπου καθαριζεται·
2Het ijzer wordt uit stof genomen, en uit steen wordt koper gegoten.
2ο σιδηρος λαμβανεται εκ της γης και ο χαλκος χυνεται εκ της πετρας.
3Het einde, dat God gesteld heeft voor de duisternis, en al het uiterste onderzoekt hij; het gesteente der donkerheid en der schaduw des doods.
3Βαλλει μεν ο ανθρωπος ορια εις το σκοτος και ανιχνευει τα παντα μεχρι τελειοτητος· τους λιθους του σκοτους και της σκιας του θανατου.
4Breekt er een beek door, bij dengene, die daar woont, de wateren vergeten zijnde van den voet, worden van den mens uitgeput, en gaan weg.
4Χειμαρρος εξορμα εκ του τοπου οπου κατοικει· υδατα αδοκιμαστα υπο του ποδος· ταυτα ολιγοστευουσι και αναχωρουσιν απο των ανθρωπων.
5Uit de aarde komt het brood voort, en onder zich wordt zij veranderd, alsof zij vuur ware.
5Περι δε της γης, εξ αυτης εξερχεται ο αρτος και υποκατωθεν αυτης ανασκαπτεται ως υπο πυρος·
6Haar stenen zijn de plaats van den saffier, en zij heeft stofjes van goud.
6οι λιθοι αυτης ειναι τοπος σαπφειρων· και εν αυτη χωμα χρυσιου.
7De roofvogel heeft het pad niet gekend, en het oog der kraai heeft het niet gezien.
7Την οδον εκεινην δεν γνωριζει πτηνον και οφθαλμος γυπος δεν ειδεν αυτην·
8De jonge hoogmoedige dieren hebben het niet betreden, de felle leeuw is daarover niet heengegaan.
8τα θηρια δεν επατησαν αυτην, ο αγριος λεων δεν επερασε δι' αυτης.
9Hij legt zijn hand aan de keiachtige rots, hij keert de bergen van den wortel om.
9Εκτεινει την χειρα αυτου επι τον σκληρον βραχον· ανατρεπει τα ορη απο της ριζης.
10In de rotsstenen houwt hij stromen uit, en zijn oog ziet al het kostelijke.
10Εγκοπτει ποταμους μεταξυ των βραχων· και ο οφθαλμος αυτου ανακαλυπτει παν πολυτιμον.
11Hij bindt de rivier toe, dat niet een traan uitkomt, en het verborgene brengt hij uit in het licht.
11Δεσμευει των ποταμων την πλημμυραν· και το κεκρυμμενον εκφερει εις φως.
12Maar de wijsheid, van waar zal zij gevonden worden? En waar is de plaats des verstands?
12Αλλ' η σοφια ποθεν θελει ευρεθη; και που ειναι ο τοπος της συνεσεως;
13De mens weet haar waarde niet, en zij wordt niet gevonden in het land der levenden.
13Ο ανθρωπος δεν γνωριζει την τιμην αυτης· και δεν ευρισκεται εν τη γη των ζωντων.
14De afgrond zegt: Zij is in mij niet; en de zee zegt: Zij is niet bij mij.
14[] Η αβυσσος λεγει, δεν ειναι εν εμοι· και η θαλασσα λεγει, δεν ειναι μετ' εμου.
15Het gesloten goud kan voor haar niet gegeven worden, en met zilver kan haar prijs niet worden opgewogen.
15Δεν δυναται να δοθη χρυσιον αντ' αυτης· και αργυριον δεν δυναται να ζυγισθη εις ανταλλαγμα αυτης.
16Zij kan niet geschat worden tegen fijn goud van Ofir, tegen den kostelijken Schoham, en den Saffier.
16Δεν δυναται να εκτιμηθη με το χρυσιον του Οφειρ, με τον πολυτιμον ονυχα και σαπφειρον.
17Men kan het goud of het kristal haar niet gelijk waarderen; ook is zij niet te verwisselen voor een kleinood van dicht goud.
17Το χρυσιον και ο κρυσταλλος δεν δυναται να εξισωθωσι με αυτην· και ανταλλαγμα αυτης να γεινη με σκευη καθαρωτατου χρυσιου.
18De Ramoth en Gabisch zal niet gedacht worden; want de trek der wijsheid is meerder dan der Robijnen.
18Δεν θελει μνημονευθη κοραλλιον, η μαργαριται· διοτι η τιμη της σοφιας ειναι υπερτερα των πολυτιμων λιθων.
19Men kan de Topaas van Morenland haar niet gelijk waarderen; en bij het fijn louter goud kan zij niet geschat worden.
19Το τοπαζιον της Αιθιοπιας δεν θελει εξισωθη με αυτην· δεν θελει εκτιμηθη με καθαρον χρυσιον.
20Die wijsheid dan, van waar komt zij, en waar is de plaats des verstands?
20[] Ποθεν λοιπον ερχεται η σοφια; και που ειναι ο τοπος της συνεσεως;
21Want zij is verholen voor de ogen aller levenden, en voor het gevogelte des hemels is zij verborgen.
21Ειναι βεβαιως κεκρυμμενη απο των οφθαλμων παντων των ζωντων, και εσκεπασμενη απο των πτηνων του ουρανου.
22Het verderf en de dood zeggen: Haar gerucht hebben wij met onze oren gehoord.
22Η απωλεια και ο θανατος λεγουσι, Δια των ωτων ημων ηκουσαμεν την φημην αυτης.
23God verstaat haar weg, en Hij weet haar plaats.
23Ο Θεος εννοει την οδον αυτης, και αυτος γνωριζει τον τοπον αυτης.
24Want Hij schouwt tot aan de einden der aarde, Hij ziet onder al de hemelen.
24Επειδη αυτος θεωρει εως των περατων της γης, βλεπει υποκατω παντος του ουρανου,
25Als Hij den wind het gewicht maakte, en de wateren opwoog in mate;
25δια να ζυγιζη το βαρος των ανεμων, και να σταθμιζη τα υδατα με μετρον.
26Als Hij den regen een gezette orde maakte, en een weg voor het weerlicht der donderen;
26Οτε εκαμε νομον δια την βροχην και οδον δια την αστραπην της βροντης,
27Toen zag Hij haar, en vertelde ze; Hij schikte ze, en ook doorzocht Hij ze.
27τοτε ειδε και εφανερωσεν αυτην· ητοιμασεν αυτην και μαλιστα εξιχνιασεν αυτην.
28Maar tot den mens heeft Hij gezegd: Zie, de vreze des HEEREN is de wijsheid, en van het kwade te wijken is het verstand.
28Και ειπε προς τον ανθρωπον, Ιδου, ο φοβος του Κυριου, ουτος ειναι η σοφια, και η αποχη απο του κακου συνεσις.