Dutch Staten Vertaling

Greek: Modern

Job

38

1Daarna antwoordde de HEERE Job uit een onweder, en zeide:
1[] Τοτε απεκριθη ο Κυριος προς τον Ιωβ εκ του ανεμοστροβιλου και ειπε·
2Wie is hij, die den raad verduistert met woorden zonder wetenschap?
2Τις ουτος, οστις σκοτιζει την βουλην μου δια λογων ασυνετων;
3Gord nu, als een man, uw lenden, zo zal Ik u vragen, en onderricht Mij.
3Ζωσον ηδη την οσφυν σου ως ανηρ· διοτι θελω σε ερωτησει, και φανερωσον μοι.
4Waar waart gij, toen Ik de aarde grondde? Geef het te kennen, indien gij kloek van verstand zijt.
4[] Που ησο οτε εθεμελιονον την γην; απαγγειλον, εαν εχης συνεσιν.
5Wie heeft haar maten gezet, want gij weet het; of wie heeft over haar een richtsnoer getrokken?
5Τις εθεσε τα μετρα αυτης, εαν εξευρης; η τις ηπλωσε σταθμην επ' αυτην;
6Waarop zijn haar grondvesten nedergezonken, of wie heeft haar hoeksteen gelegd?
6Επι τινος ειναι εστηριγμενα τα θεμελια αυτης; η τις εθεσε τον ακρογωνιαιον λιθον αυτης,
7Toen de morgensterren te zamen vrolijk zongen, en al de kinderen Gods juichten.
7οτε τα αστρα της αυγης εψαλλον ομου και παντες οι υιοι του Θεου ηλαλαζον;
8Of wie heeft de zee met deuren toegesloten, toen zij uitbrak, en uit de baarmoeder voortkwam?
8η τις συνεκλεισε την θαλασσαν με θυρας, οτε εξορμωσα εξηλθεν εκ μητρας;
9Toen Ik de wolk tot haar kleding stelde, en de donkerheid tot haar windeldoek;
9οτε περιεβαλον αυτην με νεφελην και με ομιχλην εσπαργανωσα αυτην,
10Toen Ik voor haar met Mijn besluit de aarde doorbrak, en zette grendel en deuren;
10και περιωρισα αυτην δια προσταγματος μου, και εβαλον μοχλους και πυλας,
11En zeide: Tot hiertoe zult gij komen, en niet verder, en hier zal hij zich stellen tegen den hoogmoed uwer golven.
11και ειπα, Εως αυτου θελεις ερχεσθαι και δεν θελεις υπερβη· και εδω θελει συντριβεσθαι η υπερηφανια των κυματων σου;
12Hebt gij van uw dagen den morgenstond geboden? Hebt gij den dageraad zijn plaats aangewezen;
12[] Προσεταξας συ την πρωιαν επι των ημερων σου; εδειξας εις την αυγην τον τοπον αυτης,
13Opdat hij de einden der aarde vatten zou; en de goddelozen uit haar uitgeschud zouden worden?
13δια να πιαση τα εσχατα της γης, ωστε οι κακουργοι να εκτιναχθωσιν απ' αυτης;
14Dat zij veranderd zou worden gelijk zegelleem, en zij gesteld worden als een kleed?
14Αυτη μεταμορφουται ως πηλος σφραγιζομενος· και τα παντα παρουσιαζονται ως στολη.
15En dat van de goddelozen hun licht geweerd worde, en de hoge arm worde gebroken?
15Και το φως των ασεβων αφαιρειται απ' αυτων, ο δε βραχιων των υπερηφανων συντριβεται.
16Zijt gij gekomen tot aan de oorsprongen der zee, en hebt gij in het onderste des afgronds gewandeld?
16Εισηλθες εως των πηγων της θαλασσης; η περιεπατησας εις εξιχνιασιν της αβυσσου;
17Zijn u de poorten des doods ontdekt, en hebt gij gezien de poorten van de schaduw des doods?
17Ηνοιχθησαν εις σε του θανατου αι πυλαι; η ειδες τας θυρας της σκιας του θανατου;
18Zijt gij met uw verstand gekomen tot aan de breedte der aarde? Geef het te kennen, indien gij dit alles weet.
18Εγνωρισας το πλατος της γης; απαγγειλον, εαν ενοησας παντα ταυτα.
19Waar is de weg, daar het licht woont? En de duisternis, waar is haar plaats?
19Που ειναι η οδος της κατοικιας του φωτος; και του σκοτους, που ειναι ο τοπος αυτου,
20Dat gij dat brengen zoudt tot zijn pale, en dat gij merken zoudt de paden zijns huizes?
20δια να συλλαβης αυτο εις το οριον αυτου και να γνωρισης τας τριβους της οικιας αυτου;
21Gij weet het, want gij waart toen geboren, en uw dagen zijn veel in getal.
21Γνωριζεις αυτο, διοτι τοτε εγεννηθης; η διοτι ο αριθμος των ημερων σου ειναι πολυς;
22Zijt gij gekomen tot de schatkameren der sneeuw, en hebt gij de schatkameren des hagels gezien?
22Εισηλθες εις τους θησαυρους της χιονος; η ειδες τους θησαυρους της χαλαζης,
23Dien Ik ophoude tot den tijd der benauwdheid, tot den dag des strijds en des oorlogs!
23τους οποιους φυλαττω δια τον καιρον της θλιψεως δια την ημεραν της μαχης και του πολεμου;
24Waar is de weg, daar het licht verdeeld wordt, en de oostenwind zich verstrooit op de aarde?
24Δια τινος οδου διαδιδεται το φως, η ο ανατολικος ανεμος διαχεεται επι την γην;
25Wie deelt voor den stortregen een waterloop uit, en een weg voor het weerlicht der donderen?
25[] Τις ηνοιξε ρυακας δια τας ραγδαιας βροχας, η δρομον δια την αστραπην της βροντης,
26Om te regenen op het land, waar niemand is, op de woestijn, waarin geen mens is;
26δια να φερη βροχην επι γην ακατοικητον, εις ερημον, οπου ανθρωπος δεν υπαρχει,
27Om het woeste en het verwoeste te verzadigen, en om het uitspruitsel der grasscheutjes te doen wassen.
27δια να χορταση την αβατον και ακατοικητον, και να αναβλαστηση τον βλαστον της χλοης;
28Heeft de regen een vader, of wie baart de druppelen des dauws?
28Εχει πατερα η βροχη; η τις εγεννησε τας σταγονας της δροσου;
29Uit wiens buik komt het ijs voort, en wie baart den rijm des hemels?
29Απο μητρας τινος εξερχεται ο παγος; και την παχνην του ουρανου, τις εγεννησε;
30Als met een steen verbergen zich de wateren, en het vlakke des afgrond wordt omvat.
30Τα υδατα σκληρυνονται ως λιθος, και το προσωπον της αβυσσου πηγνυεται.
31Kunt gij de liefelijkheden van het Zevengesternte binden, of de strengen des Orions losmaken?
31Δυνασαι να δεσμευσης τας γλυκειας επιρροας της Πλειαδος η να λυσης τα δεσμα τον Ωριωνος;
32Kunt gij de Mazzaroth voortbrengen op haar tijd, en den Wagen met zijn kinderen leiden?
32Δυνασαι να εκβαλης τα Ζωδια εις τον καιρον αυτων; η δυνασαι να οδηγησης τον Αρκτουρον μετα των υιων αυτου;
33Weet gij de verordeningen des hemels, of kunt gij deszelfs heerschappij op de aarde bestellen?
33Γνωριζεις τους νομους του ουρανου; δυνασαι να διαταξης τας επιρροας αυτου επι την γην;
34Kunt gij uw stem tot de wolken opheffen, opdat een overvloed van water u bedekke?
34Δυνασαι να υψωσης την φωνην σου εις τα νεφη, δια να σε σκεπαση αφθονια υδατων;
35Kunt gij de bliksemen uitlaten, dat zij henenvaren, en tot u zeggen: Zie, hier zijn wij?
35Δυνασαι να αποστειλης αστραπας, ωστε να εξελθωσι και να ειπωσι προς σε, Ιδου, ημεις;
36Wie heeft de wijsheid in het binnenste gezet? Of wie heeft den zin het verstand gegeven?
36Τις εβαλε σοφιαν εντος του ανθρωπου; η τις εδωκε συνεσιν εις την καρδιαν αυτου;
37Wie kan de wolken met wijsheid tellen, en wie kan de flessen des hemels nederleggen?
37Τις δυναται να αριθμηση τα νεφη δια σοφιας; η τις δυναται να κενονη τα δοχεια του ουρανου,
38Als het stof doorgoten is tot vastigheid, en de kluiten samenkleven?
38δια να χωνευθη το χωμα εις συμπηξιν και οι βωλοι να συγκολλωνται;
39
39Θελεις κυνηγησει θηραμα δια τον λεοντα; η χορτασει την ορεξιν των σκυμνων,
40
40οταν κοιτωνται εν τοις σπηλαιοις και καθηνται εις τους κρυπτηρας δια να ενεδρευωσι;
41
41Τις ετοιμαζει εις τον κορακα την τροφην αυτου, οταν οι νεοσσοι αυτου κραζωσι προς τον Θεον, περιπλανωμενοι δι' ελλειψιν τροφης;