Dutch Staten Vertaling

Greek: Modern

Psalms

50

1Een psalm van Asaf. De God der goden, de HEERE spreekt, en roept de aarde, van den opgang der zon tot aan haar ondergang.
1[] <<Ψαλμος του Ασαφ.>> Ο Θεος των θεων, ο Κυριος ελαλησε, και εκαλεσε την γην, απο ανατολης ηλιου εως δυσεως αυτου.
2Uit Sion, de volkomenheid der schoonheid, verschijnt God blinkende.
2Εκ της Σιων, ητις ειναι η εντελεια της ωραιοτητος, ελαμψεν ο Θεος.
3Onze God zal komen en zal niet zwijgen; een vuur voor Zijn aangezicht zal verteren, en rondom Hem zal het zeer stormen.
3Θελει ελθει ο Θεος ημων και δεν θελει σιωπησει· πυρ κατατρωγον θελει εισθαι εμπροσθεν αυτου και περιξ αυτου σφοδρα ανεμοζαλη,
4Hij zal roepen tot den hemel van boven, en tot de aarde, om Zijn volk te richten.
4θελει προσκαλεσει τους ουρανους ανωθεν και την γην, δια να κρινη τον λαον αυτου.
5Verzamelt Mij Mijn gunstgenoten, die Mijn verbond maken met offerande!
5Συναθροισατε μοι τους οσιους μου, οιτινες εκαμον μετ' εμου συνθηκην επι θυσιας.
6En de hemelen verkondigen Zijn gerechtigheid; want God Zelf is Rechter. Sela.
6Και οι ουρανοι θελουσιν αναγγελλει την δικαιοσυνην αυτου· διοτι ο Θεος, αυτος ειναι ο Κριτης. Διαψαλμα.
7Hoort, Mijn volk! en Ik zal spreken; Israel! en Ik zal onder u betuigen; Ik, God, ben uw God.
7[] Ακουσον, λαε μου, και θελω λαλησει· Ισραηλ, και θελω διαμαρτυρησει κατα σου· Ο Θεος, ο Θεος σου ειμαι εγω.
8Om uw offeranden zal Ik u niet straffen, want uw brandofferen zijn steeds voor Mij.
8Δεν θελω σε ελεγξει δια τας θυσιας σου, τα δε ολοκαυτωματα σου ειναι διαπαντος ενωπιον μου.
9Ik zal uit uw huis geen var nemen, noch bokken uit uw kooien;
9Δεν θελω δεχθη εκ του οικου σου μοσχον, τραγους εκ των ποιμνιων σου.
10Want al het gedierte des wouds is Mijn, de beesten op duizend bergen.
10Διοτι εμου ειναι παντα τα θηρια του δασους, τα κτηνη τα επι χιλιων ορεων.
11Ik ken al het gevogelte der bergen, en het wild des velds is bij Mij.
11Γνωριζω παντα τα πετεινα των ορεων, και τα θηρια του αγρου ειναι μετ' εμου.
12Zo Mij hongerde, Ik zou het u niet zeggen; want Mijn is de wereld en haar volheid.
12Εαν πεινασω, δεν θελω ειπει τουτο προς σε· διοτι εμου ειναι η οικουμενη και το πληρωμα αυτης.
13Zou Ik stierenvlees eten, of bokkenbloed drinken?
13Μηπως εγω θελω φαγει κρεας ταυρων η πιει αιμα τραγων;
14Offert Gode dank, en betaalt den Allerhoogste uw geloften.
14Θυσιασον εις τον Θεον θυσιαν αινεσεως, και αποδος εις τον Υψιστον τας ευχας σου·
15En roept Mij aan in den dag der benauwdheid; Ik zal er u uithelpen, en gij zult Mij eren.
15και επικαλου εμε εν ημερα θλιψεως, θελω σε ελευθερωσει, και θελεις με δοξασει.
16Maar tot den goddeloze zegt God: Wat hebt gij Mijn inzettingen te vertellen, en neemt Mijn verbond in uw mond?
16[] Προς δε τον ασεβη ειπεν ο Θεος· Τι προς σε, να διηγησαι τα διαταγματα μου και να αναλαμβανης την διαθηκην μου εν τω στοματι σου;
17Dewijl gij de kastijding haat, en Mijn woorden achter u henenwerpt.
17Συ δε μισεις παιδειαν και απορριπτεις οπισω σου τους λογους μου.
18Indien gij een dief ziet, zo loopt gij met hem; en uw deel is met de overspelers.
18Εαν ιδης κλεπτην, τρεχεις μετ' αυτου· και μετα των μοιχων ειναι η μερις σου.
19Uw mond slaat gij in het kwade, en uw tong koppelt bedrog.
19Παραδιδεις το στομα σου εις την κακιαν, και η γλωσσα σου περιπλεκει δολιοτητα.
20Gij zit, gij spreekt tegen uw broeder; tegen den zoon uwer moeder geeft gij lastering uit.
20Καθημενος λαλεις κατα του αδελφου σου· βαλλεις σκανδαλον κατα του υιου της μητρος σου.
21Deze dingen doet gij, en Ik zwijg; gij meent, dat Ik te enenmale ben, gelijk gij; Ik zal u straffen, en zal het ordentelijk voor uw ogen stellen.
21Ταυτα επραξας, και εσιωπησα· υπελαβες οτι ειμαι τω οντι ομοιος σου· θελω σε ελεγξει, και θελω παραστησει παντα εμπροσθεν των οφθαλμων σου.
22Verstaat dit toch, gij godvergetenden! opdat Ik niet verscheure en niemand redde.
22Θεσατε λοιπον τουτο εις τον νουν σας, οι λησμονουντες τον Θεον, μηποτε σας αρπασω, και ουδεις ο λυτρωσων.
23Wie dankoffert, die zal Mij eren; en wie zijn weg wel aanstelt, dien zal Ik Gods heil doen zien.
23Ο προσφερων θυσιαν αινεσεως, ουτος με δοξαζει· και εις τον ευθετουντα την οδον αυτου θελω δειξει την σωτηριαν του Θεου.