Dutch Staten Vertaling

Greek: Modern

Psalms

88

1Een lied, een psalm voor de kinderen van Korach, voor den opperzangmeester, op Machalath Leannoth; een onderwijzing van Heman, den Ezrahiet.
1[] <<Ωιδη ψαλμου δια τους υιους Κορε, εις τον πρωτον μουσικον, επι Μαχαλαθ-λεανωθ, Μασχιλ του Αιμαν του Εζραιτου.>> Κυριε ο Θεος της σωτηριας μου, ημεραν και νυκτα εκραξα ενωπιον σου·
2O HEERE, God mijns heils! bij dag, bij nacht roep ik voor U.
2Ας ελθη ενωπιον σου η προσευχη μου· κλινον το ωτιον σου εις την κραυγην μου·
3Laat mijn gebed voor Uw aanschijn komen; neig Uw oor tot mijn geschrei.
3Διοτι ενεπλησθη κακων η ψυχη μου, και η ζωη μου πλησιαζει εις τον αδην.
4Want mijn ziel is der tegenheden zat, en mijn leven raakt tot aan het graf.
4Συγκατηριθμηθην μετα των καταβαινοντων εις τον λακκον· εγεινα ως ανθρωπος μη εχων δυναμιν·
5Ik ben gerekend met degenen, die in de kuil nederdalen; ik ben geworden als een man, die krachteloos is;
5εγκαταλελειμμενος μεταξυ των νεκρων, ως οι πεφονευμενοι, κοιτωμενοι εν τω ταφω, τους οποιους δεν ενθυμεισαι πλεον, και οιτινες απεκοπησαν απο της χειρος σου.
6Afgezonderd onder de doden, gelijk de verslagenen, die in het graf liggen, die Gij niet meer gedenkt, en zij zijn afgesneden van Uw hand.
6Μ' εβαλες εις τον κατωτατον λακκον, εις το σκοτος, εις τα βαθη.
7Gij hebt mij in den ondersten kuil gelegd, in duisternissen, in diepten.
7Επ' εμε επεστηριχθη ο θυμος σου, και παντα τα κυματα σου επεφερες επ' εμε. Διαψαλμα.
8Uw grimmigheid ligt op mij; Gij hebt mij nedergedrukt met al Uw baren. Sela.
8Εμακρυνας τους γνωστους μου απ' εμου· με εκαμες βδελυγμα προς αυτους· απεκλεισθην και δεν δυναμαι να εξελθω.
9Mijn bekenden hebt Gij verre van mij gedaan, Gij hebt mij hun tot een groten gruwel gesteld; ik ben besloten, en kan niet uitkomen.
9Ο οφθαλμος μου ητονησεν απο της θλιψεως· σε επεκαλεσθην, Κυριε, ολην την ημεραν· ηπλωσα προς σε τας χειρας μου.
10Mijn oog treurt vanwege verdrukking; HEERE! ik roep tot U den gansen dag; ik strek mijn handen uit tot U.
10[] Μηπως εις τους νεκρους θελεις καμει θαυμασια; η οι τεθνεωτες θελουσι σηκωθη και θελουσι σε αινεσει; Διαψαλμα.
11Zult Gij wonder doen aan de doden? Of zullen de overledenen opstaan, zullen zij U loven? Sela.
11Μηπως εν τω ταφω θελουσι διηγεισθαι το ελεος σου η την αληθειαν σου εν τη φθορα;
12Zal Uw goedertierenheid in het graf verteld worden, Uw getrouwheid in het verderf?
12Μηπως θελουσι γνωρισθη εν τω σκοτει τα θαυμασια σου και η δικαιοσυνη σου εν τω τοπω της ληθης.
13Zullen Uw wonderen bekend worden in de duisternis, en Uw gerechtigheid in het land der vergetelheid?
13Αλλ' εγω προς σε, Κυριε, εκραξα· και το πρωι η προσευχη μου θελει σε προφθασει.
14Maar ik, HEERE! roep tot U, en mijn gebed komt U voor in den morgenstond.
14Δια τι, Κυριε, απορριπτεις την ψυχην μου, αποκρυπτεις το προσωπον σου απ' εμου;
15HEERE! waarom verstoot Gij mijn ziel, en verbergt Uw aanschijn voor mij?
15Ειμαι τεθλιμμενος και ψυχομαχων εκ νεοτητος· δοκιμαζω τους φοβους σου και ευρισκομαι εν αμηχανια.
16Van der jeugd aan ben ik bedrukt en doodbrakende; ik draag Uw vervaarnissen, ik ben twijfelmoedig.
16Επ' εμε διηλθον αι οργαι σου· οι τρομοι σου με εφανισαν.
17Uw hittige toornigheden gaan over mij; Uw verschrikkingen doen mij vergaan.
17Ως υδατα με περιετριγυρισαν ολην την ημεραν· ομου με περιεκυκλωσαν.
18Den gansen dag omringen zij mij als water; te zamen omgeven zij mij. [ (Psalms 88:19) Gij hebt vriend en metgezel verre van mij gedaan; mijn bekenden zijn in duisternis. ]
18Απεμακρυνας απ' εμου τον αγαπητον και τον φιλον· οι γνωστοι μου ειναι αφανεις.