1Een psalm, een lied, op den sabbatdag.
1[] <<Ψαλμος ωδης δια την ημεραν του Σαββατου.>> Αγαθον το να δοξολογη τις τον Κυριον και να ψαλμωδη εις το ονομα σου, Υψιστε·
2Het is goed, dat men den HEERE love, en Uw Naam psalmzinge, o Allerhoogste!
2να αναγγελλη το πρωι το ελεος σου και την αληθειαν σου πασαν νυκτα,
3Dat men in den morgenstond Uw goedertierenheid verkondige, en Uw getrouwheid in de nachten;
3με δεκαχορδον οργανον και με ψαλτηριον· με ωδην και κιθαραν.
4Op het tiensnarig instrument en op de luit, met een voorbedacht lied op de harp.
4Διοτι με ευφρανας, Κυριε, εν τοις ποιημασι σου· θελω αγαλλεσθαι εν τοις εργοις των χειρων σου.
5Want Gij hebt mij verblijd, HEERE! met Uw daden, ik zal juichen over de werken Uwer handen.
5Ποσον μεγαλα ειναι τα εργα σου, Κυριε βαθεις ειναι οι διαλογισμοι σου σφοδρα.
6O HEERE! hoe groot zijn Uw werken! zeer diep zijn Uw gedachten.
6Ο ανθρωπος ο ανοητος δεν γνωριζει, και ο μωρος δεν εννοει τουτο·
7Een onvernuftig man weet er niet van, en een dwaas verstaat ditzelve niet;
7[] οτι οι ασεβεις βλαστανουσιν ως ο χορτος, και ανθουσι παντες οι εργαται της ανομιας, δια να αφανισθωσιν αιωνιως.
8Dat de goddelozen groeien als het kruid, en al de werkers der ongerechtigheid bloeien, opdat zij tot in der eeuwigheid verdelgd worden.
8Αλλα συ, Κυριε, εισαι υψιστος εις τον αιωνα.
9Maar Gij zijt de Allerhoogste in eeuwigheid de HEERE!
9Διοτι, ιδου, οι εχθροι σου, Κυριε, διοτι, ιδου, οι εχθροι σου θελουσιν εξολοθρευθη· θελουσι διασκορπισθη παντες οι εργαται της ανομιας.
10Want zie, Uw vijanden, o HEERE! want zie, Uw vijanden zullen vergaan; al de werkers der ongerechtigheid zullen verstrooid worden.
10Αλλα συ θελεις υψωσει ως του μονοκερωτος το κερας μου· εγω θελω χρισθη με νεον ελαιον·
11Maar Gij zult mijn hoorn verhogen, gelijk eens eenhoorns; ik ben met verse olie overgoten.
11και ο οφθαλμος μου θελει ιδει την εκδικησιν των εχθρων μου· τα ωτα μου θελουσιν ακουσει περι των κακοποιων των επανισταμενων κατ' εμου.
12En mijn oog zal mijn verspieders aanschouwen; mijn oren zullen het horen, aangaande de boosdoeners, die tegen mij opstaan.
12Ο δικαιος ως φοινιξ θελει ανθει· ως κεδρος του Λιβανου θελει αυξανει.
13De rechtvaardige zal groeien als een palmboom; hij zal wassen als een cederboom op Libanon.
13Πεφυτευμενοι εν τω οικω του Κυριου, θελουσιν ανθει εν ταις αυλαις του Θεου ημων·
14Die in het huis des HEEREN geplant zijn, dien zal gegeven worden te groeien in de voorhoven onzes Gods.
14θελουσι καρποφορει και εν αυτω τω βαθει γηρατι, θελουσιν εισθαι ακμαζοντες και ανθηροι·
15In den grijzen ouderdom zullen zij nog vruchten dragen; zij zullen vet en groen zijn, [ (Psalms 92:16) Om te verkondigen, dat de HEERE recht is; Hij is mijn Rotssteen, en in Hem is geen onrecht. ]
15δια να αναγγελλωσιν οτι δικαιος ειναι ο Κυριος, το φρουριον μου· και δεν υπαρχει αδικια εν αυτω.