Greek: Modern

Esperanto

Deuteronomy

21

1[] Εαν τις ευρεθη πεφονευμενος εν τη γη, την οποιαν Κυριος ο Θεος σου διδει εις σε δια να κληρονομησης αυτην, πεσμενος εις την πεδιαδα, και ηναι αγνωστον τις εφονευσεν αυτον,
1Se estos trovita mortigito sur la tero, kiun la Eternulo, via Dio, donas al vi kiel posedajxon, kusxanta sur la kampo, kaj oni ne scios, kiu lin mortigis:
2τοτε θελουσιν εξελθει οι πρεσβυτεροι σου και οι κριται σου, και θελουσι μετρησει προς τας πολεις τας περιξ του πεφονευμενου·
2tiam eliru viaj plejagxuloj kaj viaj jugxistoj, kaj ili mezuru gxis la urboj, kiuj trovigxas cxirkauxe de la mortigito.
3και της πολεως, ητις ειναι η πλησιεστερα εις τον πεφονευμενον, οι πρεσβυτεροι της πολεως εκεινης θελουσι λαβει δαμαλιν, ητις δεν υπεβληθη εις εργασιαν ουδε εσυρεν υπο τον ζυγον·
3Kaj kiu urbo estos plej proksime de la mortigito, ties plejagxuloj prenu bovidinon, per kiu oni ne laboris kaj kiu ne portis jugon;
4και θελουσι καταβιβασει οι πρεσβυτεροι της πολεως εκεινης την δαμαλιν εις τραχειαν φαραγγα, ητις ουτε γεωργειται ουτε σπειρεται και εκει εν τη φαραγγι θελουσι κοψει τον τραχηλον της δαμαλεως.
4kaj la plejagxuloj de tiu urbo forkonduku la bovidinon al valo kun fluanta akvo, valo, kiu ne estas plugita nek prisemita, kaj ili rompu tie la kolon de la bovidino en la valo;
5Και θελουσι πλησιασει οι ιερεις οι υιοι του Λευι· επειδη αυτους εξελεξε Κυριος ο Θεος σου να λειτουργωσιν εις αυτον, και να ευλογωσιν εν τω ονοματι του Κυριου· και κατα τον λογον αυτων θελει κρινεσθαι πασα διαφορα και πασα πληγη·
5kaj aliru la pastroj, idoj de Levi (cxar ilin elektis la Eternulo, via Dio, por servi al Li kaj por beni en la nomo de la Eternulo, kaj laux ilia diro devas esti decidata cxiu disputo kaj cxiu difekto);
6και παντες οι πρεσβυτεροι της πολεως εκεινης, της πλησιεστερας εις τον πεφονευμενον, θελουσι νιψει τας χειρας αυτων επι της δαμαλεως της εσφαγμενης εν τη φαραγγι·
6kaj cxiuj plejagxuloj de tiu urbo, kiuj estos la plej proksimaj de la mortigito, lavu siajn manojn super la bovidino, al kiu oni rompis la kolon en la valo,
7και αποκριθεντες θελουσιν ειπει, Αι χειρες ημων δεν εχυσαν το αιμα τουτο, ουδε ειδον οι οφθαλμοι ημων·
7kaj ili sciigu kaj diru:Niaj manoj ne versxis cxi tiun sangon, kaj niaj okuloj ne vidis;
8γενου ιλεως, Κυριε, εις τον λαον σου τον Ισραηλ, τον οποιον ελυτρωσας, και μη βαλης επι τον λαον σου Ισραηλ αιμα αθωον· και θελει συγχωρηθη εις αυτους το αιμα.
8pekliberigu Vian popolon Izrael, kiun Vi liberigis, ho Eternulo, kaj ne kalkulu sangon senkulpan inter Via popolo Izrael. Kaj estos pardonita al ili la sango.
9Ουτω θελεις εξαλειψει εκ μεσου σου το αθωον αιμα, οταν καμης το αρεστον εις τους οφθαλμους του Κυριου.
9Kaj vi elvisxu el inter vi la sangon de senkulpulo, por ke vi faru placxantajxon antaux la Eternulo.
10[] Οταν εξελθης να πολεμησης τους εχθρους σου, και Κυριος ο Θεος σου παραδωση αυτους εις τας χειρας σου, και λαβης εξ αυτων αιχμαλωτους,
10Kiam vi eliros en militon kontraux viajn malamikojn, kaj la Eternulo, via Dio, transdonos ilin en viajn manojn, kaj vi prenos de ili kaptitojn,
11και ιδης μεταξυ των αιχμαλωτων γυναικα ευειδη και επιθυμησης αυτην, δια να λαβης αυτην εις σεαυτον γυναικα,
11kaj vi vidos inter la kaptitoj virinon belaspektan kaj ekamos sxin kaj prenos sxin al vi kiel edzinon:
12τοτε θελεις φερει αυτην εις την οικιαν σου, και θελει ξυρισει την κεφαλην αυτης και περιονυχισει τους ονυχας αυτης·
12tiam venigu sxin internen de via domo, kaj sxi pritondu sian kapon kaj pritrancxu siajn ungojn,
13και θελει εκδυθη τα ενδυματα της αιχμαλωσιας αυτης επανωθεν αυτης και θελει καθησει εν τη οικια σου και κλαυσει τον πατερα αυτης και την μητερα αυτης ολοκληρον μηνα· και μετα ταυτα θελεις εισελθει προς αυτην, και θελεις εισθαι ανηρ αυτης και εκεινη θελει εισθαι γυνη σου.
13kaj sxi deprenu de si siajn vestojn de kaptiteco, kaj sxi logxu en via domo, kaj sxi priploru sian patron kaj sian patrinon en la dauxro de unu monato; kaj post tio vi povas eniri al sxi kaj farigxi sxia edzo, kaj sxi estos por vi edzino.
14Και εαν συμβη να μη ευχαριστησαι εις αυτην, τοτε θελεις εξαποστειλει αυτην ελευθεραν· και δεν θελεις πωλησει αυτην δι' αργυριον, δεν θελεις εμπορευθη αυτην, διοτι εταπεινωσας αυτην.
14Kaj se sxi ne placxos al vi, tiam forliberigu sxin, kien sxi volas; sed ne vendu sxin pro mono, ne premu sxin per via forto, pro tio, ke vi humiligis sxin.
15[] Εαν τις εχη δυο γυναικας, την μιαν αγαπωμενην και την αλλην μισουμενην, και γεννησωσιν εις αυτον τεκνα η αγαπωμενη και η μισουμενη, και ο πρωτοτοκος υιος ηναι της μισουμενης,
15Se viro havos du edzinojn, unu amatan kaj duan ne amatan, kaj ili naskos al li filojn, la amata kaj la ne amata, kaj la filo unuenaskita estos de la ne amata:
16τοτε, καθ' ην ημεραν μοιραζει εις τους υιους αυτου την περιουσιαν αυτου, δεν δυναται να καμη πρωτοτοκον τον υιον της αγαπωμενης, παριδων τον υιον της μισουμενης, τον αληθως πρωτοτοκον·
16tiam cxe la disdono de sia havo al la filoj li ne povas doni unuaecon al la filo de la amata antaux la filo de la ne amata, la unuenaskito;
17αλλα θελει αναγνωρισει τον υιον της μισουμενης δια πρωτοτοκον, διδων εις αυτον διπλουν μεριδιον εκ παντων των υπαρχοντων αυτου· διοτι ειναι η αρχη της δυναμεως αυτου· εις τουτον ανηκουσι τα πρωτοτοκια.
17sed la unuenaskiton, la filon de la ne amata, li devas estkonfesi, por doni al li duoblan parton el cxio, kio trovigxas cxe li; cxar li estas la unua frukto de lia forto, li havas la rajton de unuenaskiteco.
18[] Εαν τις εχη υιον πεισματωδη και απειθη, οστις δεν υπακουει εις την φωνην του πατρος αυτου η εις την φωνην της μητρος αυτου, και, αφου παιδευσωσιν αυτον, δεν υπακουη εις αυτους,
18Se iu havos filon obstinan kaj malobean, kiu ne auxskultas la vocxon de sia patro nek la vocxon de sia patrino, kaj ili punadis lin, sed li ne auxskultas ilin:
19τοτε ο πατηρ αυτου και η μητηρ αυτου θελουσι πιασει αυτον, και θελουσιν εκφερει αυτον προς τους πρεσβυτερους της πολεως αυτου και εις την πυλην του τοπου αυτου·
19tiam lia patro kaj lia patrino prenu lin kaj alkonduku lin al la plejagxuloj de lia urbo kaj al la pordego de lia logxoloko;
20και θελουσιν ειπει προς τους πρεσβυτερους της πολεως αυτου, Ουτος ο υιος ημων ειναι πεισματωδης και απειθης· δεν υπακουει εις την φωνην ημων· ειναι λαιμαργος και μεθυσος·
20kaj ili diru al la plejagxuloj de lia urbo:CXi tiu nia filo estas obstina kaj malobea, li ne auxskultas nian vocxon, li estas mangxegemulo kaj drinkemulo.
21και παντες οι ανθρωποι της πολεως αυτου θελουσι λιθοβολησει αυτον με λιθους, και θελει αποθανει. Και θελεις εξαφανισει το κακον εκ μεσου σου· και πας ο Ισραηλ θελει ακουσει και φοβηθη.
21Tiam cxiuj homoj de lia urbo prijxetu lin per sxtonoj, ke li mortu; tiel ekstermu la malbonon el inter vi, kaj cxiuj Izraelidoj auxdos kaj ektimos.
22Και εαν τις επραξεν αμαρτημα αξιον θανατου και καταδικασθη εις θανατον, και κρεμασης αυτον εις ξυλον,
22Se iu farigxos kulpa pri peko, kiu meritas morton, kaj li estos mortigita kaj vi pendigos lin sur arbo:
23δεν θελει μενει το σωμα αυτου ολην την νυκτα επι του ξυλου, αλλα θελεις εξαπαντος θαψει αυτον την αυτην ημεραν, διοτι ειναι κατηραμενος υπο του Θεου ο κρεμαμενος· δια να μη μολυνης την γην σου, την οποιαν Κυριος ο Θεος σου διδει εις σε κληρονομιαν.
23tiam lia kadavro ne devas resti dum la nokto sur la arbo, sed vi devas lin enterigi en la sama tago; cxar pendigito estas malbenita antaux Dio; kaj ne makulu vian teron, kiun la Eternulo, via Dio, donas al vi kiel posedajxon.