1[] Και εν τη εικοστη τεταρτη ημερα τουτου του μηνος συνηχθησαν οι υιοι Ισραηλ με νηστειαν και με σακκους και με χωμα εφ' εαυτους.
1În a douăzeci şi patra zi a aceleiaş luni, copiii lui Israel s'au adunat, îmbrăcaţi în saci şi presăraţi cu ţărînă, pentru ţinerea unui post.
2Και εχωρισθη το σπερμα του Ισραηλ απο παντων των ξενων· και σταθεντες εξωμολογηθησαν τας αμαρτιας αυτων και τας ανομιας των πατερων αυτων.
2Cei ce erau din neamul lui Israel, despărţindu-se de toţi străinii, au venit şi şi-au mărturisit păcatele lor şi fărădelegile părinţilor lor.
3Και σταθεντες εν τω τοπω αυτων, ανεγνωσαν εν τω βιβλιω του νομου Κυριου του Θεου αυτων, εν τεταρτον της ημερας· και εν τεταρτον, εξωμολογουντο και προσεκυνουν Κυριον τον Θεον αυτων.
3După ce au şezut jos, au cetit în cartea Legii Domnului, Dumnezeului lor, a patra parte din zi; şi altă a patra parte din zi şi-au mărturisit păcatele şi s'au închinat înaintea Domnului, Dumnezeului lor.
4[] Τοτε εσηκωθη επι το βημα των Λευιτων Ιησους και Βανι, Καδμιηλ, Σεβανιας, Βουννι, Σερεβιας, Βανι και Χανανι, και ανεβοησαν μετα φωνης μεγαλης προς Κυριον τον Θεον αυτων.
4Iosua, Bani, Cadmiel, Şebania, Buni, Şerebia, Bani şi Chenani s'au suit pe scaunul Leviţilor şi au strigat cu glas tare către Domnul, Dumnezeul lor.
5Και οι Λευιται, Ιησους και Καδμιηλ, Βανι, Ασαβνιας, Σερεβιας, Ωδιας, Σεβανιας και Πεθαια, ειπον, Σηκωθητε, ευλογησατε Κυριον τον Θεον υμων απο του αιωνος εως του αιωνος· και ας ηναι, Θεε, ευλογημενον το ενδοξον σου ονομα, το υπερτερον πασης ευλογιας και αινεσεως.
5Şi Leviţii Iosua, Cadmiel, Bani, Haşabnia, Şerebia, Hodia, Şebania şi Petahia, au zis: ,,Sculaţi-vă şi binecuvîntaţi pe Domnul, Dumnezeul vostru, din vecinicie în vecinicie! ,,Binecuvîntat să fie Numele Tău cel slăvit, care este mai pe sus de orice binecuvîntare şi de orice laudă!
6Συ αυτος εισαι Κυριος μονος· συ εποιησας τον ουρανον, τους ουρανους των ουρανων, και πασαν την στρατιαν αυτων, την γην και παντα τα επ' αυτης, τας θαλασσας και παντα τα εν αυταις, και συ ζωοποιεις παντα ταυτα· και σε προσκυνουσιν αι στρατιαι των ουρανων.
6Tu, Doamne, numai Tu, ai făcut cerurile, cerurile cerurilor şi toată oştirea lor, şi pămîntul cu tot ce este pe el, mările cu tot ce cuprind ele. Tu dai viaţă tuturor acestor lucruri, şi oştirea cerurilor se închină înaintea Ta.
7Συ εισαι Κυριος ο Θεος, οστις εξελεξας τον Αβραμ και εξηγαγες αυτον απο της Ουρ των Χαλδαιων, και εδωκας εις αυτον το ονομα Αβρααμ·
7Tu, Doamne Dumnezeule, ai ales pe Avram, l-ai scos din Ur din Haldeia, şi i-ai pus numele Avraam.
8και ευρηκας την καρδιαν αυτου πιστην ενωπιον σου, και εκαμες προς αυτον διαθηκην, οτι θελεις δωσει την γην των Χαναναιων, των Χετταιων, των Αμορραιων και των Φερεζαιων και των Ιεβουσαιων και των Γεργεσαιων, οτι θελεις δωσει αυτην εις το σπερμα αυτου· και εξετελεσας τους λογους σου· διοτι δικαιος εισαι συ.
8Tu ai găsit inima lui credincioasă înainta Ta, ai făcut legămînt cu el, şi ai făgăduit că vei da seminţei lui ţara Cananiţilor, Hetiţilor, Amoriţilor, Fereziţilor, Iebusiţilor şi Ghirgasiţilor. Şi Ţi-ai ţinut cuvîntul, căci eşti drept.
9Και ειδες την θλιψιν των πατερων ημων εν Αιγυπτω, και ηκουσας την κραυγην αυτων επι την Ερυθραν θαλασσαν·
9Tu ai văzut necazul părinţilor noştri în Egipt, şi le-ai auzit strigătele la Marea Roşie.
10και εδειξας σημεια και τερατα επι τον Φαραω και επι παντας τους δουλους αυτου και επι παντα τον λαον της γης αυτου· επειδη εγνωρισας οτι υπερηφανευθησαν εναντιον αυτων. Και εκαμες εις σεαυτον ονομα, ως την ημεραν ταυτην.
10Ai făcut semne şi minuni împotriva lui Faraon, împotriva tuturor slujitorilor lui şi împotriva întregului popor din ţara lui, pentrucă ştiai cu cîtă îngîmfare se purtaseră faţă de părinţii noştri, şi Ţi-ai arătat slava Ta cum se vede astăzi.
11Και διεσχισας την θαλασσαν ενωπιον αυτων, και διεβησαν δια ξηρας εν μεσω της θαλασσης· τους δε καταδιωκοντας αυτους ερριψας εις τα βαθη, ως λιθον εις υδατα ισχυρα·
11Ai despărţit marea înaintea lor, şi au trecut pe uscat prin mijlocul mării: dar ai prăbuşit în adînc, ca o piatră în fundul apelor, pe cei ce -i urmăreau.
12και ωδηγησας αυτους την ημεραν δια στυλου νεφελης, την δε νυκτα δια στυλου πυρος, δια να φωτιζης εις αυτους την οδον δι' ης εμελλον να διελθωσι.
12I-ai călăuzit ziua printr'un stîlp de nor, şi noaptea printr'un stîlp de foc, care le lumina drumul pe care aveau să -l urmeze.
13Και κατεβης επι το ορος Σινα, και ελαλησας μετ' αυτων εξ ουρανου, και εδωκας εις αυτους ευθειας κρισεις και αληθινους νομους, διαταγματα και εντολας αγαθας·
13Te-ai pogorît pe muntele Sinai, le-ai vorbit din înălţimea cerurilor, şi le-ai dat porunci drepte, legi adevărate, învăţături şi orînduiri minunate.
14και το αγιον σου σαββατον εκαμες γνωστον εις αυτους, και προσεταξας εις αυτους εντολας και διαταγματα και νομους, δια χειρος Μωυσεως του δουλου σου.
14Le-ai făcut cunoscut Sabatul Tău cel sfînt, şi le-ai dat prin robul Tău Moise, porunci, învăţături şi o lege.
15Και αρτον εξ ουρανου εδωκας εις αυτους εις την πειναν αυτων, και υδωρ εκ πετρας εξηγαγες εις αυτους εις την διψαν αυτων· και ειπας προς αυτους να εισελθωσι δια να κληρονομησωσι την γην, περι ης υψωσας την χειρα σου οτι θελεις δωσει αυτην εις αυτους.
15Le-ai dat, dela înălţimea cerurilor, pîne, cînd le era foame, şi ai scos apă din stîncă, atunci cînd le era sete. Şi le-ai spus să intre în stăpînirea ţării pe care jurasei că le -o vei da.
16Εκεινοι δε και οι πατερες ημων υπερηφανευθησαν και εσκληρυναν τον τραχηλον αυτων και δεν υπηκουσαν εις τας εντολας σου·
16Dar părinţii noştri s'au îngîmfat şi şi-au înţepenit grumazul. N'au urmat poruncile Tale,
17και ηρνηθησαν να υπακουσωσι και δεν ενεθυμηθησαν τα θαυμασια σου τα οποια εκαμες εις αυτους· αλλ' εσκληρυναν τον τραχηλον αυτων, και εν τη αποστασια αυτων διωρισαν αρχηγον δια να επιστρεψωσιν εις την δουλειαν αυτων. Αλλα συ εισαι Θεος συγχωρητικος, ελεημων και οικτιρμων, μακροθυμος και πολυελεος, και δεν εγκατελιπες αυτους.
17n'au vrut să asculte, şi au dat uitării minunile pe cari le făcusei pentru ei. Şi-au înţepenit grumazul; şi, în răzvrătirea lor, şi-au pus o căpetenie ca să se întoarcă în robia lor. Dar Tu, Tu eşti un Dumnezeu gata să ierţi, îndurător şi milostiv, încet la mînie şi bogat în bunătate. Şi nu i-ai părăsit,
18Μαλιστα, οτε εκαμον εις εαυτους χωνευτον μοσχον και ειπον, Ουτος ειναι ο Θεος σου οστις σε ανηγαγεν εξ Αιγυπτου, και επραξαν μεγαλους παροργισμους·
18nici chiar atunci cînd şi-au făcut un viţel turnat, şi au zis: ,,Iată Dumnezeul tău care te -a scos din Egipt!`` şi s'au dedat la mari ocări faţă de Tine.
19συ ομως, εν τοις οικτιρμοις σου τοις μεγαλοις, δεν εγκατελιπες αυτους εν τη ερημω· ο στυλος της νεφελης δεν εξεκλινεν απ' αυτων την ημεραν, δια να οδηγη αυτους εν τη οδω, ουδε ο στυλος του πυρος την νυκτα, δια να φωτιζη εις αυτους και την οδον δι' ης εμελλον να διελθωσι.
19În îndurarea Ta fără margini, nu i-ai părăsit în pustie, şi stîlpul de nor n'a încetat să -i călăuzească ziua pe drum, nici stîlpul de foc să le lumineze noaptea drumul, pe care aveau să -l urmeze.
20Και εδωκας εις αυτους το αγαθον σου πνευμα, δια να συνετιζη αυτους· και δεν εστερησας το μαννα σου απο του στοματος αυτων, και υδωρ εδωκας εις αυτους εις την διψαν αυτων.
20Le-ai dat Duhul Tău cel bun, ca să -i facă înţelepţi; n'ai îndepărtat mana Ta dela gura lor, şi le-ai dat apă să-şi potolească setea.
21Και τεσσαρακοντα ετη εθρεψας αυτους εν τη ερημω· δεν ελειψεν εις αυτους ουδεν· τα ιματια αυτων δεν επαλαιωθησαν και οι ποδες αυτων δεν επρησθησαν.
21Patruzeci de ani, ai avut grijă să -i hrăneşti în pustie, şi n'au dus lipsă de nimic, hainele nu li s'au învechit, şi picioarele nu li s'au umflat.
22Και εδωκας εις αυτους βασιλεια και λαους, και διεμερισας εις αυτους δια μεριδας· και εκληρονομησαν την γην του Σηων και την γην του βασιλεως της Εσεβων και την γην του Ωγ βασιλεως της Βασαν.
22Le-ai dat în mînă împărăţii şi popoare, ale căror ţinuturi le-ai împărţit între ei, şi au stăpînit ţara lui Sihon, împăratul Hesbonului, şi ţara lui Og, împăratul Basanului.
23Και τους υιους αυτων επληθυνας ως τα αστρα του ουρανου· και εφερες αυτους εις την γην, εις την οποιαν ειπας προς τους πατερας αυτων να εισελθωσι, δια να κληρονομησωσιν αυτην.
23Le-ai înmulţit fiii ca stelele cerurilor, şi i-ai adus în ţara despre care spusesei părinţilor lor că au s'o ia în stăpînire.
24Και εισηλθον οι υιοι αυτων και εκληρονομησαν την γην· και υπεταξας εμπροσθεν αυτων τους κατοικους της γης, τους Χαναναιους, και παρεδωκας αυτους εις τας χειρας αυτων, και τους βασιλεις αυτων και τους λαους της γης, δια να καμωσιν εις αυτους κατα την θελησιν αυτων.
24Şi fiii lor au intrat şi au luat ţara în stăpînire; ai smerit înaintea lor pe locuitorii ţării, Cananiţii, şi i-ai dat în mînile lor, împreună cu împăraţii şi popoarele ţării, ca să le facă ce le place.
25Και εκυριευσαν πολεις ισχυρας και γην παχειαν, και εκληρονομησαν οικους πληρεις παντων των αγαθων, φρεατα ωρυγμενα, αμπελωνας και ελαιωνας και δενδρα καρπιμα εν αφθονια· και εφαγον και εχορτασθησαν και επαχυνθησαν και ενετρυφησαν, εν τη μεγαλη σου αγαθοτητι.
25Au ajuns stăpîni pe cetăţi întărite şi pe pămînturi roditoare; au stăpînit case pline de tot felul de bunătăţi, puţuri săpate, vii, măslini, şi pomi roditori din belşug; au mîncat, s'au săturat, s'au îngrăşat, şi au trăit în desfătări, prin bunătatea Ta cea mare.
26Και ηπειθησαν και επανεστατησαν εναντιον σου, και ερριψαν τον νομον σου οπισω των νωτων αυτων, και τους προφητας σου εφονευσαν, οιτινες διεμαρτυροντο εναντιον αυτων δια να επιστρεψωσιν αυτους προς σε, και επραξαν μεγαλους παροργισμους.
26Totuş, ei s'au răsculat şi s'au răzvrătit împotriva Ta. Au aruncat Legea Ta la spatele lor, au ucis pe proorocii Tăi, cari -i rugau ferbinte să se întoarcă la Tine, şi s'au dedat la mari ocări faţă de Tine.
27Δια τουτο παρεδωκας αυτους εις την χειρα των θλιβοντων αυτους, και κατεθλιψαν αυτους· και εν τω καιρω της θλιψεως αυτων ανεβοησαν προς σε, και συ εισηκουσας εξ ουρανου· και κατα τους πολλους οικτιρμους σου εδωκας σωτηρας εις αυτους, και εσωσαν αυτους εκ της χειρος των θλιβοντων αυτους.
27Atunci i-ai lăsat în mînile vrăjmaşilor lor, cari i-au apăsat. Dar, în vremea necazului lor, au strigat către Tine; şi Tu i-ai auzit dela înălţimea cerurilor, şi, în îndurarea Ta cea mare, le-ai dat izbăvitori cari i-au scăpat din mînile vrăjmaşilor lor.
28Αλλ' αφου ανεπαυθησαν, εστραφησαν εις το να πραττωσι πονηρα ενωπιον σου· οθεν εγκατελιπες αυτους εις την χειρα των εχθρων αυτων, και εξουσιασαν αυτους· οτε ομως επεστρεψαν και ανεβοησαν προς σε, συ εισηκουσας εξ ουρανου· και πολλακις ηλευθερωσας αυτους κατα τους οικτιρμους σου.
28Cînd au avut odihnă, au început iarăş să facă rău, înaintea Ta. Atunci i-ai lăsat în mînile vrăjmaşilor lor, cari i-au stăpînit. Dar, din nou au strigat către Tine; şi Tu i-ai auzit dela înălţimea cerurilor, şi, în marea Ta îndurare, i-ai izbăvit de mai multe ori.
29Και διεμαρτυρηθης εναντιον αυτων, δια να επιστρεψης αυτους εις τον νομον σου· πλην αυτοι υπερηφανευθησαν και δεν υπηκουσαν εις τας εντολας σου, αλλ' ημαρτησαν εις τας κρισεις σου, τας οποιας εαν τις εκτελη, θελει ζησει δι' αυτων· και εδωκαν νωτον απειθη και εσκληρυναν τον τραχηλον αυτων και δεν ηκουσαν.
29I-ai rugat fierbinte să se întoarcă la Legea Ta; dar ei au stăruit în îngîmfarea lor, n'au ascultat de poruncile Tale, au păcătuit împotriva orînduirilor Tale, cari fac viu pe celce le împlineşte, Ţi-au întors spatele cu îndărătnicie, şi-au înţepenit grumazul, şi n'au ascultat.
30Και ομως ετη πολλα παρεκτεινας επ' αυτους, και διεμαρτυρηθης εναντιον αυτων δια του πνευματος σου δια των προφητων σου· αλλα δεν εδωκαν ακροασιν· δια τουτο παρεδωκας αυτους εις την χειρα των λαων των τοπων.
30I-ai îngăduit astfel mulţi ani, le-ai dat înştiinţări prin Duhul tău, prin prooroci, şi tot n'au luat aminte. Atunci i-ai dat în mînile unor popoare străine.
31Πλην δια τους πολλους οικτιρμους σου δεν συνετελεσας αυτους, ουδε εγκατελιπες αυτους· διοτι Θεος οικτιρμων και ελεημων εισαι.
31Dar, în marea Ta îndurare, nu i-ai nimicit, şi nu i-ai părăsit, căci Tu eşti un Dumnezeu milostiv şi îndurător.
32Τωρα λοιπον, Θεε ημων, ο μεγας, ο ισχυρος και φοβερος Θεος, ο φυλαττων την διαθηκην και το ελεος, ας μη λογισθη μικρα ενωπιον σου πασα η θλιψις ητις ευρηκεν ημας, τους βασιλεις ημων, τους αρχοντας ημων και τους ιερεις ημων και τους προφητας ημων και τους πατερας ημων και παντα τον λαον σου, απο των ημερων των βασιλεων της Ασσυριας μεχρι της ημερας ταυτης.
32Şi acum, Dumnezeul nostru, Dumnezeule mare, puternic şi înfricoşat, Tu care Îţi ţii legămîntul Tău de îndurare, nu privi ca puţin lucru toate suferinţele prin cari am trecut noi, împăraţii noştri, căpeteniile noastre, preoţii noştri, proorocii noştri, părinţii noştri şi tot poporul Tău, din vremea împăraţilor Asiriei pînă în ziua de azi.
33Δικαιος βεβαιως εισαι εις παντα τα επελθοντα εφ' ημας· διοτι συ μεν αληθειαν εκαμες, ημεις δε ησεβησαμεν.
33Tu ai fost drept în tot ce ni s'a întîmplat, căci Te-ai arătat credincios, iar noi am făcut rău.
34Και οι βασιλεις ημων, οι αρχοντες ημων, οι ιερεις ημων και οι πατερες ημων, δεν εφυλαξαν τον νομον σου και δεν εδωκαν προσοχην εις τας εντολας σου και εις τα μαρτυρια σου, με τα οποια διεμαρτυρηθης εναντιον αυτων.
34Împăraţii noştri, căpeteniile noastre, preoţii noştri, şi părinţii noştri n'au păzit Legea, şi n'au dat ascultare nici poruncilor, nici înştiinţărilor pe cari li le dădeai.
35Διοτι αυτοι, εν τη βασιλεια αυτων και εν τη μεγαλη σου αγαθωσυνη την οποιαν εδωκας εις αυτους, και εν τη γη τη πλατεια και παχεια, την οποιαν εδωκας ενωπιον αυτων, δεν σε εδουλευσαν ουδε εστραφησαν απο των πονηρων εργων αυτων.
35Cînd erau stăpîni, în mijlocul multelor binefaceri pe cari li le dădeai, în ţara întinsă şi roditoare, pe care le -o dădusei, nu Ţi-au slujit şi nu s'au abătut dela faptele lor rele.
36Ιδου, δουλοι ειμεθα την ημεραν ταυτην· και εν τη γη, την οποιαν εδωκας εις τους πατερας ημων, δια να τρωγωσι τον καρπον αυτης και τα αγαθα αυτης, ιδου, δουλοι ειμεθα επ' αυτης·
36Şi astăzi, iată-ne robi! Iată-ne robi pe pămîntul pe care l-ai dat părinţilor noştri, pentruca să se bucure de roadele şi de bunurile lui!
37και αυτη διδει πολλην αφθονιαν εις τους βασιλεις, τους οποιους επεβαλες εφ' ημας δια τας αμαρτιας ημων· και κατεξουσιαζουσιν επι των σωματων ημων και επι των κτηνων ημων κατα την αρεσκειαν αυτων· και ειμεθα εν θλιψει μεγαλη.
37El îşi înmulţeşte roadele pentru împăraţii cărora ne-ai supus, din pricina păcatelor noastre; ei stăpînesc după plac asupra trupurilor noastre şi asupra vitelor noastre, şi sîntem într'o mare strîmtorare!``
38Οθεν δια παντα ταυτα ημεις καμνομεν διαθηκην πιστην και γραφομεν αυτην· και επισφραγιζουσιν αυτην οι αρχοντες ημων, οι Λευιται ημων και οι ιερεις ημων.
38Pentru toate acestea, noi am încheiat un legămînt, pe care l-am făcut în scris. Şi căpeteniile noastre, Leviţii noştri şi preoţii noştri şi-au pus pecetea pe el.