Greek: Modern

Romanian: Cornilescu

Psalms

109

1[] <<Εις τον πρωτον μουσικον. Ψαλμος του Δαβιδ.>> Θεε της αινεσεως μου, μη σιωπησης·
1(Către mai marele cîntăreţilor. Un psalm al lui David.) Dumnezeul laudei mele, nu tăcea!
2διοτι στομα ασεβους και στομα δολιου ηνοιχθησαν επ' εμε· ελαλησαν κατ' εμου με γλωσσαν ψευδη·
2Căci protivnicii au deschis împotriva mea o gură rea şi înşelătoare, îmi vorbesc cu o limbă mincinoasă,
3και με λογους μισους με περιεκυκλωσαν και με επολεμησαν αναιτιως.
3mă înconjoară cu cuvîntări pline de ură, şi se războiesc cu mine fără temei.
4Αντι της αγαπης μου ειναι αντιδικοι εις εμε· εγω δε προσευχομαι.
4Pe cînd eu îi iubesc, ei îmi sînt protivnici; dar eu alerg la rugăciune.
5Και ανταπεδωκαν εις εμε κακον αντι καλου, και μισος αντι της αγαπης μου.
5Ei îmi întorc rău pentru bine, şi ură pentru dragostea mea.
6[] Καταστησον ασεβη επ' αυτον· και διαβολος ας στεκη εκ δεξιων αυτου.
6Pe vrăjmaşul meu pune -l supt stăpînirea unui om rău, şi un pîrîş să stea la dreapta lui!
7Οταν κρινηται, ας εξελθη καταδεδικασμενος· και η προσευχη αυτου ας γεινη εις αμαρτιαν.
7Cînd va fi judecat, să fie găsit vinovat, şi rugăciunea lui să treacă drept un păcat!
8Ας γεινωσιν αι ημεραι αυτου ολιγαι· αλλος ας λαβη την επισκοπην αυτου.
8Puţine să -i fie zilele la număr, şi slujba să i -o ia altul!
9Ας γεινωσιν οι υιοι αυτου ορφανοι και η γυνη αυτου χηρα.
9Să -i rămînă copiii orfani, şi nevastă-sa văduvă!
10Και ας περιπλανωνται παντοτε οι υιοι αυτου και ας γεινωσιν επαιται, και ας ζητωσιν εκ των ερειπιων αυτων.
10Copiii lui să umble fără niciun căpătîi şi să cerşească, să-şi caute pînea departe de locuinţa lor dărîmată!
11Ας παγιδευση ο δανειστης παντα τα υπαρχοντα αυτου· και ας διαρπασωσιν οι ξενοι τους κοπους αυτου.
11Cel ce l -a împrumutat, să -i pună mîna pe tot ce are, şi străinii să -i jăfuiască rodul muncii lui!
12Ας μη υπαρχη ο ελεων αυτον, και ας μη ηναι ο οικτειρων τα ορφανα αυτου.
12Nimeni să nu mai ţină la el, şi nimeni să n'aibă milă de orfanii lui!
13Ας εξολοθρευθωσιν οι εκγονοι αυτου· εν τη επερχομενη γενεα ας εξαλειφθη το ονομα αυτων.
13Urmaşii lui să fie nimiciţi, şi să li se stîngă numele în neamul următor!
14Ας ελθη εις ενθυμησιν ενωπιον του Κυριου η ανομια των πατερων αυτου· και η αμαρτια της μητρος αυτου ας μη εξαλειφθη·
14Nelegiuirea părinţilor săi să rămînă ca aducere aminte înaintea Domnului, şi să nu se şteargă păcatul mamei lui!
15Ας ηναι παντοτε ενωπιον του Κυριου, δια να εκκοψη απο της γης το μνημοσυνον αυτων.
15Domnul să -i aibă totdeauna înaintea ochilor, ca să le şteargă pomenirea de pe pămînt,
16Διοτι δεν ενεθυμηθη να καμη ελεος· αλλα κατετρεξεν ανθρωπον πενητα και πτωχον, δια να θανατωση τον συντετριμμενον την καρδιαν.
16pentrucă nu şi -a adus aminte să facă îndurare, pentrucă a prigonit pe cel nenorocit şi pe cel lipsit, pînă acolo încît să omoare pe omul cu inima zdrobită!
17Επειδη ηγαπησε καταραν, ας ελθη επ' αυτον· επειδη δεν ηθελησεν ευλογιαν, ας απομακρυνθη απ' αυτου.
17Îi plăcea blestemul: să cadă asupra lui! Nu -i plăcea binecuvîntarea: să se depărteze de el!
18Επειδη ενεδυθη καταραν ως ιματιον αυτου, ας εισελθη ως υδωρ εις τα εντοσθια αυτου και ως ελαιον εις τα οστα αυτου·
18Se îmbracă cu blestemul cum se îmbracă cu haina lui, îi pătrunde ca apa înlăuntrul lui, ca untdelemnul în oase!
19Ας γεινη εις αυτον ως το ιματιον, το οποιον ενδυεται και ως η ζωνη, την οποιαν παντοτε περιζωννυται.
19Deaceea, să -i slujească de veşmînt ca să se acopere, de încingătoare cu care să fie totdeauna încins!
20Αυτη ας ηναι των αντιδικων μου η αμοιβη παρα του Κυριου, και των λαλουντων κακα κατα της ψυχης μου.
20Aceasta să fie, din partea Domnului, plata vrăjmaşilor mei, şi a celor ce vorbesc cu răutate de mine!
21[] Αλλα συ, Κυριε Θεε, ενεργησον μετ' εμου δια το ονομα σου· επειδη ειναι αγαθον το ελεος σου, λυτρωσον με.
21Iar Tu, Doamne, Dumnezeule, lucrează pentru mine din pricina Numelui Tău, căci mare este bunătatea ta; izbăveşte-mă!
22Διοτι πτωχος και πενης ειμαι, και η καρδια μου ειναι πεπληγωμενη εντος μου.
22Sînt nenorocit şi lipsit, şi îmi e rănită inima înlăuntrul meu.
23Παρηλθον ως σκια, οταν εκκλινη· εκτιναζομαι ως η ακρις.
23Pier ca umbra gata să treacă, sînt izgonit ca o lăcustă.
24Τα γονατα μου ητονησαν απο της νηστειας και η σαρξ μου εξεπεσεν απο του παχους αυτης.
24Mi-au slăbit genunchii de post, şi mi s'a sleit trupul de slăbiciune.
25Και εγω εγεινα ονειδος εις αυτους· οτε με ειδον, εκινησαν τας κεφαλας αυτων.
25Am ajuns de ocară lor; cînd mă privesc ei, dau din cap.
26Βοηθησον μοι, Κυριε ο Θεος μου· σωσον με κατα το ελεος σου·
26Ajută-mi, Doamne, Dumnezeul meu! Scapă-mă prin bunătatea Ta!
27και ας γνωρισωσιν οτι η χειρ σου ειναι τουτο· οτι συ, Κυριε, εκαμες αυτο.
27Şi să ştie că mîna Ta, că Tu, Doamne, ai făcut lucrul acesta!
28Αυτοι θελουσι καταρασθαι, συ δε θελεις ευλογει· θελουσι σηκωθη, πλην θελουσι καταισχυνθη· ο δε δουλος σου θελει ευφραινεσθαι.
28Măcar că ei blastămă, Tu binecuvintează; măcar că se ridică ei împotriva mea, vor fi înfruntaţi, iar robul Tău se va bucura.
29Ας ενδυθωσιν εντροπην οι αντιδικοι μου· και ας φορεσωσιν ως επενδυμα την αισχυνην αυτων.
29Protivnicii mei să se îmbrace cu ocara, să se acopere cu ruşinea lor cum se acopăr cu o manta!
30Θελω δοξολογει σφοδρα τον Κυριον δια του στοματος μου, και εν μεσω πολλων θελω υμνολογει αυτον·
30Voi lăuda foarte mult cu gura mea pe Domnul, Îl voi mări în mijlocul mulţimii;
31Διοτι ισταται εν τη δεξια του πτωχου, δια να λυτρονη αυτον εκ των καταδικαζοντων την ψυχην αυτου.
31căci El stă la dreapta săracului, ca să -l izbăvească de cei ce -l osîndesc.