1[] <<Μασχιλ του Εθαν του Εζραιτου.>> Τα ελεη του Κυριου εις τον αιωνα θελω ψαλλει· δια του στοματος μου θελω αναγγελλει την αληθειαν σου εις γενεαν και γενεαν.
1(O cîntare a lui Etan, Ezrahitul.) Voi cînta totdeauna îndurările Domnului: voi spune din neam în neam, cu gura mea, credincioşia Ta.
2Διοτι ειπα, το ελεος σου θελει θεμελιωθη εις τον αιωνα· εν τοις ουρανοις θελεις στερεωσει την αληθειαν σου.
2Căci zic: ,,Îndurarea are temelii vecinice! Tare ca cerurile este credincioşia Ta!`` -
3Εκαμα διαθηκην μετα του εκλεκτου μου· ωμοσα προς Δαβιδ τον δουλον μου·
3,,Am făcut legămînt cu alesul Meu`` -zice Domnul-,,iată ce am jurat robului Meu David:
4Διαπαντος θελω στερεωσει το σπερμα σου, και θελω οικοδομησει τον θρονον σου εις γενεαν και γενεαν. Διαψαλμα.
4,,Îţi voi întări sămînţa pe vecie, şi' -n veci îţi voi aşeza scaunul de domnie.``
5[] Και οι ουρανοι θελουσιν υμνει τα θαυμασια σου, Κυριε· και η αληθεια σου θελει εξυμνεισθαι εν τη συναξει των αγιων.
5Cerurile laudă minunile Tale, Doamne, şi credincioşia Ta în adunarea sfinţilor!
6Διοτι τις εν τω ουρανω δυναται να εξισωθη με τον Κυριον; Τις μεταξυ των υιων των δυνατων δυναται να ομοιωθη με τον Κυριον;
6Căci, în cer, cine se poate asemăna cu Domnul? Cine este ca Tine între fiii lui Dumnezeu?
7Ο Θεος ειναι φοβερος σφοδρα εν τη βουλη των αγιων και σεβαστος εν πασι τοις κυκλω αυτου.
7Dumnezeu este înfricoşat în adunarea cea mare a sfinţilor, şi de temut pentru toţi ceice stau în jurul Lui.
8Κυριε Θεε των δυναμεων, τις ομοιος σου; δυνατος εισαι, Κυριε, και η αληθεια σου ειναι κυκλω σου.
8Doamne, Dumnezeul oştirilor, cine este puternic ca Tine, Doamne! Şi credincioşia Ta Te înconjoară.
9Συ δεσποζεις την επαρσιν της θαλασσης· οταν σηκονωνται τα κυματα αυτης, συ ταπεινονεις αυτα.
9Tu îmblînzeşti mîndria mării; cînd se ridică valurile ei, Tu le potoleşti.
10Συ συνετριψας την Ρααβ ως τραυματιαν· δια του βραχιονος της δυναμεως σου διεσκορπισας τους εχθρους σου.
10Tu ai zdrobit Egiptul ca pe un hoit, ai risipit pe vrăjmaşii Tăi prin puterea braţului Tău.
11Σου ειναι οι ουρανοι και σου η γη την οικουμενην και το πληρωμα αυτης, συ εθεμελιωσας αυτα.
11Ale Tale sînt cerurile şi pămîntul, Tu ai întemeiat lumea şi tot ce cuprinde ea.
12Τον βορραν και τον νοτον, συ εκτισας αυτους· Θαβωρ και Αερμων εις το ονομα σου θελουσιν αγαλλεσθαι.
12Tu ai făcut miazănoaptea şi miazăziua; Taborul şi Hermonul se bucură de Numele Tău.
13Εχεις ισχυρον τον βραχιονα· κραταια ειναι η χειρ σου· υψηλη η δεξια σου.
13Braţul tău este puternic, mîna Ta este tare, dreapta Ta este înălţată.
14Η δικαιοσυνη και η κρισις ειναι η βασις του θρονου σου· το ελεος και η αληθεια θελουσι προπορευεσθαι εμπροσθεν του προσωπου σου.
14Dreptatea şi judecata sînt temelia scaunului Tău de domnie; bunătatea şi credincioşia sînt înaintea Feţei Tale.
15[] Μακαριος ο λαος ο γινωσκων αλαλαγμον· θελουσι περιπατει, Κυριε, εν τω φωτι του προσωπου σου.
15Ferice de poporul, care cunoaşte sunetul trîmbiţei, care umblă în lumina Feţei Tale, Doamne!
16Εις το ονομα σου θελουσιν αγαλλεσθαι ολην την ημεραν· και εις την δικαιοσυνην σου θελουσιν υψωθη.
16El se bucură neîncetat de Numele Tău, şi se făleşte cu dreptatea Ta.
17Διοτι συ εισαι το καυχημα της δυναμεως αυτων· και δια της ευμενειας σου θελει υψωθη το κερας ημων.
17Căci Tu eşti fala puterii lui; şi, în bunăvoinţa Ta, ne ridici puterea noastră.
18Διοτι ο Κυριος ειναι η ασπις ημων· και ο Αγιος του Ισραηλ ο βασιλευς ημων.
18Căci Domnul este scutul nostru, Sfîntul lui Israel este împăratul nostru.
19[] Ελαλησας τοτε δι' οραματος προς τον οσιον σου και ειπας· εθεσα βοηθειαν επι τον δυνατον· υψωσα εκλεκτον εκ του λαου·
19Atunci ai vorbit într'o vedenie prea iubitului Tău, şi ai zis: ,,Am dat ajutorul Meu unui viteaz, am ridicat din mijlocul poporului un tînăr;
20Ευρηκα Δαβιδ τον δουλον μου· με το ελαιον το αγιον μου εχρισα αυτον·
20am găsit pe robul Meu David, şi l-am uns cu untdelemnul Meu cel sfînt.
21η χειρ μου θελει στερεονει αυτον· και ο βραχιων μου θελει ενδυναμονει αυτον.
21Mîna Mea îl va sprijini, şi braţul Meu îl va întări.
22δεν θελει υπερισχυσει εχθρος κατ' αυτου· ουδε υιος ανομιας θελει ταλαιπωρησει αυτον.
22Vrăjmaşul nu -l va prinde, şi cel rău nu -l va apăsa;
23Και θελω κατακοψει απ' εμπροσθεν αυτου τους εχθρους αυτου· και τους μισουντας αυτον θελω κατατροπωσει.
23ci voi zdrobi dinaintea lui pe protivnicii lui, şi voi lovi pe cei ce -l urăsc.
24Η δε αληθεια μου και το ελεος μου θελουσιν εισθαι μετ' αυτου· και εν τω ονοματι μου θελει υψωθη το κερας αυτου.
24Credincioşia şi bunătatea Mea vor fi cu el, şi tăria lui se va înălţa prin Numele Meu.
25Και θελω θεσει την χειρα αυτου επι την θαλασσαν, και επι τους ποταμους την δεξιαν αυτου.
25Voi da în mîna lui marea, şi în dreapta lui rîurile.
26Αυτος θελει κραξει προς εμε, Πατηρ μου εισαι, Θεος μου και πετρα της σωτηριας μου.
26El Îmi va zice: ,,Tu eşti Tatăl meu, Dumnezeul meu şi Stînca mîntuirii mele!``
27Εγω βεβαιως θελω καμει αυτον πρωτοτοκον μου, Υψιστον επι τους βασιλεις της γης.
27Iar Eu îl voi face întîiul născut, cel mai înalt dintre împăraţii pămîntului.
28Διαπαντος θελω φυλαττει εις αυτον το ελεος μου, και η διαθηκη μου θελει εισθαι στερεα μετ' αυτου.
28Îi voi păstra totdeauna bunătatea Mea, şi legămîntul Meu îi va fi neclintit.
29Και θελω καμει να διαμενη το σπερμα αυτου εις τον αιωνα, και ο θρονος αυτου ως αι ημεραι του ουρανου.
29Îi voi face vecinică sămînţa, şi scaunul lui de domnie ca zilele cerurilor.
30Εαν εγκαταλιπωσιν οι υιοι αυτου τον νομον μου και εις τας κρισεις μου δεν περιπατησωσιν·
30Dacă fiii lui vor părăsi Legea Mea, şi nu vor umbla după poruncile Mele,
31Εαν παραβωσι τα διαταγματα μου και δεν φυλαξωσι τας εντολας μου·
31dacă vor călca orînduirile Mele, şi nu vor păzi poruncile Mele,
32Τοτε θελω επισκεφθη με ραβδον τας παραβασεις αυτων και με πληγας τας παρανομιας αυτων.
32atunci le voi pedepsi fărădelegile cu nuiaua, şi nelegiuirile cu lovituri;
33Το ελεος μου ομως δεν θελω αφαιρεσει απ' αυτου, ουδε θελω ψευσθη κατα της αληθειας μου.
33dar nu-Mi voi îndepărta deloc bunătatea dela ei, şi nu-Mi voi face credincioşia de minciună;
34Δεν θελω παραβη την διαθηκην μου, ουδε θελω αθετησει ο, τι εξηλθεν εκ των χειλεων μου.
34nu-Mi voi călca legămîntul, şi nu voi schimba ce a ieşit de pe buzele mele.
35Απαξ ωμοσα εις την αγιοτητα μου, οτι δεν θελω ψευσθη προς τον Δαβιδ.
35Am jurat odată pe sfinţenia Mea: să mint Eu oare lui David?
36Το σπερμα αυτου θελει διαμενει εις τον αιωνα και ο θρονος αυτου ως ο ηλιος, ενωπιον μου·
36Sămînţa lui va dăinui în veci; scaunul lui de domnie va fi înaintea Mea ca soarele;
37Ως η σεληνη θελει στερεωθη εις τον αιωνα και μαρτυς πιστος εν τω ουρανω. Διαψαλμα.
37ca luna, va dăinui pe vecie, şi ca martorul credincios din cer. -(Oprire).
38[] Αλλα συ απεβαλες και εβδελυχθης, ωργισθης κατα του χριστου σου·
38Şi totuş, Tu l-ai îndepărtat, şi Te-ai mîniat pe unsul Tău;
39ηκυρωσας την διαθηκην του δουλου σου· εβεβηλωσας το διαδημα αυτου εως της γης.
39ai nesocotit legămîntul făcut cu robul Tău; i-ai doborît şi i-ai pîngărit cununa.
40Κατεβαλες παντας τους φραγμους αυτου· ηφανισας τα οχυρωματα αυτου·
40I-ai prăbuşit toate zidurile, şi i-ai dărîmat toate cetăţuile.
41διαρπαζουσιν αυτον παντες οι διαβαινοντες την οδον· κατεσταθη ονειδος εις τους γειτονας αυτου.
41Toţi trecătorii îl jăfuiesc, şi a ajuns de batjocura vecinilor lui.
42Υψωσας την δεξιαν των εναντιων αυτου· ευφρανας παντας τους εχθρους αυτου·
42Ai înălţat dreapta protivnicilor lui, ai înveselit pe toţi vrăjmaşii lui,
43ημβλυνας μαλιστα το κοπτερον της ρομφαιας αυτου και δεν εστερεωσας αυτον εν τη μαχη·
43ai făcut ca ascuţişul săbiei lui să dea înapoi, şi nu l-ai sprijinit în luptă.
44Επαυσας την δοξαν αυτου και τον θρονον αυτου ερριψας κατα γης.
44Ai pus capăt strălucirii lui, şi i-ai trîntit la pămînt scaunul de domnie;
45Ωλιγοστευσας τας ημερας της νεοτητος αυτου· ενεδυσας αυτον με αισχυνην. Διαψαλμα.
45i-ai scurtat zilele tinereţii, şi l-ai acoperit de ruşine. -(Oprire)
46Εως ποτε, Κυριε; θελεις κρυπτεσθαι διαπαντος; θελει καιεσθαι ως πυρ η οργη σου;
46Pînă cînd, Doamne, Te vei ascunde fără încetare, şi-Ţi va arde mînia ca focul?
47Μνησθητι ποσον βραχυς ειναι ο καιρος μου, εν τινι ματαιοτητι εποιησας παντας τους υιους των ανθρωπων.
47Adu-ţi aminte ce scurtă este viaţa mea, şi pentruce nimic ai făcut pe toţi fiii omului.
48Τις ανθρωπος θελει ζησει και δεν θελει ιδει θανατον; τις θελει λυτρωσει την ψυχην αυτου εκ της χειρος του αδου; Διαψαλμα.
48Este vreun om care să poată trăi şi să nu vadă moartea, care să poată să-şi scape sufletul din locuinţa morţilor? -
49Που ειναι τα ελεη σου τα αρχαια, Κυριε, τα οποια ωμοσας προς τον Δαβιδ εν τη αληθεια σου;
49Unde sînt, Doamne, îndurările Tale dintîi, pe cari le-ai jurat lui David, în credincioşia Ta?
50Μνησθητι, Κυριε, του ονειδισμου των δουλων σου, τον οποιον φερω εν τω κολπω μου υπο τοσουτων πολυαριθμων λαων·
50Adu-ţi aminte, Doamne, de ocara robilor Tăi, adu-ţi aminte că port în sîn ocara multor popoare;
51με τον οποιον ωνειδισαν οι εχθροι σου, Κυριε· με τον οποιον ωνειδισαν τα ιχνη του χριστου σου.
51adu-Ţi aminte de ocările vrăjmaşilor Tăi, Doamne; de ocările lor împotriva paşilor unsului Tău!
52Ευλογητος Κυριος εις τον αιωνα. Αμην, και αμην.
52Binecuvîntat să fie Domnul în veci! Amin! Amin!