1[] Και τινες κατελθοντες απο της Ιουδαιας εδιδασκον τους αδελφους, οτι εαν δεν περιτεμνησθε κατα το εθος του Μωυσεως, δεν δυνασθε να σωθητε.
1Некоторые, пришедшие из Иудеи, учили братьев: если не обрежетесь по обряду Моисееву, не можетеспастись.
2Γενομενης λοιπον αντιστασεως και συζητησεως ουκ ολιγης υπο του Παυλου και Βαρναβα προς αυτους, ενεκριναν να αναβη ο Παυλος και ο Βαρναβας και τινες αλλοι εξ αυτων προς τους αποστολους και πρεσβυτερους εις Ιερουσαλημ περι του ζητηματος τουτου.
2Когда же произошло разногласие и немалое состязание у Павла и Варнавы с ними, то положили Павлу и Варнаве и некоторым другим из них отправиться по сему делу к Апостолам ипресвитерам в Иерусалим.
3Εκεινοι λοιπον προπεμφθεντες υπο της εκκλησιας, διηρχοντο την Φοινικην και Σαμαρειαν, εκδιηγουμενοι την επιστροφην των εθνων, και επροξενουν χαραν μεγαλην εις παντας τους αδελφους.
3Итак, быв провожены церковью, они проходили Финикию и Самарию, рассказывая об обращении язычников, и производили радость великую во всех братиях.
4Οτε δε ηλθον εις Ιερουσαλημ, υπεδεχθησαν υπο της εκκλησιας και των αποστολων και των πρεσβυτερων, και ανηγγειλαν οσα ο Θεος εκαμε δι' αυτων.
4По прибытии же в Иерусалим они были приняты церковью, Апостолами и пресвитерами, и возвестили все, что Бог сотворил с ними и как отверз дверь веры язычникам.
5Εσηκωθησαν δε τινες των απο της αιρεσεως των Φαρισαιων, οιτινες ειχον πιστευσει, και ελεγον οτι πρεπει να περιτεμνωμεν αυτους και να παραγγελλωμεν να φυλαττωσι τον νομον του Μωυσεως.
5Тогда восстали некоторые из фарисейской ереси уверовавшие и говорили, что должно обрезывать язычников и заповедывать соблюдать закон Моисеев.
6[] Και συνηχθησαν οι αποστολοι και οι πρεσβυτεροι, δια να σκεφθωσι περι του πραγματος τουτου.
6Апостолы и пресвитеры собрались для рассмотрения сего дела.
7Μετα δε πολλην συζητησιν σηκωθεις ο Πετρος, ειπε προς αυτους· Ανδρες αδελφοι, σεις εξευρετε οτι απ' αρχης ο Θεος εξελεξε μεταξυ ημων δια του στοματος μου να ακουσωσι τα εθνη τον λογον του ευαγγελιου και να πιστευσωσι.
7По долгом рассуждении Петр, встав, сказал им: мужи братия! вы знаете, что Бог от дней первыхизбрал из нас меня , чтобы из уст моих язычники услышали слово Евангелия и уверовали;
8Και ο καρδιογνωστης Θεος εδωκεν εις αυτους μαρτυριαν, χαρισας εις αυτους το Πνευμα το Αγιον καθως και εις ημας,
8и Сердцеведец Бог дал им свидетельство, даровав им Духа Святаго, как и нам;
9και δεν εκαμεν ουδεμιαν διακρισιν μεταξυ ημων και αυτων, καθαρισας τας καρδιας αυτων δια της πιστεως.
9и не положил никакого различия между нами и ими, верою очистив сердца их.
10Τωρα λοιπον δια τι πειραζετε τον Θεον, επιβαλλοντες ζυγον εις τον τραχηλον των μαθητων, τον οποιον ουτε οι πατερες ημων ουτε ημεις δεν ηδυνηθημεν να βαστασωμεν;
10Что же вы ныне искушаете Бога, желая возложить на выи учеников иго, которого не могли понести ни отцы наши, ни мы?
11Αλλα δια της χαριτος του Κυριου Ιησου Χριστου πιστευομεν οτι θελομεν σωθη καθ' ον τροπον και εκεινοι.
11Но мы веруем, что благодатию Господа Иисуса Христа спасемся, как и они.
12Εσιωπησε δε παν το πληθος και ηκουον τον Βαρναβαν και τον Παυλον εξιστορουντας οσα σημεια και τερατα εκαμεν ο Θεος δι' αυτων μεταξυ των εθνων.
12Тогда умолкло все собрание и слушало Варнаву и Павла, рассказывавших, какие знамения и чудеса сотворил Бог через них среди язычников.
13Και αφου αυτοι εσιωπησαν, απεκριθη ο Ιακωβος, λεγων· Ανδρες αδελφοι, ακουσατε μου.
13После же того, как они умолкли, начал речь Иаков и сказал: мужи братия! послушайте меня.
14Ο Συμεων εφανερωσε τινι τροπω κατ' αρχας ο Θεος επεσκεφθη τα εθνη ωστε να λαβη εξ αυτων λαον δια το ονομα αυτου.
14Симон изъяснил, как Бог первоначально призрел на язычников, чтобы составить из них народ во имя Свое.
15Και με τουτο συμφωνουσιν οι λογοι των προφητων, καθως ειναι γεγραμμενον·
15И с сим согласны слова пророков, как написано:
16Μετα ταυτα θελω επιστρεψει και θελω ανοικοδομησει την σκηνην του Δαβιδ την πεπτωκυιαν, και τα κατηδαφισμενα αυτης θελω ανοικοδομησει και θελω ανορθωσει αυτην,
16Потом обращусь и воссоздам скинию Давидову падшую, и то, что в ней разрушено, воссоздам, и исправлю ее,
17δια να εκζητησωσι τον Κυριον οι λοιποι των ανθρωπων, και παντα τα εθνη, επι τα οποια καλειται το ονομα μου, λεγει Κυριος ο ποιων ταυτα παντα.
17чтобы взыскали Господа прочие человеки и все народы, между которыми возвестится имя Мое, говорит Господь,творящий все сие.
18Απ' αιωνος ειναι γνωστα εις τον Θεον παντα τα εργα αυτου.
18Ведомы Богу от вечности все дела Его.
19Οθεν εγω κρινω να μη παρενοχλωμεν τους απο των εθνων επιστρεφοντας εις τον Θεον,
19Посему я полагаю не затруднять обращающихся к Богу из язычников,
20αλλα να γραφωμεν προς αυτους να απεχωσιν απο των μιασματων των ειδωλων και απο της πορνειας και του πνικτου και του αιματος.
20а написать им, чтобы они воздерживались от оскверненного идолами, от блуда, удавленины и крови, и чтобы не делали другим того, чего не хотят себе.
21Διοτι ο Μωυσης απο γενεας αρχαιας εχει εν παση πολει τους κηρυττοντας αυτον εν ταις συναγωγαις, αναγινωσκομενος κατα παν σαββατον.
21Ибо закон Моисеев от древних родов по всем городам имеет проповедующих его и читается в синагогах каждую субботу.
22[] Τοτε εφανη ευλογον εις τους αποστολους και εις τους πρεσβυτερους μεθ' ολης της εκκλησιας να εκλεξωσιν εξ αυτων ανδρας και να πεμψωσιν εις Αντιοχειαν μετα του Παυλου και Βαρναβα, Ιουδαν τον επονομαζομενον Βαρσαβαν και Σιλαν, ανδρας προεστωτας μεταξυ των αδελφων,
22Тогда Апостолы и пресвитеры со всею церковью рассудили, избрав из среды себя мужей, послать их вАнтиохию с Павлом и Варнавою, именно : Иуду, прозываемого Варсавою, и Силу, мужей, начальствующих между братиями,
23και εγραψαν δια χειρος αυτων ταυτα· Οι αποστολοι και οι πρεσβυτεροι και οι αδελφοι προς τους εξ εθνων αδελφους τους κατα την Αντιοχειαν και Συριαν και Κιλικιαν, χαιρειν.
23написав и вручив им следующее: „Апостолы и пресвитерыи братия - находящимся в Антиохии, Сирии и Киликии братиям из язычников: радоваться.
24Επειδη ηκουσαμεν οτι τινες εξ ημων εξελθοντες σας εταραξαν με λογους και διαστρεφουσι τας ψυχας σας, λεγοντες να περιτεμνησθε και να φυλαττητε τον νομον, εις τους οποιους ημεις δεν παρηγγειλαμεν τουτο,
24Поелику мы услышали, что некоторые, вышедшие от нас,смутили вас своими речами и поколебали ваши души, говоря, что должно обрезываться и соблюдать закон, чего мы им не поручали,
25εφανη ευλογον εις ημας, συνελθοντας ομοθυμαδον, να εκλεξωμεν ανδρας και να πεμψωμεν προς εσας μετα των αγαπητων ημων Βαρναβα και Παυλου,
25то мы, собравшись, единодушно рассудили, избрав мужей, послать их к вам с возлюбленными нашими Варнавою и Павлом,
26ανθρωπων οιτινες παρεδωκαν τας ψυχας αυτων υπερ του ονοματος του Κυριου ημων Ιησου Χριστου.
26человеками, предавшими души свои за имя Господа нашего Иисуса Христа.
27Απεστειλαμεν λοιπον τον Ιουδαν και τον Σιλαν δια να σας απαγγειλωσι και αυτοι δια στοματος τα αυτα.
27Итак мы послали Иуду и Силу, которые изъяснят вам то же и словесно.
28Διοτι εφανη ευλογον εις το Αγιον Πνευμα και εις ημας να μη επιβαλλωμεν εις εσας μηδεν πλειοτερον βαρος εκτος των αναγκαιων τουτων,
28Ибо угодно Святому Духу и нам не возлагать на вас никакого бремени более, кроме сего необходимого:
29να απεχητε απο ειδωλοθυτων και αιματος και πνικτου και πορνειας· απο των οποιων φυλαττοντες εαυτους θελετε πραξει καλως. Ερρωσθε.
29воздерживаться от идоложертвенного и крови, и удавленины, и блуда, и не делать другим того, чего себе не хотите. Соблюдая сие, хорошо сделаете. Будьте здравы".
30Ουτοι μεν λοιπον απολυθεντες ηλθον εις Αντιοχειαν, και συναξαντες το πληθος ενεχειρησαν την επιστολην.
30Итак, отправленные пришли в Антиохию и, собрав людей, вручили письмо.
31Αναγνωσαντες δε αυτην, εχαρησαν δια την γενομενην παρηγοριαν.
31Они же, прочитав, возрадовались о сем наставлении.
32Ο Ιουδας δε και ο Σιλας, οντες και αυτοι προφηται, παρηγορησαν τους αδελφους δια λογων πολλων και επεστηριξαν αυτους.
32Иуда и Сила, будучи также пророками, обильным словом преподали наставление братиям и утвердили их.
33Και αφου διετριψαν εκει καιρον τινα, απεσταλησαν εν ειρηνη απο των αδελφων προς τους αποστολους.
33Пробыв там некоторое время, они с миром отпущены были братиями к Апостолам.
34Εις τον Σιλαν ομως εφανη ευλογον να μεινη ετι αυτου.
34Но Силе рассудилось остаться там.(А Иуда возвратился в Иерусалим.)
35Ο δε Παυλος και Βαρναβας διετριβον εν Αντιοχεια, διδασκοντες και κηρυττοντες μετα και αλλων πολλων τον λογον του Κυριου.
35Павел же и Варнава жили в Антиохии, уча и благовествуя, вместе с другими многими, слово Господне.
36[] Μετα δε τινας ημερας ειπεν ο Παυλος προς τον Βαρναβαν· Ας επιστρεψωμεν τωρα και ας επισκεφθωμεν τους αδελφους ημων κατα πασαν πολιν, εν αις εκηρυξαμεν τον λογον του Κυριου, πως εχουσι.
36По некотором времени Павел сказал Варнаве: пойдем опять, посетим братьев наших по всем городам,в которых мы проповедали слово Господне, как они живут.
37Και ο μεν Βαρναβας εστοχασθη να συμπαραλαβη τον Ιωαννην τον λεγομενον Μαρκον·
37Варнава хотел взять с собою Иоанна, называемого Марком.
38ο Παυλος ομως εκρινεν αξιον, τον αποχωρισθεντα απο αυτων απο της Παμφυλιας και μη συνακολουθησαντα αυτους εις το εργον, τουτον να μη συμπαραλαβωσι.
38Но Павел полагал не брать отставшегоот них в Памфилии и не шедшего с ними на дело, на которое они были посланы.
39Συνεβη λοιπον ερεθισμος, ωστε απεχωρισθησαν απ' αλληλων, και ο μεν Βαρναβας, παραλαβων τον Μαρκον, εξεπλευσεν εις Κυπρον.
39Отсюда произошло огорчение, так что они разлучились другс другом; и Варнава, взяв Марка, отплыл вКипр;
40Ο δε Παυλος, εκλεξας τον Σιλαν, εξηλθε, παραδοθεις υπο των αδελφων εις την χαριν του Θεου.
40а Павел, избрав себе Силу, отправился, быв поручен братиями благодати Божией,
41Και διηρχετο την Συριαν και Κιλικιαν, επιστηριζων τας εκκλησιας.
41и проходил Сирию и Киликию, утверждая церкви.