1[] Και εγεινε λογος Κυριου προς εμε, λεγων,
1И было ко мне слово Господне:
2Υιε ανθρωπου, συ κατοικεις εν μεσω οικου αποστατου, οιτινες οφθαλμους εχουσι δια να βλεπωσι, και δεν βλεπουσιν· ωτα εχουσι δια να ακουωσι, και δεν ακουουσι· διοτι ειναι οικος αποστατης.
2сын человеческий! ты живешь среди дома мятежного; у них есть глаза, чтобы видеть, а не видят; у них есть уши, чтобы слышать, а не слышат;потому что они – мятежный дом.
3Δια τουτο, συ, υιε ανθρωπου, ετοιμασον εις σεαυτον αποσκευην μετοικισμου, και μετοικισθητι την ημεραν ενωπιον αυτων· και θελεις μετοικισθη απο του τοπου σου εις αλλον τοπον ενωπιον αυτων· ισως προσεξωσιν, αν και ηναι οικος αποστατης.
3Ты же, сын человеческий, изготовь себе нужное для переселения, и среди дня переселяйся перед глазами их, и переселяйся с места твоего в другое место перед глазами их; может быть, они уразумеют, хотя они - дом мятежный;
4Και θελεις εκφερει την αποσκευην σου την ημεραν ενωπιον αυτων, ως αποσκευην μετοικισμου· και συ θελεις εξελθει το εσπερας ενωπιον αυτων, ως οι εξερχομενοι εις μετοικισμον.
4и вещи твои вынеси, как вещи нужные при переселении, днем, перед глазами их, и самвыйди вечером перед глазами их, как выходят для переселения.
5Ενωπιον αυτων καμε διορυγμα εν τω τοιχω και εκφερε δι' αυτου.
5Перед глазами их проломай себе отверстие в стене, и вынеси через него.
6Ενωπιον αυτων θελεις σηκωσει αυτην επ' ωμων, και θελεις εκφερει, ενω σκοταζει· θελεις σκεπασει το προσωπον σου και δεν θελεις ιδει την γην· διοτι σε εδωκα σημειον εις τον οικον Ισραηλ.
6Перед глазами их возьми ношу на плечо, впотьмах вынеси ее, лицетвое закрой, чтобы не видеть земли; ибо Я поставил тебя знамением домуИзраилеву.
7Και εκαμον ως προσεταχθην· εφερα εξω την αποσκευην μου την ημεραν ως αποσκευην μετοικισμου, και το εσπερας εκαμον εις εμαυτον διορυγμα εν τω τοιχω δια της χειρος· εξεφερα αυτην ενω εσκοταζεν, ενωπιον αυτων εσηκωσα αυτην επ' ωμων.
7И сделал я, как повелено было мне; вещи мои, как вещи нужные при переселении, вынес днем, а вечером проломал себе рукою отверстие в стене, впотьмах вынес ношу и поднял на плечо перед глазами их.
8Και το πρωι εγεινε λογος Κυριου προς εμε λεγων,
8И было ко мне слово Господне поутру:
9Υιε ανθρωπου, ο οικος Ισραηλ, ο οικος ο αποστατης, δεν ειπε προς σε, Συ τι καμνεις;
9сын человеческий! не говорил ли тебе дом Израилев, дом мятежный:„что ты делаешь?"
10ειπε προς αυτους, Ουτω λεγει Κυριος ο Θεος· Το φορτιον τουτο αποβλεπει τον αρχοντα τον εν Ιερουσαλημ και απαντα τον οικον Ισραηλ, οιτινες ειναι μεταξυ αυτων.
10Скажи им: так говорит Господь Бог: это – предвещание для начальствующего в Иерусалиме и для всего дома Израилева, который находится там.
11Ειπε, Εγω ειμαι το σημειον σας· καθως εγω εκαμον, ουτω θελει γεινει εις αυτους· εις μετοικεσιαν και εις αιχμαλωσιαν θελουσιν υπαγει.
11Скажи: я знамение для вас; что делаю я, то будет с ними, – в переселение, в плен пойдут они.
12Και ο αρχων ο μεταξυ αυτων θελει φορτωθη επ' ωμων, ενω σκοταζει, και θελει εκφερει· θελουσι διορυξει τον τοιχον δια να εκφερωσι δι' αυτου· θελει σκεπασει το προσωπον αυτου, δια να μη ιδη την γην με τους οφθαλμους αυτου.
12И начальствующий, который среди них, впотьмах поднимет ношу на плечо и выйдет. Стену проломают, чтобы отправить его через нее; он закроет лице свое, так что не увидит глазами земли сей.
13Θελω ομως εξαπλωσει το δικτυον μου επ' αυτον, και θελει πιασθη εις τα βροχια μου· και θελω φερει αυτον εις την Βαβυλωνα, την γην των Χαλδαιων· αλλα δεν θελει ιδει αυτην και εκει θελει αποθανει.
13И раскину на него сеть Мою, и будет пойман в тенета Мои, и отведу его в Вавилон, в землю Халдейскую, но он не увидит ее, и там умрет.
14Και θελω διασπειρει εις παντα ανεμον παντας τους περι αυτον δια να βοηθωσιν αυτον και πασας τας δυναμεις αυτου· και θελω γυμνωσει μαχαιραν οπισθεν αυτων.
14А всех, которые вокруг него, споборников его и все войско его развею по всем ветрам, и обнажу вслед их меч.
15Και θελουσι γνωρισει οτι εγω ειμαι ο Κυριος, οταν διασκορπισω αυτους μεταξυ των εθνων και διασπειρω αυτους εις τους τοπους.
15И узнают, что Я Господь, когда рассею их по народам и развею их поземлям.
16Θελω ομως αφησει ολιγους τινας εξ αυτων απο της ρομφαιας, απο της πεινης και απο του λοιμου, δια να διηγωνται παντα τα βδελυγματα αυτων μεταξυ των εθνων, οπου υπαγωσι· και θελουσι γνωρισει οτι εγω ειμαι ο Κυριος.
16Но небольшое число их Я сохраню от меча, голода иязвы, чтобы они рассказали у народов, к которым пойдут, о всех своих мерзостях; и узнают, что Я Господь.
17[] Και εγεινε λογος Κυριου προς εμε, λεγων,
17И было ко мне слово Господне:
18Υιε ανθρωπου, φαγε τον αρτον σου μετα τρομου και πιε το υδωρ σου μετα φρικης και αγωνιας.
18сын человеческий! хлеб твой ешь с трепетом, и воду твою пей с дрожанием и печалью.
19Και ειπε προς τον λαον της γης, Ουτω λεγει Κυριος ο Θεος περι των κατοικων της Ιερουσαλημ και περι της γης του Ισραηλ. Θελουσι φαγει τον αρτον αυτων μετα αγωνιας και θελουσι πιει το υδωρ αυτων μετα εκστασεως· διοτι η γη αυτης θελει ερημωθη απο του πληρωματος αυτης, δια την ανομιαν παντων των κατοικουντων εν αυτη·
19И скажи народу земли: так говорит Господь Бог о жителях Иерусалима, о земле Израилевой: они хлеб свой будут есть с печалью и воду свою будут пить в унынии, потому чтоземля его будет лишена всего изобилия своего за неправды всех живущих на ней.
20και αι πολεις αι κατοικουμεναι θελουσιν ερημωθη και η γη θελει αφανισθη, και θελετε γνωρισει οτι εγω ειμαι ο Κυριος.
20И будут разорены населенные города, и земля сделается пустою, и узнаете, что Я Господь.
21[] Και εγεινε λογος Κυριου προς εμε, λεγων,
21И было ко мне слово Господне:
22Υιε ανθρωπου, τις αυτη η παροιμια, την οποιαν εχετε εν γη Ισραηλ, λεγοντες, Αι ημεραι μακρυνονται και πασα ορασις εχαθη;
22сын человеческий! что за поговорка у вас, в земле Израилевой: „много дней пройдет, и всякое пророческое видение исчезнет"?
23Ειπε δια τουτο προς αυτους, Ουτω λεγει Κυριος ο Θεος· Θελω καμει την παροιμιαν ταυτην να παυση, και πλεον δεν θελουσι παροιμιαζεσθαι αυτην εν τω Ισραηλ· αλλ' ειπε προς αυτους, Πλησιαζουσιν αι ημεραι και η εκπληρωσις πασης ορασεως·
23Посему скажи им: так говорит Господь Бог: уничтожу эту поговорку, и не будут уже употреблять такой поговорки у Израиля; но скажи им: близки дни и исполнение всякого видения пророческого.
24διοτι δεν θελει εισθαι πλεον ουδεμια ορασις ψευδης ουδε μαντευμα κολακευτικον εν μεσω του οικου Ισραηλ.
24Ибо уже не останется втуне никакое видение пророческое, и ни одно предвещание не будет ложным в доме Израилевом.
25Διοτι εγω ειμαι ο Κυριος· εγω θελω λαλησει και ο λογος τον οποιον θελω λαλησει θελει εκτελεσθη· δεν θελει πλεον μακρυνθη· διοτι εν ταις ημεραις υμων, οικος αποστατης, θελω λαλησει λογον και εκτελεσει αυτον, λεγει Κυριος ο Θεος.
25Ибо Я Господь, Я говорю; и слово, которое Я говорю, исполнится, ине будет отложено; в ваши дни, мятежный дом, Я изрек слово, и исполню его, говорит Господь Бог.
26Και εγεινε λογος Κυριου προς εμε, λεγων,
26И было ко мне слово Господне:
27Υιε ανθρωπου, ιδου, ο οικος Ισραηλ λεγουσιν, Η ορασις, την οποιαν ουτος βλεπει, εκτεινεται εις ημερας πολλας και προφητευει περι χρονων μακρων.
27сын человеческий! вот, дом Израилев говорит: „пророческое видение, которое видел он, сбудется после многих дней, и он пророчествует об отдаленных временах".
28Δια τουτο ειπε προς αυτους, Ουτω λεγει Κυριος ο Θεος· Ουδεις των λογων μου θελει πλεον μακρυνθη αλλ' ο λογος τον οποιον ελαλησα θελει εκτελεσθη, λεγει Κυριος ο Θεος.
28Посему скажи им: так говорит Господь Бог: ни одно из слов Моих уже не будет отсрочено, но слово, которое Я скажу, сбудется, говорит Господь Бог.