1[] Διοτι ο Κυριος θελει ελεησει τον Ιακωβ, και θελει ετι εκλεξει τον Ισραηλ και καταστησει αυτους εν τη γη αυτων· και οι ξενοι θελουσιν ενωθη μετ' αυτων και θελουσι προσκολληθη εις τον οικον του Ιακωβ.
1Близко время его, и не замедлят дни его, ибо помилует ГосподьИакова и снова возлюбит Израиля; и поселит их на земле их, и присоединятся к ним иноземцы и прилепятся к дому Иакова.
2Και οι λαοι θελουσι λαβει αυτους και φερει αυτους εις τον τοπον αυτων· και ο οικος του Ισραηλ θελει κληρονομησει αυτους εν τη γη του Κυριου δια δουλους και δουλας· και θελουσιν εισθαι αιχμαλωτοι αυτων οι αιχμαλωτισαντες αυτους, και θελουσι γεινει κυριοι των καταθλιβοντων αυτους.
2И возьмут их народы, и приведут на место их, и дом Израиля усвоит их себе на земле Господней рабами и рабынями, и возьмет в плен пленивших его, и будет господствовать над угнетателями своими.
3Και καθ' ην ημεραν ο Κυριος θελει σε αναπαυσει απο της θλιψεως σου και απο του φοβου σου και απο της σκληρας δουλειας, εις την οποιαν ησο καταδεδουλωμενος,
3И будет в тот день: когда Господь устроит тебя от скорби твоей и от страха и от тяжкого рабства, которому ты порабощен был,
4[] θελεις μεταχειρισθη την παροιμιαν ταυτην κατα του βασιλεως της Βαβυλωνος, λεγων, Πως επαυθη ο καταδυναστης· πως επαυθη η φορολογος του χρυσιου.
4ты произнесешь победную песнь на царя Вавилонского и скажешь: как не стало мучителя, пресеклось грабительство!
5Ο Κυριος συνετριψε την ραβδον των ασεβων, το σκηπτρον των δυναστων.
5Сокрушил Господь жезл нечестивых, скипетр владык,
6Ο πατασσων εν θυμω τον λαον με ακαταπαυστον κτυπημα, ο δεσποζων εν οργη επι τα εθνη, καταδιωκεται, και ουδεις ο κωλυων.
6поражавший народы в ярости ударами неотвратимыми, во гневегосподствовавший над племенами с неудержимым преследованием.
7Πασα η γη αναπαυεται, ησυχαζει· εκφωνουσιν ασματα αγαλλιασεως.
7Вся земля отдыхает, покоится, восклицает от радости;
8Χαιρουσιν επι σε και αι ελατοι, αι κεδροι του Λιβανου, λεγουσαι, Αφου συ εκοιμηθης, δενδροτομος δεν ανεβη εφ' ημας.
8и кипарисы радуются о тебе, и кедры ливанские, говоря : „с тех пор, как ты заснул, никто не приходит рубить нас".
9Ο αδης κατωθεν εκινηθη δια σε, δια να απαντηση την ελευσιν σου· δια σε εξηγειρε τους νεκρους, παντας τους ηγεμονας της γης· εσηκωσεν εκ των θρονων αυτων παντας τους βασιλεις των εθνων.
9Ад преисподний пришел в движение ради тебя, чтобы встретить тебя при входе твоем; пробудил для тебя Рефаимов, всех вождей земли; поднял всех царей языческих с престолов их.
10Παντες ουτοι θελουσιν αποκριθη και ειπει προς σε, Και συ εγεινες αδυνατος, καθως ημεις; κατεσταθης ομοιος ημων;
10Все они будут говорить тебе: и ты сделался бессильным, как мы! и ты стал подобен нам!
11Η μεγαλαυχια σου κατηνεχθη εις τον ταφον και ο θορυβος των μουσικων σου οργανων· ο σκωληξ ειναι εστρωμενος υποκατω σου και οι σκωληκες σε σκεπαζουσι·
11В преисподнюю низвержена гордыня твоя со всем шумом твоим; под тобою подстилается червь, и черви – покров твой.
12πως επεσες εκ του ουρανου, Εωσφορε, υιε της αυγης· συνετριφθης κατα γης, συ ο καταπατων τα εθνη.
12Как упал ты с неба, денница, сын зари! разбился о землю, попиравший народы.
13Συ δε ελεγες εν τη καρδια σου, Θελω αναβη εις τον ουρανον, θελω υψωσει τον θρονον μου υπερανω των αστρων του Θεου· και θελω καθησει επι το ορος της συναξεως, προς τα μερη του βορρα·
13А говорил в сердце своем: „взойду на небо, выше звезд Божиих вознесу престол мой и сяду на горе в сонме богов, на краю севера;
14θελω αναβη επι τα υψη των νεφελων· θελω εισθαι ομοιος του Υψιστου.
14взойду на высоты облачные, буду подобен Всевышнему".
15Εις τον αδην ομως θελεις καταβη, εις τα βαθη του λακκου.
15Но ты низвержен в ад, в глубины преисподней.
16Οι βλεποντες σε θελουσιν ενατενισει προς σε, θελουσι σε παρατηρει, λεγοντες, ουτος ειναι ο ανθρωπος ο ποιων την γην να τρεμη, ο σειων τα βασιλεια;
16Видящие тебя всматриваются в тебя, размышляют о тебе: „тот ли это человек, который колебал землю, потрясал царства,
17Ο ερημονων την οικουμενην και καταστρεφων τας πολεις αυτης; ο μη απολυων εις τας οικιας αυτων τους δεσμιους αυτου;
17вселенную сделал пустынею и разрушал города ее, пленников своих неотпускал домой?"
18Παντες οι βασιλεις των εθνων, παντες αναπαυονται εν δοξη, εκαστος εν τη οικια αυτου·
18Все цари народов, все лежат с честью, каждый в своей усыпальнице;
19συ δε απερριφθης του ταφου σου ως κλαδος βδελυκτος, ιματιον κεκεντημενων, πεφονευμενων εν μαχαιρα, καταβαινοντων εις τας πετρας του λακκου· ως πτωμα καταπατουμενον.
19а ты повержен вне гробницы своей, как презренная ветвь, как одежда убитых, сраженных мечом, которых опускают в каменные рвы, – ты, как попираемый труп,
20Δεν θελεις ενωθη μετ' αυτων εις ενταφιασμον, διοτι ηφανισας την γην σου, εφονευσας τον λαον σου· το σπερμα των κακοποιων ουδεποτε θελει ονομασθη.
20не соединишься с ними в могиле; ибо ты разорил землю твою, убилнарод твой: во веки не помянется племя злодеев.
21Ετοιμασατε σφαγην εις τα τεκνα αυτου δια την ανομιαν των πατερων αυτων, δια να μη σηκωθωσι και κληρονομησωσι την γην, και γεμισωσι το προσωπον της οικουμενης απο πολεων.
21Готовьте заклание сыновьям его за беззаконие отца их, чтобы не восстали и не завладели землею и не наполнили вселенной неприятелями.
22Διοτι θελω σηκωθη εναντιον αυτων, λεγει ο Κυριος των δυναμεων· και θελω εξαλειψει απο της Βαβυλωνος το ονομα και το υπολοιπον και υιον και εκγονον, λεγει Κυριος.
22И восстану на них, говорит Господь Саваоф, и истреблю имя Вавилона и весь остаток, и сына и внука, говорит Господь.
23Και θελω καταστησει αυτην κληρονομιαν εχινων και λιμνας υδατων· και θελω σαρωσει αυτην με το σαρωθρον της απωλειας, λεγει ο Κυριος των δυναμεων.
23И сделаю его владением ежей и болотом, и вымету его метлою истребительною, говорит Господь Саваоф.
24[] Ωμοσεν ο Κυριος των δυναμεων, λεγων, Εξαπαντος καθως εβουλευθην, ουτω θελει γεινει· και καθως απεφασισα, ουτω θελει μεινει,
24С клятвою говорит Господь Саваоф: как Я помыслил, так и будет; какЯ определил, так и состоится,
25να συντριψω τον Ασσυριον εν τη γη μου και να καταπατησω αυτον επι των ορεων μου· τοτε ο ζυγος αυτου θελει σηκωθη απ' αυτων και το φορτιον αυτου θελει αφαιρεθη απο των ωμων αυτων.
25чтобы сокрушить Ассура в земле Моей и растоптать его на горах Моих; и спадет с них ярмо его, и снимется бремя его с рамен их.
26Αυτη ειναι η βουλη η βεβουλευμενη καθ' ολης της γης· και αυτη η χειρ η εξηπλωμενη επι παντα τα εθνη.
26Таково определение, постановленное о всей земле, и вот рука, простертая на все народы,
27Διοτι ο Κυριος των δυναμεων απεφασισε και τις θελει αναιρεσει; και η χειρ αυτου εξηπλωθη και τις θελει αποστρεψει αυτην;
27ибо Господь Саваоф определил, и кто может отменить это? рука Его простерта, – и кто отвратит ее?
28Εν τω ετει, καθ' ο απεθανεν ο βασιλευς Αχαζ, εγεινεν αυτη η ορασις.
28В год смерти царя Ахаза было такое пророческое слово:
29Μη χαιρε, Παλαιστινη πασα, διοτι συνετριφθη η ραβδος του παταξαντος σε· επειδη εκ της ριζης του οφεως θελει εξελθει βασιλισκος, και ο καρπος αυτου θελει εισθαι φλογερος πετωμενος οφις.
29не радуйся, земля Филистимская, что сокрушен жезл, который поражал тебя, ибо из корня змеиного выйдет аспид, и плодом его будет летучий дракон.
30Και οι πρωτοτοκοι του πτωχου θελουσι τραφη και οι ενδεεις θελουσιν αναπαυεσθαι εν ασφαλεια· και θελω θανατωσει την ριζαν σου με πειναν, και θελω φονευσει το υπολοιπον σου.
30Тогда беднейшие будут накормлены, и нищие будут покоиться в безопасности; а твой корень уморю голодом, и он убьетостаток твой.
31Ολολυζε, πυλη· βοα, πολις· εχαθης, Παλαιστινη πασα· διοτι ερχεται καπνος απο βορρα, και ουδε εις θελει λειψει απο της εκστρατευσεως αυτου εν τοις ωρισμενοις καιροις.
31Рыдайте, ворота! вой голосом, город! Распадешься ты, вся земляФилистимская, ибо от севера дым идет, и нет отсталого в полчищах их.
32Και τις αποκρισις θελει δοθη εις τους πρεσβεις των εθνων; Οτι ο Κυριος εθεμελιωσε την Σιων, και επ' αυτην θελουσιν ελπιζει οι πτωχοι του λαου αυτου.
32Что же скажут вестники народа? – То, что Господь утвердил Сион,и в нем найдут убежище бедные из народа Его.