1[] Η κατα Δαμασκου ορασις. Ιδου, η Δαμασκος πεπαυμενη του να ηναι πολις, και θελει εισθαι σωρος ερειπιων.
1Пророчество о Дамаске. – Вот, Дамаск исключается из числа городов и будет грудою развалин.
2Αι πολεις της Αροηρ εγκατελειφθησαν· θελουσιν εισθαι δια τα ποιμνια, τα οποια θελουσιν αναπαυεσθαι εκει, και δεν θελει εισθαι ο φοβιζων.
2Города Ароерские будут покинуты, – останутся для стад, которые будут отдыхать там, и некому будет пугать их.
3Και θελει εκλειψει απο του Εφραιμ η βοηθεια και το βασιλειον απο της Δαμασκου, και το υπολοιπον της Συριας θελει γεινει ως η δοξα των υιων του Ισραηλ, λεγει ο Κυριος των δυναμεων.
3Не станет твердыни Ефремовой и царства Дамасского с остальною Сириею; с ними будет то же, что со славою сынов Израиля, говорит Господь Саваоф.
4Και εν τη ημερα εκεινη η δοξα του Ιακωβ θελει σμικρυνθη και το παχος της σαρκος αυτου θελει ισχνωθη.
4И будет в тот день: умалится слава Иакова, и тучное тело его сделается тощим.
5Και θελει εισθαι, ως οταν ο θεριστης συναγη τον σιτον και θεριζη τα ασταχυα δια του βραχιονος αυτου· και θελει εισθαι ως ο συναγων ασταχυα εν τη κοιλαδι Ραφαειμ.
5То же будет, что по собрании хлеба жнецом, когда рука его пожнет колосья, и когда соберут колосья в долине Рефаимской.
6[] Θελουσιν ομως μεινει εν αυτη ρωγες, ως εν τω τιναγμω της ελαιας, δυο τρεις ελαιαι επι της κορυφης των υψηλοτερων κλαδων, τεσσαρες πεντε επι των μακροτερων αυτης καρποφορων κλαδων, λεγει Κυριος ο Θεος του Ισραηλ.
6И останутся у него, как бывает при обивании маслин, две-три ягоды на самой вершине, или четыре-пять на плодоносных ветвях, говорит Господь, Бог Израилев.
7Εν εκεινη τη ημερα ο ανθρωπος θελει αναβλεψει προς τον Ποιητην αυτου και οι οφθαλμοι αυτου θελουσιν ενατενισει προς τον Αγιον του Ισραηλ.
7В тот день обратит человек взор свой к Творцу своему, и глаза его будут устремлены к Святому Израилеву;
8Και δεν θελει αναβλεψει προς τους βωμους, το εργον των χειρων αυτου, ουδε θελει σεβασθη εκεινο το οποιον εκαμον οι δακτυλοι αυτου, ουτε τα αλση ουτε τα ειδωλα.
8и не взглянет на жертвенники, на дело рук своих, и не посмотрит на то, что сделали персты его, на кумиры Астарты и Ваала.
9[] Εν εκεινη τη ημερα αι οχυραι πολεις αυτου θελουσιν εισθαι ως εγκαταλελειμμενος κλαδος και ακροτατον κλωναριον, το οποιον αφηκαν εξ αιτιας των υιων του Ισραηλ· και θελει εισθαι ερημωσις.
9В тот день укрепленные города его будут, как развалины в лесах и на вершинах гор,оставленные пред сынами Израиля, – и будет пусто.
10Επειδη ελησμονησας τον Θεον της σωτηριας σου και δεν ενεθυμηθης τον βραχον της δυναμεως σου, δια τουτο θελεις φυτευσει ευαρεστα φυτα, και θελεις καμει την εμφυτευσιν με ξενα βλαστηματα·
10Ибо ты забыл Бога спасения твоего, и не воспоминал о скале прибежища твоего; от того развел увеселительные сады и насадил черенки от чужой лозы.
11την ημεραν θελεις καμει το φυτον σου να αυξηθη, και το πρωι θελεις καμει τον σπορον σου να ανθηση πλην το θερος θελει διαρπαχθη, εν τη ημερα του πονου και της απηλπισμενης θλιψεως.
11В день насаждения твоего ты заботился, чтобы оно росло и чтобы посеянное тобою рано расцвело; но в день собирания не куча жатвы будет, но скорбь жестокая.
12[] Ουαι εις το πληθος πολλων λαων, οιτινες καμνουσι ταραχην ως την ταραχην των θαλασσων· και εις τον θορυβον των εθνων, τα οποια θορυβουσιν ως θορυβον υδατων πολλων.
12Увы! шум народов многих! шумят они, как шумит море. Рев племен! они ревут, как ревут сильные воды.
13Τα εθνη θελουσι θορυβησει ως θορυβον υδατων πολλων· αλλ' ο Θεος θελει ελεγξει αυτα, και θελουσι φυγει μακραν και θελουσιν εκδιωχθη, ως το αχυρον των βουνων εμπροσθεν του ανεμου και ως κονιορτος εμπροσθεν του ανεμοστροβιλου.
13Ревут народы, как ревут сильные воды; но Он погрозил им и онидалеко побежали, и были гонимы, как прах по горам от ветра и как пыль от вихря.
14Προς το εσπερας, ιδου, ταραχη· και πριν της αυγης δεν υπαρχει. Αυτη ειναι η μερις των λεηλατουντων ημας και ο κληρος των διαρπαζοντων ημας.
14Вечер – и вот ужас! и прежде утра уже нет его. Такова участь грабителей наших, жребий разорителей наших.