Greek: Modern

Russian 1876

Isaiah

53

1[] Τις επιστευσεν εις το κηρυγμα ημων; και ο βραχιων του Κυριου εις τινα απεκαλυφθη;
1Кто поверил слышанному от нас, и кому открылась мышца Господня?
2διοτι ανεβη ενωπιον αυτου ως τρυφερον φυτον και ως ριζα απο ξηρας γης· δεν εχει ειδος ουδε καλλος· και ειδομεν αυτον και δεν ειχεν ωραιοτητα ωστε να επιθυμωμεν αυτον.
2Ибо Он взошел пред Ним, как отпрыск и как росток из сухой земли; нет в Нем ни вида, ни величия; и мы видели Его, и не было в Нем вида, который привлекал бы нас к Нему.
3Καταπεφρονημενος και απερριμμενος υπο των ανθρωπων· ανθρωπος θλιψεων και δοκιμος ασθενειας· και ως ανθρωπος απο του οποιου αποστρεφει τις το προσωπον, κατεφρονηθη και ως ουδεν ελογισθημεν αυτον.
3Он был презрен и умален пред людьми, муж скорбей и изведавший болезни, и мы отвращали от Него лице свое; Он был презираем, и мы ни во что ставили Его.
4[] Αυτος τωοντι τας ασθενειας ημων εβαστασε και τας θλιψεις ημων επεφορτισθη· ημεις δε ενομισαμεν αυτον τετραυματισμενον, πεπληγωμενον υπο Θεου και τεταλαιπωρημενον.
4Но Он взял на Себя наши немощи и понес наши болезни; а мы думали, что Он был поражаем, наказуем и уничижен Богом.
5Αλλ' αυτος ετραυματισθη δια τας παραβασεις ημων, εταλαιπωρηθη δια τας ανομιας ημων· η τιμωρια, ητις εφερε την ειρηνην ημων, ητο επ' αυτον· και δια των πληγων αυτου ημεις ιαθημεν.
5Но Он изъязвлен был за грехи наши и мучим за беззакония наши; наказание мира нашего было на Нем, и ранами Его мы исцелились.
6Παντες ημεις επλανηθημεν ως προβατα· εστραφημεν εκαστος εις την οδον αυτου· και ο Κυριος εθεσεν επ' αυτον την ανομιαν παντων ημων.
6Все мы блуждали, как овцы, совратились каждый на свою дорогу: и Господь возложил на Него грехи всех нас.
7Αυτος ητο κατατεθλιμμενος και βεβασανισμενος αλλα δεν ηνοιξε το στομα αυτου· εφερθη ως αρνιον επι σφαγην, και ως προβατον εμπροσθεν του κειροντος αυτο αφωνον, ουτω δεν ηνοιξε το στομα αυτου.
7Он истязуем был, но страдал добровольно и не открывал уст Своих; как овца, веден был Он на заклание, и какагнец пред стригущим его безгласен, так Он не отверзал уст Своих.
8Απο καταθλιψεως και κρισεως ανηρπαχθη· την δε γενεαν αυτου τις θελει διηγηθη; διοτι εσηκωθη απο της γης των ζωντων· δια τας παραβασεις του λαου μου ετραυματισθη.
8От уз и суда Он был взят; но род Его кто изъяснит? ибо Он отторгнут от земли живых; за преступления народа Моего претерпел казнь.
9Και ο ταφος αυτου διωρισθη μετα των κακουργων· πλην εις τον θανατον αυτου εσταθη μετα του πλουσιου· διοτι δεν εκαμεν ανομιαν ουδε ευρεθη δολος εν τω στοματι αυτου.
9Ему назначали гроб со злодеями, но Он погребен у богатого, потому что не сделал греха, и не было лжи в устах Его.
10[] Αλλ' ο Κυριος ηθελησε να βασανιση αυτον· εταλαιπωρησεν αυτον. Αφου ομως δωσης την ψυχην αυτου προσφοραν περι αμαρτιας, θελει ιδει εκγονα, θελει μακρυνει τας ημερας αυτου, και το θελημα του Κυριου θελει ευοδωθη εν τη χειρι αυτου.
10Но Господу угодно было поразить Его, и Он предал Его мучению; когда же душа Его принесет жертву умилостивления, Он узрит потомство долговечное, и воля Господня благоуспешно будет исполняться рукоюЕго.
11Θελει ιδει τους καρπους του πονου της ψυχης αυτου και θελει χορτασθη· ο δικαιος δουλος μου θελει δικαιωσει πολλους δια της επιγνωσεως αυτου· διοτι αυτος θελει βαστασει τας ανομιας αυτων.
11На подвиг души Своей Он будет смотреть с довольством; чрез познание Его Он, Праведник, Раб Мой, оправдает многих и грехи их на Себе понесет.
12Δια τουτο θελω δωσει εις αυτον μεριδα μετα των μεγαλων και τους ισχυρους θελει μοιρασθη λαφυρον, διοτι παρεδωκε την ψυχην αυτου εις θανατον και μετα ανομων ελογισθη και αυτος εβαστασε τας αμαρτιας πολλων και θελει μεσιτευσει υπερ των ανομων.
12Посему Я дам Ему часть между великими, и с сильными будет делить добычу, за то, что предал душу Свою на смерть, и к злодеям причтен был, тогда как Он понес на Себе грех многих и за преступников сделался ходатаем.