Greek: Modern

Russian 1876

Jeremiah

12

1[] Δικαιος εισαι Κυριε, οταν δικολογωμαι μετα σου· πλην ας διαλεχθω μετα σου περι των κρισεων σου· διατι η οδος των ασεβων ευοδουται; δια τι ευημερουσι παντες οι φερομενοι απιστως;
1Праведен будешь Ты, Господи, если я стану судиться с Тобою; и однако жебуду говорить с Тобою о правосудии: почему путь нечестивых благоуспешен, и все вероломные благоденствуют?
2Εφυτευσας αυτους, μαλιστα ερριζωθησαν· αυξανουσι, μαλιστα καρποφορουσι· συ εισαι πλησιον του στοματος αυτων και μακραν απο των νεφρων αυτων.
2Ты насадил их, и они укоренились, выросли и приносят плод. В устах их Ты близок, но далек от сердца их.
3Αλλα συ, Κυριε, με γνωριζεις· με ειδες και εδοκιμασας την καρδιαν μου ενωπιον σου· συρε αυτους ως προβατα δια σφαγην και ετοιμασον αυτους δια την ημεραν της σφαγης.
3А меня, Господи, Ты знаешь, видишь меня и испытываешь сердце мое,каково оно к Тебе. Отдели их, как овец на заклание, и приготовь их на день убиения.
4Εως ποτε θελει πενθει η γη, και ο χορτος παντος αγρου θελει ξηραινεσθαι δια την κακιαν των κατοιουντων εν αυτη; Ηφανισθησαν τα κτηνη και τα πτηνα, διοτι ειπον, δεν θελει ιδει τα εσχατα ημων.
4Долго ли будет сетовать земля, и трава на всех полях –сохнуть? скот и птицы гибнут за нечестие жителей ее, ибо они говорят: „Он не увидит, что с нами будет".
5Εαν τρεξης μετα των πεζων και σε καμωσι να ατονησης, τοτε πως θελεις αντιπαραταχθη προς τους ιππους; και εαν απεκαμες εν τη γη της ειρηνης, εφ' ην ηλπιζες, τοτε πως θελεις καμει εις το φρυαγμα του Ιορδανου;
5Если ты с пешими бежал, и они утомили тебя, как же тебе состязаться с конями? и если в стране мирной ты был безопасен, то что будешь делать в наводнение Иордана?
6Διοτι και οι αδελφοι σου και ο οικος του πατρος σου και αυτοι εφερθησαν απιστως προς σε· ναι, αυτοι εβοησαν οπισθεν σου μεγαλοφωνως· μη πιστευσης αυτους, και αν λαλησωσι καλα προς σε.
6Ибо и братья твои и дом отца твоего, и они вероломно поступают с тобою, и они кричат вслед тебя громким голосом. Не верь им, когда ониговорят тебе и доброе.
7[] Εγκατελιπον τον οικον μου, αφηκα την κληρονομιαν μου, εδωκα την ηγαπημενην της ψυχης μου εις τας χειρας των εχθρων αυτης.
7Я оставил дом Мой; покинул удел Мой; самое любезное для души Моейотдал в руки врагов его.
8Η κληρονομια μου εγεινεν εις εμε ως λεων εν δρυμω· εξεπεμψε την φωνην αυτης εναντιον μου· δια τουτο εμισησα αυτην.
8Удел Мой сделался для Меня как лев в лесу; возвысил на Меня голос свой: за то Я возненавидел его.
9Η κληρονομια μου ειναι εις εμε ορνεον αρπακτικον, τα ορνεα κυκλω ειναι εναντιον αυτης· ελθετε, συναχθητε, παντα τα θηρια του αγρου, ελθετε να καταφαγητε αυτην.
9Удел Мой стал у Меня, как разноцветная птица, на которую со всех сторон напали другие хищные птицы. Идите, собирайтесь, все полевые звери: идите пожирать его.
10Ποιμενες πολλοι διεφθειραν τον αμπελωνα μου, κατεπατησαν την μεριδα μου, κατεστησαν την μεριδα την επιθυμητην μου ερημον αβατον.
10Множество пастухов испортили Мой виноградник, истоптали ногами участок Мой; любимый участок Мой сделали пустою степью;
11Παρεδωκαν αυτην εις ερημωσιν· ερημωθεισα πενθει ενωπιον μου· πασα η γη ηρημωθη, διοτι δεν υπαρχει ο φροντιζων.
11сделали его пустынею, и в запустении он плачет предо Мною; вся земля опустошена, потому что ни один человек не прилагает этого к сердцу.
12Επι πασας τας υψηλας θεσεις της ερημου ηλθον οι λεηλαται· διοτι η μαχαιρα του Κυριου θελει καταφαγει απ' ακρου της γης εως ακρου της γης· εις ουδεμιαν σαρκα δεν θελει εισθαι ειρηνη.
12На все горы в пустыне пришли опустошители; ибо меч Господа пожирает все от одного края земли до другого: нет мира ни для какой плоти.
13Εσπειραν σιτον αλλα θελουσι θερισει ακανθας· εκοπιασαν αλλα δεν θελουσιν ωφεληθη· και θελετε αισχυνθη δια τα προιοντα σας απο του φλογερου θυμου του Κυριου.
13Они сеяли пшеницу, а пожали терны; измучились, и не получили никакой пользы; постыдитесь же таких прибытков ваших по причине пламенного гнева Господа.
14[] Ουτω λεγει ο Κυριος κατα παντων των κακων γειτονων μου, οιτινες εγγιζουσι την κληρονομιαν την οποιαν κληροδοτησα εις τον λαον μου τον Ισραηλ· Ιδου, θελω αποσπασει αυτους απο της γης αυτων, και θελω αποσπασει τον οικον Ιουδα εκ μεσου αυτων.
14Так говорит Господь обо всех злых Моих соседях, нападающих на удел, который Я дал в наследие народу Моему, Израилю: вот, Я исторгну их из земли их, и дом Иудин исторгну из среды их.
15Και αφου αποσπασω αυτους, θελω επιστρεψει και ελεησει αυτους, και θελω επαναφερει εκαστον εις την κληρονομιαν αυτου και εκαστον εις την γην αυτου.
15Но после того, как Я исторгну их, снова возвращу ипомилую их, и приведу каждого в удел его и каждого в землю его.
16Και εαν μαθωσι καλως τας οδους του λαου μου, να ομνυωσιν εις το ονομα μου, Ζη Κυριος, καθως εδιδαξαν τον λαον μου να ομνυη εις τον Βααλ, τοτε θελουσιν οικοδομηθη εν τω μεσω του λαου μου.
16И если они научатся путям народа Моего, чтобы клясться именем Моим: „жив Господь!", как они научили народ Мой клясться Ваалом, то водворятся среди народа Моего.
17Αλλ' εαν δεν υπακουσωσι, θελω αποσπασει ολοτελως και εξολοθρευσει το εθνος εκεινο, λεγει Κυριος.
17Если же не послушаются, то Я искореню и совершенно истреблю такой народ, говорит Господь.