Greek: Modern

Russian 1876

Jeremiah

18

1[] Ο λογος ο γενομενος προς Ιερεμιαν παρα Κυριου, λεγων,
1Слово, которое было к Иеремии от Господа:
2Σηκωθητι και καταβηθι εις τον οικον του κεραμεως, και εκει θελω σε καμει να ακουσης τους λογους μου.
2встань и сойди в дом горшечника, и там Я возвещу тебе слова Мои.
3Τοτε κατεβην εις τον οικον του κεραμεως, και ιδου, ειργαζετο εργον επι τους τροχους.
3И сошел я в дом горшечника, и вот, он работал свою работу на кружале.
4Και εχαλασθη το αγγειον, το οποιον εκαμνεν εκ πηλου, εν τη χειρι του κεραμεως, και παλιν εκαμεν αυτο αλλο αγγειον, καθως ηρεσεν εις τον κεραμεα να καμη.
4И сосуд, который горшечник делал из глины, развалился в руке его; и он снова сделал из него другой сосуд, какой горшечнику вздумалось сделать.
5Τοτε εγεινε λογος Κυριου προς εμε, λεγων,
5И было слово Господне ко мне:
6Οικος Ισραηλ, δεν δυναμαι να καμω εις εσας, καθως ουτος ο κεραμευς; λεγει Κυριος. Ιδου, ως ο πηλος εν τη χειρι του κεραμεως, ουτω σεις, οικος Ισραηλ, εισθε εν τη χειρι μου.
6не могу ли Я поступить с вами, дом Израилев, подобно горшечникусему? говорит Господь. Вот, что глина в руке горшечника, то вы в Моей руке, дом Израилев.
7Εν τη στιγμη, καθ' ην ηθελον λαλησει κατα εθνους η κατα βασιλειας, δια να εκριζωσω και να κατασκαψω και να καταστρεψω,
7Иногда Я скажу о каком-либо народе и царстве, что искореню, сокрушу и погублю его;
8εαν το εθνος εκεινο, κατα του οποιου ελαλησα, επιστρεψη απο της κακιας αυτου, θελω μετανοησει περι του κακου, το οποιον εβουλευθην να καμω εις αυτο.
8но если народ этот, на который Я это изрек, обратится от своих злых дел, Я отлагаю то зло, которое помыслил сделать ему.
9Και εν τη στιγμη, καθ' ην ηθελον λαλησει περι εθνους η περι βασιλειας, να οικοδομησω και να φυτευσω,
9А иногда скажу о каком-либо народе и царстве, что устрою и утвержу его;
10εαν καμη κακον ενωπιον μου, ωστε να μη υπακουη της φωνης μου, τοτε θελω μετανοησει περι του καλου, με το οποιον ειπα οτι θελω αγαθοποιησει αυτο.
10но если он будет делать злое пред очами Моими и не слушаться гласа Моего, Я отменю то добро, которым хотел облагодетельствовать его.
11[] Και τωρα ειπε προς τους ανδρας Ιουδα και προς τους κατοικους της Ιερουσαλημ, λεγων, Ουτω λεγει Κυριος· Ιδου, εγω ετοιμαζω κακον καθ' υμων και βουλευομαι βουλην καθ' υμων· επιστρεψατε λοιπον εκαστος απο της πονηρας οδου αυτου και διορθωσατε τας οδους υμων και τας πραξεις υμων.
11Итак скажи мужам Иуды и жителям Иерусалима: так говорит Господь: вот, Я готовлю вам зло и замышляю против вас; итак обратитесь каждый от злого пути своего и исправьте пути ваши и поступки ваши.
12Οι δε ειπον, Εις ματην· διοτι οπισω των διαβουλιων ημων θελομεν περιπατει και εκαστος τας ορεξεις της καρδιας αυτου της πονηρας θελομεν πραττει.
12Но они говорят: „не надейся; мы будем жить по своим помыслам и будем поступать каждый по упорству злого своего сердца".
13Δια τουτο ουτω λεγει Κυριος· Ερωτησατε τωρα μεταξυ των εθνων, τις ηκουσε τοιαυτα; η παρθενος του Ισραηλ εκαμε φρικτα σφοδρα.
13Посему так говорит Господь: спросите между народами, слыхал ли ктоподобное сему? крайне гнусные дела совершила дева Израилева.
14Θελει τις αφησει τον χιονωδη Λιβανον δια τον βραχον της πεδιαδος; η θελουσιν εγκαταλιπει τα δροσερα εκρεοντα υδατα δια τα μακροθεν ερχομενα;
14Оставляет ли снег Ливанский скалу горы? и иссякают ли из других мест текущие холодные воды?
15Αλλ' ο λαος μου ελησμονησεν εμε, εθυμιασεν εις την ματαιοτητα και προσεκοψαν εν ταις οδοις αυτων, ταις αιωνιοις τριβοις, δια να περιπατωσιν εν τριβοις οδου μη εξωμαλισμενης·
15А народ Мой оставил Меня; они кадят суетным, споткнулись на путях своих, оставили пути древние, чтобы ходить по стезям пути непроложенного,
16δια να καταστησωσι την γην αυτων ερημωσιν και χλευασμον αιωνιον· πας ο διαβαινων δι' αυτης θελει μενει εκθαμβος και σειει την κεφαλην αυτου.
16чтобы сделать землю свою ужасом, всегдашним посмеянием, так чтокаждый, проходящий по ней, изумится и покачает головою своею.
17Θελω διασκορπισει αυτους εμπροσθεν του εχθρου ως καυστικος ανεμος· θελω δειξει εις αυτους νωτα και ουχι προσωπον εν τη ημερα της συμφορας αυτων.
17Как восточным ветром развею их пред лицем врага; спиною, а не лицем обращусь к ним в день бедствия их.
18[] Τοτε ειπον, Ελθετε και ας συμβουλευθωμεν βουλας κατα του Ιερεμιου· διοτι νομος δεν θελει χαθη απο ιερεως ουδε βουλη απο σοφου ουδε λογος απο προφητου· ελθετε και ας παταξωμεν αυτον με την γλωσσαν και ας μη προσεξωμεν εις μηδενα των λογων αυτου.
18А они сказали: „придите, составим замысел против Иеремии; ибо неисчез же закон у священника и совет у мудрого, и слово у пророка; придите, сразим его языком и не будем внимать словам его".
19Προσεξον εις εμε, Κυριε, και ακουσον την φωνην των διαφιλονεικουντων με εμε.
19Внемли мне, Господи, и услышь голос моих противников.
20Θελει ανταποδοθη κακον αντι καλου; διοτι εσκαψαν λακκον δια την ψυχην μου. Ενθυμηθητι οτι εσταθην ενωπιον σου δια να λαλησω υπερ αυτων αγαθα, δια να αποστρεψω τον θυμον σου απ' αυτων.
20Должно ли воздавать злом за добро? а они роют яму душе моей.Вспомни, что я стою пред лицем Твоим, чтобы говорить заних доброе, чтобы отвратить от них гнев Твой.
21Δια τουτο παραδος τους υιους αυτων εις την πειναν και δος αυτους εις χειρας μαχαιρας, και ας γεινωσιν αι γυναικες αυτων ατεκνοι και χηραι· και οι ανδρες αυτων ας θανατωθωσιν· οι νεανισκοι αυτων ας πεσωσι δια μαχαιρας εν τη μαχη.
21Итак предай сыновей их голоду и подвергни их мечу; да будут жены их бездетными и вдовами, и мужья их да будут пораженысмертью, и юноши их умерщвлены мечом на войне.
22Ας ακουσθη κραυγη εκ των οικιων αυτων, οταν φερης εξαιφνης επ' αυτους λεηλατας· διοτι εσκαψαν λακκον δια να με πιασωσι και εκρυψαν παγιδας δια τους ποδας μου.
22Да будет слышен вопль из домов их, когда приведешь на них полки внезапно; ибо они роют яму, чтобы поймать меня, и тайно расставили сети для ног моих.
23Συ δε, Κυριε, γνωριζεις πασαν την κατ' εμου βουλην αυτων εις το να με θανατωσωσι· μη συγχωρησης την ανομιαν αυτων, και την αμαρτιαν αυτων μη εξαλειψης απ' εμπροσθεν σου· αλλα ας καταστραφωσιν ενωπιον σου· ενεργησον κατ' αυτων εν τω καιρω του θυμου σου.
23Но Ты, Господи, знаешь все замыслы их против меня, чтобы умертвить меня; не простинеправды их и греха их не изгладь пред лицем Твоим; да будут они низвержены пред Тобою; поступи с ними во время гнева Твоего.