1[] <<Εις τον πρωτον μουσικον. Ψαλμος του Δαβιδ δουλου του Κυριου, οστις ελαλησε προς τον Κυριον τους λογους της ωδης ταυτης, καθ' ην ημεραν ηλευθερωσεν αυτον ο Κυριος εκ της χειρος παντων των εχθρων αυτου και εκ της χειρος του Σαουλ· και ειπε,>> Θελω σε αγαπα, Κυριε, η ισχυς μου.
1I love you, Yahweh, my strength.
2Ο Κυριος ειναι πετρα μου και φρουριον μου και ελευθερωτης μου· Θεος μου, βραχος μου· επ' αυτον θελω ελπιζει· η ασπις μου και το κερας της σωτηριας μου· υψηλος πυργος μου.
2Yahweh is my rock, my fortress, and my deliverer; my God, my rock, in whom I take refuge; my shield, and the horn of my salvation, my high tower.
3Θελω επικαλεσθη τον αξιυμνητον Κυριον, και εκ των εχθρων μου θελω σωθη.
3I call on Yahweh, who is worthy to be praised; and I am saved from my enemies.
4Πονοι θανατου με περιεκυκλωσαν, και χειμαρροι ανομιας με κατετρομαξαν·
4The cords of death surrounded me. The floods of ungodliness made me afraid.
5Πονοι του αδου με περιεκυκλωσαν, παγιδες θανατου με εφθασαν.
5The cords of Sheol Sheol is the place of the dead. were around me. The snares of death came on me.
6Εν τη στενοχωρια μου επεκαλεσθην τον Κυριον, και προς τον Θεον μου εβοησα. Ηκουσεν εκ του ναου αυτου της φωνης μου, και η κραυγη μου ηλθεν ενωπιον αυτου εις τα ωτα αυτου.
6In my distress I called on Yahweh, and cried to my God. He heard my voice out of his temple. My cry before him came into his ears.
7Τοτε εσαλευθη και εντρομος εγεινεν η γη, και τα θεμελια των ορεων εταραχθησαν και εσαλευθησαν, διοτι ωργισθη.
7Then the earth shook and trembled. The foundations also of the mountains quaked and were shaken, because he was angry.
8Καπνος ανεβαινεν εκ των μυκτηρων αυτου, και πυρ κατατρωγον εκ του στοματος αυτου· ανθρακες ανηφθησαν απ' αυτου.
8Smoke went out of his nostrils. Consuming fire came out of his mouth. Coals were kindled by it.
9Και εκλινε τους ουρανους και κατεβη, και γνοφος υπο τους ποδας αυτου.
9He bowed the heavens also, and came down. Thick darkness was under his feet.
10Και επεβη επι χερουβειμ και επετασθη· και επεταξεν επι πτερυγων ανεμων.
10He rode on a cherub, and flew. Yes, he soared on the wings of the wind.
11Εθεσε το σκοτος αποκρυφον τοπον αυτου· η σκηνη αυτου, περιξ αυτου ησαν υδατα σκοτεινα, νεφη πυκνα των αερων.
11He made darkness his hiding place, his pavilion around him, darkness of waters, thick clouds of the skies.
12Εκ της λαμψεως της εμπροσθεν αυτου διηλθον τα νεφη αυτου, χαλαζα και ανθρακες πυρος.
12At the brightness before him his thick clouds passed, hailstones and coals of fire.
13Και εβροντησεν εν ουρανοις ο Κυριος, και ο Υψιστος εδωκε την φωνην αυτου· χαλαζα και ανθρακες πυρος.
13Yahweh also thundered in the sky. The Most High uttered his voice: hailstones and coals of fire.
14Και απεστειλε τα βελη αυτου και εσκορπισεν αυτους· και αστραπας επληθυνε και συνεταραξεν αυτους.
14He sent out his arrows, and scattered them; Yes, great lightning bolts, and routed them.
15Και εφανησαν τα βαθη των υδατων και ανεκαλυφθησαν τα θεμελια της οικουμενης, απο της επιτιμησεως σου, Κυριε, απο του φυσηματος της πνοης των μυκτηρων σου.
15Then the channels of waters appeared. The foundations of the world were laid bare at your rebuke, Yahweh, at the blast of the breath of your nostrils.
16Εξαπεστειλεν εξ υψους· ελαβε με· ειλκυσε με εξ υδατων πολλων.
16He sent from on high. He took me. He drew me out of many waters.
17Ηλευθερωσε με εκ του δυνατου εχθρου μου, και εκ των μισουντων με, διοτι ησαν δυνατωτεροι μου.
17He delivered me from my strong enemy, from those who hated me; for they were too mighty for me.
18Προεφθασαν με εν τη ημερα της θλιψεως μου· αλλ' ο Κυριος εσταθη το αντιστηριγμα μου·
18They came on me in the day of my calamity, but Yahweh was my support.
19και εξηγαγε με εις ευρυχωριαν· ηλευθερωσε με διοτι ηυδοκησεν εις εμε.
19He brought me forth also into a large place. He delivered me, because he delighted in me.
20[] Αντημειψε με ο Κυριος κατα την δικαιοσυνην μου· κατα την καθαροτητα των χειρων μου ανταπεδωκεν εις εμε.
20Yahweh has rewarded me according to my righteousness. According to the cleanness of my hands has he recompensed me.
21Διοτι εφυλαξα τας οδους του Κυριου, και δεν ησεβησα εκκλινας απο του Θεου μου.
21For I have kept the ways of Yahweh, and have not wickedly departed from my God.
22Διοτι πασαι αι κρισεις αυτου ησαν εμπροσθεν μου, και τα διαταγματα αυτου δεν απεμακρυνα απ' εμου·
22For all his ordinances were before me. I didn’t put away his statutes from me.
23και εσταθην αμεμπτος προς αυτον, και εφυλαχθην απο της ανομιας μου.
23I was also blameless with him. I kept myself from my iniquity.
24Και ανταπεδωκεν εις εμε ο Κυριος κατα την δικαιοσυνην μου, κατα την καθαροτητα των χειρων μου εμπροσθεν των οφθαλμων αυτου.
24Therefore Yahweh has rewarded me according to my righteousness, according to the cleanness of my hands in his eyesight.
25Μετα οσιου οσιος θελεις εισθαι· μετα ανδρος τελειου τελειος θελεις εισθαι·
25With the merciful you will show yourself merciful. With the perfect man, you will show yourself perfect.
26μετα καθαρου, καθαρος θελεις εισθαι· και μετα διεστραμμενου διεστραμμενως θελεις φερθη.
26With the pure, you will show yourself pure. With the crooked you will show yourself shrewd.
27Διοτι συ θελεις σωσει λαον τεθλιμμενον· οφθαλμους δε υπερηφανων θελεις ταπεινωσει.
27For you will save the afflicted people, but the haughty eyes you will bring down.
28Διοτι συ θελεις φωτισει τον λυχνον μου· Κυριος ο Θεος μου θελει φωτισει το σκοτος μου.
28For you will light my lamp, Yahweh. My God will light up my darkness.
29[] Διοτι δια σου θελω διασπασει στρατευμα, και δια του Θεου μου θελω υπερπηδησει τειχος.
29For by you, I advance through a troop. By my God, I leap over a wall.
30Του Θεου, η οδος αυτου ειναι αμωμος· ο λογος του Κυριου ειναι δεδοκιμασμενος· ειναι ασπις παντων των ελπιζοντων επ' αυτον.
30As for God, his way is perfect. The word of Yahweh is tried. He is a shield to all those who take refuge in him.
31Διοτι τις Θεος πλην του Κυριου; και τις φρουριον πλην του Θεου ημων;
31For who is God, except Yahweh? Who is a rock, besides our God,
32Ο Θεος ειναι ο περιζωννυων με δυναμιν, και καθιστων αμωμον την οδον μου.
32the God who arms me with strength, and makes my way perfect?
33Καμνει τους ποδας μου ως των ελαφων και με στηνει επι τους υψηλους τοπους μου.
33He makes my feet like deer’s feet, and sets me on my high places.
34Διδασκει τας χειρας μου εις πολεμον, και εκαμε τοξον χαλκουν τους βραχιονας μου.
34He teaches my hands to war, so that my arms bend a bow of bronze.
35Και εδωκας εις εμε την ασπιδα της σωτηριας σου· και η δεξια σου με υπεστηριξε και η αγαθοτης σου με εμεγαλυνεν.
35You have also given me the shield of your salvation. Your right hand sustains me. Your gentleness has made me great.
36Επλατυνας τα βηματα μου υποκατω μου, και οι ποδες μου δεν εκλονισθησαν.
36You have enlarged my steps under me, My feet have not slipped.
37Κατεδιωξα τους εχθρους μου και εφθασα αυτους· και δεν επεστρεψα εωσου συνετελεσα αυτους.
37I will pursue my enemies, and overtake them. Neither will I turn again until they are consumed.
38Συνετριψα αυτους και δεν ηδυνηθησαν να ανεγερθωσιν· επεσον υπο τους ποδας μου.
38I will strike them through, so that they will not be able to rise. They shall fall under my feet.
39Και περιεζωσας με δυναμιν εις πολεμον· συνεκαμψας υποκατω μου τους επανισταμενους επ' εμε.
39For you have armed me with strength to the battle. You have subdued under me those who rose up against me.
40Και εκαμες τους εχθρους μου να τρεψωσιν εις εμε τα νωτα, και εξωλοθρευσα τους μισουντας με.
40You have also made my enemies turn their backs to me, that I might cut off those who hate me.
41Εβοησαν, και ουδεις ο σωζων· προς τον Κυριον, και δεν εισηκουσεν αυτων.
41They cried, but there was none to save; even to Yahweh, but he didn’t answer them.
42Και κατελεπτυνα αυτους ως κονιν κατα προσωπον ανεμου· απετιναξα αυτους ως τον πηλον των οδων.
42Then I beat them small as the dust before the wind. I cast them out as the mire of the streets.
43Ηλευθερωσας με εκ των αντιλογιων του λαου· κατεστησας με κεφαλην εθνων· λαος, τον οποιον δεν εγνωρισα, εδουλευσεν εις εμε.
43You have delivered me from the strivings of the people. You have made me the head of the nations. A people whom I have not known shall serve me.
44Μολις ηκουσαν, και υπηκουσαν εις εμε· ξενοι υπεταχθησαν εις εμε.
44As soon as they hear of me they shall obey me. The foreigners shall submit themselves to me.
45Ξενοι παρελυθησαν και κατετρομαξαν εκ των αποκρυφων τοπων αυτων.
45The foreigners shall fade away, and shall come trembling out of their close places.
46Ζη Κυριος, και ευλογημενον το φρουριον μου· και ας υψωθη ο Θεος της σωτηριας μου·
46Yahweh lives; and blessed be my rock. Exalted be the God of my salvation,
47ο Θεος ο εκδικων με και υποτασσων λαους υποκατω μου·
47even the God who executes vengeance for me, and subdues peoples under me.
48οστις με ελευθερονει εκ των εχθρων μου. Ναι, με υψονεις υπερανω των επανισταμενων επ' εμε· ηλευθερωσας με απο ανδρος αδικου.
48He rescues me from my enemies. Yes, you lift me up above those who rise up against me. You deliver me from the violent man.
49Δια τουτο θελω σε υμνει, Κυριε, μεταξυ των εθνων, και εις το ονομα σου θελω ψαλλει.
49Therefore I will give thanks to you, Yahweh, among the nations, and will sing praises to your name.
50Αυτος μεγαλυνει τας σωτηριας του βασιλεως αυτου, και καμνει ελεος εις τον κεχρισμενον αυτου, εις τον Δαβιδ και εις το σπερμα αυτου εως αιωνος.
50He gives great deliverance to his king, and shows loving kindness to his anointed, to David and to his seed, forevermore.