Greek: Modern

World English Bible

Psalms

36

1[] <<Εις τον πρωτον μουσικον. Ψαλμος του Δαβιδ, δουλου του Κυριου.>> Του ασεβους η παρανομια λεγει εν τη καρδια μου, δεν ειναι φοβος Θεου εμπροσθεν των οφθαλμων αυτου.
1An oracle is within my heart about the disobedience of the wicked: “There is no fear of God before his eyes.”
2Διοτι απατα εαυτον εις τους οφθαλμους αυτου περι του οτι θελει ευρεθη η ανομια αυτου δια να μισηθη.
2For he flatters himself in his own eyes, too much to detect and hate his sin.
3Τα λογια του στοματος αυτου ειναι ανομια και δολος· δεν ηθελησε να νοηση δια να πραττη το αγαθον.
3The words of his mouth are iniquity and deceit. He has ceased to be wise and to do good.
4Ανομιαν διαλογιζεται επι της κλινης αυτου· ισταται εν οδω ουχι καλη· το κακον δεν μισει.
4He plots iniquity on his bed. He sets himself in a way that is not good. He doesn’t abhor evil.
5[] Κυριε, εως του ουρανου φθανει το ελεος σου, η αληθεια σου εως των νεφελων.
5Your loving kindness, Yahweh, is in the heavens. Your faithfulness reaches to the skies.
6Η δικαιοσυνη σου ειναι ως τα υψηλα ορη· αι κρισεις σου αβυσσος μεγαλη· ανθρωπους και κτηνη σωζεις, Κυριε.
6Your righteousness is like the mountains of God. Your judgments are like a great deep. Yahweh, you preserve man and animal.
7Ποσον πολυτιμον ειναι το ελεος σου, Θεε. Δια τουτο οι υιοι των ανθρωπων ελπιζουσιν επι την σκιαν των πτερυγων σου.
7How precious is your loving kindness, God! The children of men take refuge under the shadow of your wings.
8Θελουσι χορτασθη απο του παχους του οικου σου, και απο του χειμαρρου της τρυφης σου θελεις ποτισει αυτους.
8They shall be abundantly satisfied with the abundance of your house. You will make them drink of the river of your pleasures.
9Διοτι μετα σου ειναι η πηγη της ζωης· εν τω φωτι σου θελομεν ιδει φως.
9For with you is the spring of life. In your light shall we see light.
10Εκτεινον το ελεος σου προς τους γνωριζοντας σε, και την δικαιοσυνην σου προς τους ευθεις την καρδιαν.
10Oh continue your loving kindness to those who know you, your righteousness to the upright in heart.
11Ας μη ελθη επ' εμε πους υπερηφανιας· και χειρ ασεβων ας μη με σαλευση.
11Don’t let the foot of pride come against me. Don’t let the hand of the wicked drive me away.
12Εκει επεσον οι εργαται της ανομιας· κατεσπρωχθησαν και δεν θελουσι δυνηθη να ανεγερθωσι.
12There the workers of iniquity are fallen. They are thrust down, and shall not be able to rise.