1ויאמרו אליו איש אפרים מה הדבר הזה עשית לנו לבלתי קראות לנו כי הלכת להלחם במדין ויריבון אתו בחזקה׃
1[] Και ειπον προς αυτον οι ανδρες Εφραιμ, Τι ειναι το πραγμα τουτο, το οποιον εκαμες εις ημας, οτι δεν εκαλεσας ημας οτε υπηγες να πολεμησης εναντιον του Μαδιαμ; και ελογομαχησαν σφοδρα μετ' αυτου.
2ויאמר אליהם מה עשיתי עתה ככם הלוא טוב עללות אפרים מבציר אביעזר׃
2Ο δε ειπε προς αυτους, Τι εκαμα τωρα ως προς εσας; δεν ειναι καλητερον το αποτρυγημα του Εφραιμ παρα τον τρυγητον του Αβι-εζερ;
3בידכם נתן אלהים את שרי מדין את ערב ואת זאב ומה יכלתי עשות ככם אז רפתה רוחם מעליו בדברו הדבר הזה׃
3παρεδωκεν ο Θεος εις τας χειρας σας τους αρχηγους του Μαδιαμ, τον Ωρηβ και τον Ζηβ· και τι ηδυναμην να καμω ως προς εσας; Τοτε το πνευμα αυτων ησυχασε προς αυτον, οτε ελαλησε τον λογον τουτον.
4ויבא גדעון הירדנה עבר הוא ושלש מאות האיש אשר אתו עיפים ורדפים׃
4[] Και ελθων ο Γεδεων εις τον Ιορδανην, διεβη, αυτος και οι τριακοσιοι ανδρες οι μετ' αυτου, αποκαμωμενοι, ομως καταδιωκοντες.
5ויאמר לאנשי סכות תנו נא ככרות לחם לעם אשר ברגלי כי עיפים הם ואנכי רדף אחרי זבח וצלמנע מלכי מדין׃
5Και ειπε προς τους ανθρωπους της Σοκχωθ, Δοτε, παρακαλω, αρτους τινας εις τον λαον τον ακολουθουντα με· διοτι ειναι αποκαμωμενος, και εγω καταδιωκω οπισω του Ζεβεε και του Σαλμανα, των βασιλεων του Μαδιαμ.
6ויאמר שרי סכות הכף זבח וצלמנע עתה בידך כי נתן לצבאך לחם׃
6Και απεκριθησαν οι αρχηγοι της Σοκχωθ, Μηπως αι χειρες του Ζεβεε και του Σαλμανα ειναι τωρα εις την χειρα σου, ωστε να δωσωμεν αρτους εις το στρατευμα σου;
7ויאמר גדעון לכן בתת יהוה את זבח ואת צלמנע בידי ודשתי את בשרכם את קוצי המדבר ואת הברקנים׃
7Και ειπεν ο Γεδεων, Δια τουτο, αφου παραδωση ο Κυριος τον Ζεβεε και τον Σαλμανα εις την χειρα μου, τοτε εγω θελω καταξανει τας σαρκας σας με τας ακανθας της ερημου και με τους τριβολους.
8ויעל משם פנואל וידבר אליהם כזאת ויענו אותו אנשי פנואל כאשר ענו אנשי סכות׃
8Και ανεβη εκειθεν εις Φανουηλ και ελαλησεν ωσαυτως προς αυτους· και απεκριθησαν οι ανδρες της Φανουηλ προς αυτον καθως απεκριθησαν οι ανδρες της Σοκχωθ.
9ויאמר גם לאנשי פנואל לאמר בשובי בשלום אתץ את המגדל הזה׃
9Ο δε ειπε και προς τους ανδρας της Φανουηλ, λεγων, Οταν επιστρεψω εν ειρηνη, θελω κατασκαψει τον πυργον τουτον.
10וזבח וצלמנע בקרקר ומחניהם עמם כחמשת עשר אלף כל הנותרים מכל מחנה בני קדם והנפלים מאה ועשרים אלף איש שלף חרב׃
10Ο Ζεβεε δε και ο Σαλμανα ησαν εν Καρκορ και τα στρατευματα αυτων μετ' αυτων, ως δεκαπεντε χιλιαδες, παντες οι εναπολειφθεντες ολου του στρατευματος των κατοικων της ανατολης· διοτι επεσον εκατον εικοσι χιλιαδες ανδρων συροντων ρομφαιαν.
11ויעל גדעון דרך השכוני באהלים מקדם לנבח ויגבהה ויך את המחנה והמחנה היה בטח׃
11Και ανεβη ο Γεδεων απο της οδου των κατοικουντων εν σκηναις, απο ανατολων της Νοβα και της Ιογβεα, και επαταξε το στρατοπεδον· ητο δε το στρατοπεδον εν αφοβια.
12וינוסו זבח וצלמנע וירדף אחריהם וילכד את שני מלכי מדין את זבח ואת צלמנע וכל המחנה החריד׃
12Ο δε Ζεβεε και ο Σαλμανα εφευγον, και αυτος κατεδιωκεν οπισω αυτων, και συνελαβε τους δυο βασιλεις του Μαδιαμ, τον Ζεβεε και τον Σαλμανα, και απαν το στρατοπεδον κατετροπωσε.
13וישב גדעון בן יואש מן המלחמה מלמעלה החרס׃
13Και επεστρεψεν ο Γεδεων ο υιος του Ιωας εκ της μαχης απο της αναβασεως της Αρες.
14וילכד נער מאנשי סכות וישאלהו ויכתב אליו את שרי סכות ואת זקניה שבעים ושבעה איש׃
14Και συλλαβων νεον τινα εκ των ανδρων της Σοκχωθ, ηρωτησεν αυτον· ο δε περιεγραψε προς αυτον τους αρχηγους της Σοκχωθ και τους πρεσβυτερους αυτης, εβδομηκοντα επτα ανδρας.
15ויבא אל אנשי סכות ויאמר הנה זבח וצלמנע אשר חרפתם אותי לאמר הכף זבח וצלמנע עתה בידך כי נתן לאנשיך היעפים לחם׃
15Και ηλθεν ο Γεδεων προς τους ανδρας της Σοκχωθ και ειπεν, Ιδου, ο Ζεβεε και ο Σαλμανα, δια τους οποιους με ωνειδισατε, λεγοντες, Μηπως αι χειρες του Ζεβεε και του Σαλμανα ηναι τωρα εις την χειρα σου, ωστε να δωσωμεν αρτους εις τους ανθρωπους σου, τους αποκαμωμενους;
16ויקח את זקני העיר ואת קוצי המדבר ואת הברקנים וידע בהם את אנשי סכות׃
16Και ελαβε τους πρεσβυτερους της πολεως και τας ακανθας της ερημου και τους τριβολους, και επαιδευσε με αυτα τους ανδρας της Σοκχωθ.
17ואת מגדל פנואל נתץ ויהרג את אנשי העיר׃
17Και τον πυργον της Φανουηλ κατεσκαψε και εθανατωσε τους ανδρας της πολεως.
18ויאמר אל זבח ואל צלמנע איפה האנשים אשר הרגתם בתבור ויאמרו כמוך כמוהם אחד כתאר בני המלך׃
18[] Τοτε ειπε προς τον Ζεβεε και τον Σαλμανα, Οποιοι ησαν οι ανθρωποι τους οποιους εθανατωσατε εν Θαβωρ; Οι δε ειπον, Οποιος συ, τοιουτοι ησαν· εκαστος ωμοιαζεν υιον βασιλεως.
19ויאמר אחי בני אמי הם חי יהוה לו החיתם אותם לא הרגתי אתכם׃
19Ο δε ειπεν, Αδελφοι μου, υιοι της μητρος μου ησαν· ζη Κυριος, εαν ηθελετε φυλαξει την ζωην αυτων, εγω δεν ηθελον σας θανατωσει.
20ויאמר ליתר בכורו קום הרג אותם ולא שלף הנער חרבו כי ירא כי עודנו נער׃
20Και ειπε προς τον Ιεθερ τον πρωτοτοκον αυτου, Σηκωθεις θανατωσον αυτους· αλλ' ο νεος δεν εσυρε την ρομφαιαν αυτου, διοτι εφοβειτο, επειδη ητο ετι παιδιον.
21ויאמר זבח וצלמנע קום אתה ופגע בנו כי כאיש גבורתו ויקם גדעון ויהרג את זבח ואת צלמנע ויקח את השהרנים אשר בצוארי גמליהם׃
21Τοτε ειπεν ο Ζεβεε και ο Σαλμανα, Σηκωθητι συ και πεσον εφ' ημας· διοτι κατα τον ανθρωπον και η δυναμις αυτου. Και σηκωθεις ο Γεδεων εθανατωσε τον Ζεβεε και τον Σαλμανα, και ελαβε τους μηνισκους τους περι τον τραχηλον των καμηλων αυτων.
22ויאמרו איש ישראל אל גדעון משל בנו גם אתה גם בנך גם בן בנך כי הושעתנו מיד מדין׃
22[] Και ειπον οι ανδρες Ισραηλ προς τον Γεδεων, Γενου αρχων εφ' ημας, και συ και ο υιος σου και ο υιος του υιου σου, διοτι εσωσας ημας απο της χειρος του Μαδιαμ.
23ויאמר אלהם גדעון לא אמשל אני בכם ולא ימשל בני בכם יהוה ימשל בכם׃
23Ο δε Γεδεων ειπε προς αυτους, Δεν θελω γεινει αρχων εφ' υμας εγω, αλλ' ουδε ο υιος μου θελει γεινει αρχων εφ' υμας· ο Κυριος θελει εισθαι αρχων εφ' υμας.
24ויאמר אלהם גדעון אשאלה מכם שאלה ותנו לי איש נזם שללו כי נזמי זהב להם כי ישמעאלים הם׃
24Και ειπεν ο Γεδεων προς αυτους, θελω ζητησει απο σας ζητημα· να μοι δωσητε εκαστος τα ενωτια εκ των λαφυρων αυτου· διοτι οι εχθροι ειχον ενωτια χρυσα, οντες Ισμαηλιται.
25ויאמרו נתון נתן ויפרשו את השמלה וישליכו שמה איש נזם שללו׃
25Και απεκριθησαν, Θελομεν δωσει αυτα μετα χαρας. Και ηπλωσαν φορεμα και ερριπτεν εκει εκαστος τα ενωτια εκ των λαφυρων αυτου.
26ויהי משקל נזמי הזהב אשר שאל אלף ושבע מאות זהב לבד מן השהרנים והנטפות ובגדי הארגמן שעל מלכי מדין ולבד מן הענקות אשר בצוארי גמליהם׃
26Και το βαρος των χρυσων ενωτιων, τα οποια εζητησεν, ητο χιλιοι και επτακοσιοι σικλοι χρυσοι· εκτος των μηνισκων και των περιδεραιων και των πορφυρων, τα οποια ησαν επι τους βασιλεις του Μαδιαμ, και εκτος των περιλαιμιων, τα οποια ησαν εις τους τραχηλους των καμηλων αυτων.
27ויעש אותו גדעון לאפוד ויצג אותו בעירו בעפרה ויזנו כל ישראל אחריו שם ויהי לגדעון ולביתו למוקש׃
27Και εκαμεν ο Γεδεων εφοδ εξ αυτων και εθεσεν αυτο εν τη πολει αυτου, εν Οφρα· και επορνευσε πας ο Ισραηλ οπισω αυτου εκει· και εγεινε παγις εις τον Γεδεων και εις τον οικον αυτου.
28ויכנע מדין לפני בני ישראל ולא יספו לשאת ראשם ותשקט הארץ ארבעים שנה בימי גדעון׃
28Και εταπεινωθη ο Μαδιαμ εμπροσθεν των υιων Ισραηλ, και δεν εσηκωσε πλεον την κεφαλην αυτου. Και ανεπαυθη η γη τεσσαρακοντα ετη εν ταις ημεραις του Γεδεων.
29וילך ירבעל בן יואש וישב בביתו׃
29[] Τοτε υπηγεν ο Ιεροβααλ υιος του Ιωας και κατωκησεν εν τω οικω αυτου.
30ולגדעון היו שבעים בנים יצאי ירכו כי נשים רבות היו לו׃
30Ειχε δε Γεδεων εβδομηκοντα υιους εξελθοντας εκ των μηρων αυτου· διοτι ειχε γυναικας πολλας.
31ופילגשו אשר בשכם ילדה לו גם היא בן וישם את שמו אבימלך׃
31Και η παλλακη αυτου, η εν Συχεμ, και αυτη εγεννησεν εις αυτον υιον, τον οποιον αυτος ωνομασεν Αβιμελεχ.
32וימת גדעון בן יואש בשיבה טובה ויקבר בקבר יואש אביו בעפרה אבי העזרי׃
32Και απεθανεν ο Γεδεων ο υιος του Ιωας εν γηρατι καλω και εταφη εν τω ταφω Ιωας του πατρος αυτου, εν τη Οφρα των Αβι-εζεριτων.
33ויהי כאשר מת גדעון וישובו בני ישראל ויזנו אחרי הבעלים וישימו להם בעל ברית לאלהים׃
33Αποθανοντος δε του Γεδεων, επεστρεψαν οι υιοι Ισραηλ και επορνευσαν κατοπιν των Βααλειμ και εστησαν εις εαυτους τον Βααλ-βεριθ δια Θεον.
34ולא זכרו בני ישראל את יהוה אלהיהם המציל אותם מיד כל איביהם מסביב׃
34Και δεν ενεθυμηθησαν οι υιοι Ισραηλ Κυριον τον Θεον αυτων, τον σωσαντα αυτους εκ της χειρος παντων των εχθρων αυτων κυκλοθεν.
35ולא עשו חסד עם בית ירבעל גדעון ככל הטובה אשר עשה עם ישראל׃
35Και δεν εκαμον ελεος εις τον οικον του Ιεροβααλ Γεδεων, αναλογως προς παντα τα αγαθα, τα οποια εκαμεν εις τον Ισραηλ.