Russian 1876

Greek: Modern

Deuteronomy

2

1И обратились мы и отправились в пустыню к Чермному морю, какговорил мне Господь, и много времени ходили вокруг горы Сеира.
1[] Τοτε εστρεψαμεν και ωδοιπορησαμεν εν τη ερημω δια της οδου της Ερυθρας θαλασσης, καθως ελαλησε Κυριος προς εμε· και περιεφερομεθα περι το ορος Σηειρ ημερας πολλας.
2И сказал мне Господь, говоря:
2Και ειπε Κυριος προς εμε λεγων,
3полно вам ходить вокруг этой горы, обратитесь к северу;
3Αρκει οσον περιηλθετε το ορος τουτο· στραφητε προς βορραν·
4и народу дай повеление и скажи: вы будете проходить пределы братьев ваших, сынов Исавовых, живущих на Сеире, и они убоятся вас; но остерегайтесь
4και προσταξον τον λαον λεγων, Θελετε περασει δια των οριων των αδελφων σας των υιων Ησαυ, οιτινες κατοικουσιν εν Σηειρ· και θελουσι σας φοβηθη· και προσεξατε πολυ·
5начинать с ними войну, ибо Я не дам вам земли их ни настопу ноги, потому что гору Сеир Я дал во владение Исаву;
5μη πολεμησητε μετ' αυτων· επειδη δεν θελω δωσει εις εσας εκ της γης αυτων ουδε βημα ποδος· διοτι εις τον Ησαυ εδωκα το ορος Σηειρ κληρονομιαν·
6пищу покупайте у них за серебро и ешьте; и воду покупайте у них за серебро и пейте;
6θελετε αγοραζει παρ' αυτων τροφας δι' αργυριου, δια να τρωγητε· και υδωρ ετι θελετε αγοραζει παρ' αυτων δι' αργυριου, δια να πινητε·
7ибо Господь, Бог твой, благословил тебя во всяком деле рук твоих, покровительствовал тебе во время путешествия твоего по великой пустыне сей; вот, сорок лет Господь,Бог твой, с тобою; ты ни в чем не терпел недостатка.
7διοτι Κυριος ο Θεος σου σε ευλογησεν εις παντα τα εργα των χειρων σου· γνωριζει την οδοιποριαν σου δια της μεγαλης ταυτης ερημου· τα τεσσαρακοντα ταυτα ετη Κυριος ο Θεος σου ητο μετα σου· δεν εστερηθης ουδενος.
8И шли мы мимо братьев наших, сынов Исавовых, живущих на Сеире, путем равнины, от Елафа и Ецион-Гавера, и поворотили, и шли к пустыне Моава.
8[] Και αφου επερασαμεν δια των αδελφων ημων των υιων Ησαυ, των κατοικουντων εν Σηειρ, δια της οδου της πεδιαδος απο Ελαθ και απο Εσιων-γαβερ. Και εστρεψαμεν και διεβημεν δια της οδου της ερημου Μωαβ.
9И сказал мне Господь: не вступай во вражду с Моавом и не начинай с ними войны; ибо Я не дам тебе ничего от земли его во владение, потому чтоАр отдал Я во владение сынам Лотовым;
9Και ειπε Κυριος προς εμε, Μη ενοχλησητε τους Μωαβιτας μηδε ελθητε εις μαχην μετ' αυτων· διοτι δεν θελω δωσει εις σε εκ της γης αυτων δια κληρονομιαν· επειδη εις τους υιους του Λωτ εδωκα την Αρ κληρονομιαν.
10прежде жили там Эмимы, народ великий, многочисленный и высокий, как сыны Енаковы,
10Προτερον δε κατωκουν εν αυτη οι Εμμαιοι, λαος μεγας και πολυαριθμος και υψηλος το αναστημα, καθως οι Ανακειμ·
11и они считались между Рефаимами, как сыны Енаковы; Моавитяне же называют их Эмимами;
11οιτινες και αυτοι ελογιζοντο γιγαντες, ως οι Ανακειμ· αλλ' οι Μωαβιται ονομαζουσιν αυτους Εμμαιους.
12а на Сеире жили прежде Хорреи; но сыны Исавовы прогнали их и истребили их от лица своего и поселились вместо их – так, как поступил Израиль с землею наследия своего, которую дал им Господь;
12Και εν Σηειρ κατωκουν οι Χορραιοι προτερον· αλλ' οι υιοι του Ησαυ εκληρονομησαν αυτους και εξωλοθρευσαν αυτους απ' εμπροσθεν αυτων, και κατωκησαν αντ' αυτων· καθως εκαμεν ο Ισραηλ εν τη γη της κληρονομιας αυτου, την οποιαν εδωκεν εις αυτους ο Κυριος.
13итак встаньте и пройдите долину Заред. И прошли мы долину Заред.
13Σηκωθητε λοιπον και διαβητε τον χειμαρρον Ζαρεδ· και διεβημεν τον χειμαρρον Ζαρεδ.
14С тех пор, как мы пошли в Кадес-Варни и как прошли долину Заред, минуло тридцать восемь лет, и у нас перевелся из среды стана весь род ходящих на войну, как клялся им Господь;
14Και αι ημεραι, καθ' ας ωδοιπορησαμεν απο Καδης-βαρνη, εωσου διεβημεν τον χειμαρρον Ζαρεδ, ησαν τριακοντα οκτω ετη, εωσου εξελιπε πασα η γενεα των πολεμιστων ανδρων εκ μεσου του στρατοπεδου, καθως ωμοσεν ο Κυριος προς αυτους.
15да и рука Господня была на них, чтоб истреблять их из среды стана, пока не вымерли.
15Ετι η χειρ του Κυριου ητο εναντιον αυτων, δια να εξολοθρευση αυτους εκ μεσου του στρατοπεδου, εωσου εξελιπον.
16Когда же перевелись все ходящие на войну и вымерли из среды народа,
16Και αφου παντες οι ανδρες οι πολεμισται εξελιπον, αποθνησκοντες εκ μεσου του λαου,
17тогда сказал мне Господь, говоря:
17ελαλησε Κυριος προς εμε λεγων,
18ты проходишь ныне мимо пределов Моава, мимо Ара,
18Συ θελεις διαπερασει σημερον την Αρ, το οριον του Μωαβ·
19и приблизился к Аммонитянам; не вступай с ними во вражду, и не начинай с ними войны, ибо Я не дам тебеничего от земли сынов Аммоновых во владение, потому что Я отдал ее во владение сынамЛотовым;
19και θελεις πλησιασει κατεναντι των υιων Αμμων· μη ενοχλει αυτους μηδε πολεμησης μετ' αυτων· διοτι δεν θελω δωσει εις σε εκ της γης των υιων Αμμων κληρονομιαν· επειδη εις τους υιους Λωτ εδωκα αυτην κληρονομιαν.
20и она считалась землею Рефаимов; прежде жили на ней Рефаимы;Аммонитяне же называют их Замзумимами;
20Αυτη ομοιως ελογιζετο γη των γιγαντων· γιγαντες κατωκουν εκει προτερον· οι δε Αμμωνιται ονομαζουσιν αυτους Ζαμζουμμειμ·
21народ великий, многочисленный и высокий, как сыны Енаковы, и истребил их Господь пред лицем их, и изгнали они их и поселились наместе их,
21λαος μεγας και πολυαριθμος και υψηλος το αναστημα, καθως οι Ανακειμ· αλλ' ο Κυριος εξωλοθρευσεν αυτους απ' εμπροσθεν αυτων, και αυτοι εκληρονομησαν αυτους και κατωκησαν αντ' αυτων·
22как Он сделал для сынов Исавовых, живущих на Сеире, истребив пред лицем их Хорреев, и они изгнали их, и поселились на местеих, и живут до сего дня;
22καθως εκαμεν εις τους υιους Ησαυ τους κατοικουντας εν Σηειρ, οτε εξωλοθρευσε τους Χορραιους απ' εμπροσθεν αυτων, και εκληρονομησαν αυτους, και κατωκησαν αντ' αυτων εως της ημερας ταυτης.
23и Аввеев, живших в селениях до самой Газы, Кафторимы, исшедшие изКафтора, истребили и поселились на месте их.
23Και τους Αυειμ, τους κατοικουντας κατα κωμας μεχρι Γαζης, οι Καφθορειμ, οι εξελθοντες απο Καφθορ, εξωλοθρευσαν αυτους, και κατωκησαν αντ' αυτων.
24Встаньте, отправьтесь и перейдите поток Арнон; вот, Я предаю в руку твою Сигона, царя Есевонского, Аморреянина, и землюего; начинай овладевать ею, и веди с ним войну;
24[] Σηκωθητε, αναχωρησατε και διαβητε τον ποταμον Αρνων· ιδου, παρεδωκα εις χειρας σου τον Σηων τον Αμορραιον, βασιλεα της Εσεβων, και την γην αυτου· αρχισον να κυριευης αυτην και πολεμησον μετ' αυτου·
25с сего дня Я начну распространять страх и ужас пред тобою на народы под всем небом; те, которые услышат о тебе, вострепещут и ужаснутся тебя.
25σημερον θελω αρχισει να εμβαλλω τον τρομον σου και τον φοβον σου εις παντα τα εθνη τα υποκατω παντος του ουρανου· τα οποια, οταν ακουσωσι το ονομα σου, θελουσι τρομαξει και θελουσι πεσει εις αγωνιαν εξ αιτιας σου.
26И послал я послов из пустыни Кедемоф к Сигону, царю Есевонскому, с словами мирными, чтобы сказать:
26Και απεστειλα πρεσβεις απο της ερημου Κεδημωθ προς τον Σηων βασιλεα της Εσεβων με λογους ειρηνικους, λεγων,
27позволь пройти мне землею твоею; я пойду дорогою, не сойду ни направо, ни налево;
27Ας περασω δια της γης σου· κατ' ευθειαν δια της οδου θελω περασει δεν θελω κλινει δεξια η αριστερα·
28пищу продавай мне за серебро, и я буду есть, и воду для питья давай мне за серебро, и я буду пить, только ногами моими пройду –
28θελεις πωλησει εις εμε τροφας δι' αργυριου δια να φαγω και δι' αργυριου θελεις δωσει εις εμε υδωρ δια να πιω· μονον θελω περασει με τους ποδας μου,
29так, как сделали мне сыны Исава, живущие на Сеире, и Моавитяне,живущие в Аре, доколе не перейду чрез Иордан в землю, которую Господь, Бог наш, дает нам.
29καθως εκαμον εις εμε οι υιοι του Ησαυ οι κατοικουντες εν Σηειρ, και οι Μωαβιται οι κατοικουντες εν Αρ, εωσου διαβω τον Ιορδανην προς την γην, την οποιαν Κυριος ο Θεος ημων διδει εις ημας.
30Но Сигон, царь Есевонский, не согласился позволить пройти нам через свою землю , потому что Господь, Бог твой, ожесточил дух его и сердце его сделал упорным, чтобы предать его в руку твою, как этовидно ныне.
30Και δεν ηθελησεν ο Σηων βασιλευς της Εσεβων να περασωμεν δια της γης αυτου· επειδη Κυριος ο Θεος σου εσκληρυνε το πνευμα αυτου και απελιθωσε την καρδιαν αυτου, δια να παραδωση αυτον εις τας χειρας σου, καθως την ημεραν ταυτην.
31И сказал мне Господь: вот, Я начинаю предаватьтебе Сигона и землю его; начинай овладевать землею его.
31Και ειπε Κυριος προς εμε, Ιδου, ηρχισα να παραδιδω τον Σηων και την γην αυτου εμπροσθεν σου· αρχισον να κυριευης δια να κληρονομησης την γην αυτου.
32И Сигон со всем народом своим выступил против нас на сражение к Яаце;
32Τοτε εξηλθεν ο Σηων εις συναντησιν ημων, αυτος και πας ο λαος αυτου, δια μαχην εις Ιασσα.
33и предал его Господь, Бог наш, в руки наши , и мы поразили его и сынов его ивесь народ его,
33Και Κυριος ο Θεος ημων παρεδωκεν αυτον ενωπιον ημων· και επαταξαμεν αυτον και τους υιους αυτου και παντα τον λαον αυτου.
34и взяли в то время все города его, и предали заклятию все города, мужчин и женщин и детей, не оставили никого в живых;
34Και εκυριευσαμεν πασας τας πολεις αυτου κατ' εκεινον τον καιρον, και εξωλοθρευσαμεν πασαν πολιν, ανδρας και γυναικας, και παιδια· δεν αφηκαμεν ουδενα υπολοιπον.
35только взяли мы себе в добычу скот их и захваченное во взятых нами городах.
35Μονον τα κτηνη ελεηλατησαμεν δι' εαυτους και τα λαφυρα των πολεων, τας οποιας εκυριευσαμεν.
36От Ароера, который на берегу потока Арнона, и от города, который на долине, до Галаада не было города, который был бы неприступен для нас: все предал Господь, Бог наш, в руки наши .
36Απο της Αροηρ, παρα το χειλος του ποταμου Αρνων, και της πολεως της παρα τον ποταμον και εως Γαλααδ, δεν εσταθη πολις ικανη να αντισταθη εις ημας· Κυριος ο Θεος ημων παρεδωκεν αυτας πασας εμπροσθεν ημων.
37Только к земле Аммонитян ты не подходил, ни к местам лежащим близ потока Иавока, ни к городам на горе, ни ко всему, к чему не повелел нам Господь, Бог наш.
37Μονον εις την γην των υιων Αμμων δεν επλησιασας ουδε εις τα παρακειμενα του ποταμου Ιαβοκ ουδε εις τας ορεινας πολεις ουδε εις αλλο οποιονδηποτε μερος, το οποιον απηγορευσεν εις ημας Κυριος ο Θεος ημων.