1И сказал Господь Моисею: пойди к фараону и скажи ему: так говорит Господь, Бог Евреев: отпусти народ Мой, чтобы он совершил Мне служение;
1[] Και ειπε Κυριος προς τον Μωυσην, Υπαγε προς τον Φαραω και ειπε προς αυτον, Ουτω λεγει Κυριος ο Θεος των Εβραιων. Εξαποστειλον τον λαον μου, δια να με λατρευση·
2ибо если ты не захочешь отпустить и еще будешь удерживать его,
2διοτι, εαν δεν θελης να εξαποστειλης και εαν ετι κρατης αυτους,
3то вот, рука Господня будет на скоте твоем, который в поле, на конях, на ослах, на верблюдах, на волах и овцах: будет моровая язва весьма тяжкая;
3ιδου, η χειρ του Κυριου θελει εισθαι επι τα κτηνη σου τα εν τω αγρω, επι τους ιππους, επι τους ονους, επι τας καμηλους, επι τους βοας, και επι τα προβατα· θανατικον βαρυ σφοδρα·
4и разделит Господь между скотом Израильским и скотом Египетским, и из всего скота сынов Израилевых не умрет ничего.
4και θελει καμει ο Κυριος διακρισιν μεταξυ των κτηνων του Ισραηλ και των κτηνων των Αιγυπτιων· και εκ παντων των ανηκοντων εις τους υιους Ισραηλ δεν θελει αποθανει ουδε εν.
5И назначил Господь время, сказав: завтра сделает это Господь в земле сей.
5Και διωρισεν ο Κυριος καιρον, λεγων, Αυριον θελει καμει ο Κυριος το πραγμα τουτο εν τη γη.
6И сделал это Господь на другой день, и вымер весь скот Египетский; из скота же сынов Израилевых не умерло ничего.
6Και εκαμεν ο Κυριος το πραγμα τουτο την επαυριον, και απεθανον παντα τα κτηνη των Αιγυπτιων· εκ δε των κτηνων των υιων Ισραηλ δεν απεθανεν ουδε εν.
7Фараон послал узнать , и вот, из скота Израилевых не умерло ничего. Но сердце фараоново ожесточилось, и он не отпустил народа.
7Και απεστειλεν ο Φαραω να ιδωσι, και ιδου, εκ των κτηνων του Ισραηλ δεν απεθανεν ουδε εν· και εσκληρυνθη η καρδια του Φαραω και δεν εξαπεστειλε τον λαον.
8И сказал Господь Моисею и Аарону: возьмите по полной горсти пепла из печи, и пусть бросит его Моисей к небу в глазах фараона;
8[] Τοτε ειπεν ο Κυριος προς τον Μωυσην και προς τον Ααρων, Γεμισατε τας χειρας σας απο στακτην καμινου και ας σκορπιση αυτην ο Μωυσης προς τον ουρανον εμπροσθεν του Φαραω·
9и поднимется пыль по всей земле Египетской, и будет на людях и на скоте воспаление с нарывами, во всей земле Египетской.
9και θελει γεινει λεπτος κονιορτος εφ' ολην την γην της Αιγυπτου· και θελει γεινει επι τους ανθρωπους και επι τα κτηνη καυσις αναδιδουσα ελκωδη εξανθηματα καθ' ολην την γην της Αιγυπτου.
10Они взяли пепла из печи и предстали пред лице фараона. Моисей бросил его к небу, и сделалось воспаление с нарывами на людях и на скоте.
10Ελαβον λοιπον την στακτην της καμινου και εσταθησαν ενωπιον του Φαραω· και εσκορπισεν αυτην ο Μωυσης προς τον ουρανον, και εγεινε καυσις αναδιδουσα ελκωδη εξανθηματα επι τους ανθρωπους και επι τα κτηνη·
11И не могли волхвы устоять пред Моисеем по причине воспаления,потому что воспаление было на волхвах и на всех Египтянах.
11και δεν ηδυναντο οι μαγοι να σταθωσιν εμπροσθεν του Μωυσεως εξ αιτιας της καυσεως· διοτι η καυσις ητο επι τους μαγους και επι παντας τους Αιγυπτιους.
12Но Господь ожесточил сердце фараона, и он не послушал их, как и говорил Господь Моисею.
12Εσκληρυνε δε Κυριος την καρδιαν του Φαραω, και δεν εισηκουσεν εις αυτους, καθως ελαλησε Κυριος προς τον Μωυσην.
13И сказал Господь Моисею: завтра встань рано и явись пред лице фараона, и скажи ему: так говорит Господь, Бог Евреев: отпусти народ Мой, чтобы он совершил Мне служение;
13[] Και ειπε Κυριος προς τον Μωυσην, Σηκωθητι ενωρις το πρωι και παρασταθητι εμπροσθεν του Φαραω και ειπε προς αυτον, ουτω λεγει Κυριος ο Θεος των Εβραιων· Εξαποστειλον τον λαον μου, δια να με λατρευση·
14ибо в этот раз Я пошлю все язвы Мои в сердце твое, и на рабов твоих, и на народ твой,дабы ты узнал, что нет подобного Мне на всей земле;
14διοτι ταυτην την φοραν εγω εξαποστελλω πασας μου τας πληγας επι την καρδιαν σου και επι τους θεραποντας σου και επι τον λαον σου· δια να γνωρισης οτι δεν ειναι ουδεις ομοιος μου εν παση τη γη·
15так как Я простер руку Мою, то поразил бы тебя и народ твой язвою, и ты истреблен был бы с земли:
15επειδη τωρα θελω εκτεινει την χειρα μου και θελω παταξει σε και τον λαον σου με θανατικον, και θελεις απολεσθη απο της γης·
16но для того Я сохранил тебя, чтобы показать на тебе силу Мою, и чтобы возвещено было имя Мое по всей земле;
16και δια τουτο βεβαιως σε διετηρησα, δια να δειξω εν σοι την δυναμιν μου και να κηρυχθη το ονομα μου εν παση τη γη·
17ты еще противостоишь народу Моему, чтобы не отпускать его, –
17οτι επεγειρεσαι κατα του λαου μου, δια να μη εξαποστειλης αυτον;
18вот, Я пошлю завтра, в это самое время, град весьма сильный, которому подобного небыло в Египте со дня основания его доныне;
18ιδου, αυριον περι την ωραν ταυτην θελω βρεξει χαλαζαν βαρειαν σφοδρα, οποια δεν εγεινε ποτε εν τη Αιγυπτω αφ' ης ημερας εθεμελιωθη μεχρι του νυν·
19итак пошли собрать стада твои и все, что есть у тебя в поле: на всех людей и скот, которые останутся в поле и не соберутся в домы, падет град, и они умрут.
19τωρα λοιπον αποστειλον να συναξης τα κτηνη σου και παντα οσα εχεις εν τοις αγροις· διοτι πας ανθρωπος και ζωον, το οποιον ευρεθη εν τοις αγροις και δεν φερθη εις οικιαν, και η χαλαζα καταβη επ' αυτα, θελουσιν αποθανει.
20Те из рабов фараоновых, которые убоялись слова Господня, поспешнособрали рабов своих и стада свои в домы;
20Οστις εκ των θεραποντων του Φαραω εφοβηθη τον λογον του Κυριου, συνηγαγε ταχεως εις τας οικιας τους δουλους αυτου και τα κτηνη αυτου·
21а кто не обратил сердца своего к слову Господню, тот оставил рабов своих и стада свои в поле.
21οστις ομως δεν επροσεξεν εις τον λογον του Κυριου, αφηκε τους δουλους αυτου και τα κτηνη αυτου εν τοις αγροις.
22И сказал Господь Моисею: простри руку твою к небу, и падет град на всю землю Египетскую, на людей, на скот и на всю траву полевую в земле Египетской.
22[] Και ειπε Κυριος προς τον Μωυσην, Εκτεινον την χειρα σου προς τον ουρανον, και θελει γεινει χαλαζα εφ' ολην την γην της Αιγυπτου, επι ανθρωπους και επι κτηνη και επι παντα χορτον του αγρου εν τη γη της Αιγυπτου.
23И простер Моисей жезл свой к небу, и Господь произвел гром и град, и огонь разливался по земле; и послал Господь град на землю Египетскую;
23Και εξετεινεν ο Μωυσης την ραβδον αυτου προς τον ουρανον, και ο Κυριος επεμψε βροντας και χαλαζαν και διετρεχε το πυρ επι την γην· και ο Κυριος εβρεξε χαλαζαν επι την γην της Αιγυπτου·
24и был град и огонь между градом, град весьма сильный,какого не было во всей земле Египетской со времени населения ее.
24ωστε ητο χαλαζα και πυρ φλογιζον εν τη χαλαζη, χαλαζα βαρεια, οποια δεν εγεινε ποτε εφ' ολην την γην της Αιγυπτου, αφου κατεσταθη εθνος.
25И побил град по всей земле Египетской все, что было в поле, от человека до скота, и всю траву полевую побил град, и все деревья в поле поломал;
25Και επαταξεν η χαλαζα εν παση τη γη της ιγυπτου παν το εν τοις αγροις, απο ανθρωπου εως κτηνους· και παντα τον χορτον του αγρου επαταξεν η χαλαζα και παντα τα δενδρα του αγρου συνετριψε.
26только в земле Гесем, где жили сыны Израилевы, не было града.
26Μονον εν τη γη Γεσεν, οπου ησαν οι υιοι Ισραηλ, δεν εγεινε χαλαζα.
27И послал фараон, и призвал Моисея и Аарона, и сказал им: на этот раз я согрешил; Господь праведен, а я и народ мой виновны;
27Τοτε ο Φαραω αποστειλας εκαλεσε τον Μωυσην και τον Ααρων και ειπε προς αυτους, Ταυτην την φοραν ημαρτησα· ο Κυριος ειναι δικαιος· εγω δε και ο λαος μου ειμεθα ασεβεις·
28помолитесь Господу: пусть перестанут громы Божии и град; и отпущувас и не буду более удерживать.
28δεηθητε του Κυριου, ωστε να παυσωσι του να γινωνται βρονται Θεου και χαλαζα· και εγω θελω σας εξαποστειλει, και δεν θελετε μεινει πλεον.
29Моисей сказал ему: как скоро я выйду из города, простру руки мои к Господу; громы перестанут, и града более не будет, дабы ты узнал, что Господня земля;
29Και ειπεν ο Μωυσης προς αυτον, καθως εξελθω εκ της πολεως, θελω εκτεινει τας χειρας μου προς τον Κυριον· αι βρονται θελουσι παυσει και χαλαζα δεν θελει εισθαι πλεον· δια να γνωρισης οτι του Κυριου ειναι η γη·
30но я знаю, что ты и рабы твои еще не убоитесь Господа Бога.
30πλην συ και οι θεραποντες σου, εξευρω οτι ακομη δεν θελετε φοβηθη απο προσωπου Κυριου του Θεου.
31Лен и ячмень были побиты, потому что ячмень выколосился, а лен осеменился;
31Εκτυπηθησαν δε το λιναριον και η κριθη· διοτι η κριθη ητο σταχυωμενη και το λιναριον καλαμωμενον·
32а пшеница и полба не побиты, потому что они были поздние.
32ο σιτος ομως και η ζεα δεν εκτυπηθησαν, διοτι ησαν οψιμα.
33И вышел Моисей от фараона из города и простер руки свои к Господу, и прекратились гром и град, и дождь перестал литься на землю.
33Και εξηλθεν ο Μωυσης εξω της πολεως απο του Φαραω και εξετεινε τας χειρας αυτου προς τον Κυριον· και αι βρονται και η χαλαζα επαυσαν και βροχη δεν εσταξε πλεον επι της γης.
34И увидел фараон, что перестал дождь и град и гром, и продолжал грешить, и отягчил сердце свое сам и рабы его.
34Και οτε ειδεν ο Φαραω οτι επαυσεν η βροχη και η χαλαζα και αι βρονται, εξηκολουθησε να αμαρτανη και εσκληρυνε την καρδιαν αυτου, αυτος και οι θεραποντες αυτου.
35И ожесточилось сердце фараона, и он не отпустил сынов Израилевых, как и говорил Господь чрез Моисея.
35Και εσκληρυνθη η καρδια του Φαραω και δεν εξαπεστειλε τους υιους Ισραηλ, καθως ελαλησε Κυριος δια του Μωυσεως.