Russian 1876

Greek: Modern

Numbers

14

1И подняло все общество вопль, и плакал народво всю ту ночь;
1[] Και πασα η συναγωγη υψωσασα την φωνην αυτης εβοησε· και εκλαυσεν ο λαος την νυκτα εκεινην.
2и роптали на Моисея и Аарона все сыны Израилевы, и все общество сказало им: о, если бы мы умерли в земле Египетской, или умерли бы в пустыне сей!
2Και παντες οι υιοι Ισραηλ εγογγυζον κατα του Μωυσεως και του Ααρων, και ειπε προς αυτους πασα η συναγωγη, Ειθε να απεθνησκομεν εν γη Αιγυπτου· η εν τη ερημω ταυτη ειθε να απεθνησκομεν·
3и для чего Господь ведет нас в землю сию, чтобы мы пали от меча? жены наши и дети наши достанутся в добычу врагам ; не лучше ли нам возвратиться в Египет?
3και δια τι μας εφερεν ο Κυριος εις την γην ταυτην να πεσωμεν δια μαχαιρας, να γεινωσι διαρπαγη αι γυναικες και τα τεκνα ημων; δεν ητο καλητερον εις ημας να επιστρεψωμεν εις την Αιγυπτον;
4И сказали друг другу: поставим себе начальника и возвратимся в Египет.
4Και ελεγεν ο εις προς τον αλλον, Ας καμωμεν αρχηγον και ας επιστρεψωμεν εις την Αιγυπτον.
5И пали Моисей и Аарон на лица свои пред всем собранием общества сынов Израилевых.
5[] Τοτε επεσεν ο Μωυσης και ο Ααρων κατα προσωπον αυτων ενωπιον ολου του πληθους της συναγωγης των υιων Ισραηλ.
6И Иисус, сын Навин, и Халев, сын Иефонниин, из осматривавших землю, разодрали одежды свои
6Και Ιησους ο υιος του Ναυη και Χαλεβ ο υιος του Ιεφοννη, εκ των κατασκοπευσαντων την γην, διεσχισαν τα ιματια αυτων·
7и сказали всему обществу сынов Израилевых: земля, которую мы проходили для осмотра, очень, очень хороша;
7και ειπον προς πασαν την συναγωγην των υιων Ισραηλ λεγοντες, Η γη, την οποιαν διεπερασαμεν δια να κατασκοπευσωμεν αυτην, ειναι γη αγαθη σφοδρα σφοδρα·
8если Господь милостив к нам, то введет нас в землю сию и даст нам ее– эту землю, в которой течет молоко и мед;
8εαν ο Κυριος ευαρεστηται εις ημας, τοτε θελει φερει εμας εις την γην ταυτην και θελει δωσει αυτην εις ημας, γην ρεουσαν γαλα και μελι·
9только против Господа не восставайте и не бойтесь народа земли сей; ибо он достанетсянам на съедение: защиты у них не стало, а с нами Господь; не бойтесь их.
9μονον μη αποστατειτε κατα του Κυριου μηδε φοβεισθε τον λαον της γης· διοτι αυτοι ειναι ψωμιον δι' ημας· η σκεπη αυτων απεσυρθη επανωθεν αυτων, και ο Κυριος ειναι μεθ' ημων· μη φοβεισθε αυτους.
10И сказало все общество: побить их камнями! Но слава Господня явилась в скинии собрания всем сынам Израилевым.
10Και ειπε πασα η συναγωγη να λιθοβολησωσιν αυτους με λιθους· Και η δοξα του Κυριου επεφανη επι τη σκηνη του μαρτυριου εις παντας τους υιους Ισραηλ.
11И сказал Господь Моисею: доколе будет раздражать Меня народ сей? и доколе будет он не верить Мне при всех знамениях, которые делал Я среди его?
11[] Και ειπε Κυριος προς τον Μωυσην, Εως ποτε θελει με παροργιζει ο λαος ουτος; και εως ποτε δεν θελουσι πιστευει εις εμε, μετα παντα τα σημεια τα οποια εκαμα εν μεσω αυτων;
12поражу его язвою и истреблю его и произведу от тебя народ многочисленнее и сильнее его.
12θελω παταξει αυτους με θανατικον και θελω εξολοθρευσει αυτους, και σε θελω καμει εις εθνος μεγαλητερον και δυνατωτερον αυτων.
13Но Моисей сказал Господу: услышат Египтяне, из среды которых Тысилою Твоею вывел народ сей,
13Και ειπεν ο Μωυσης προς τον Κυριον, Τοτε η Αιγυπτος θελει ακουσει διοτι συ ανεβιβασας τον λαον τουτον εν τη δυναμει σου εκ μεσου αυτων·
14и скажут жителям земли сей, которые слышали, что Ты, Господь, находишьсясреди народа сего, и что Ты, Господь, даешь им видеть Себя лицем к лицу, и облако Твое стоит над ними, и Ты идешь пред ними днем в столпе облачном, а ночью в столпе огненном;
14και θελουσιν ειπει τουτο προς τους κατοικους της γης ταυτης· οιτινες ηκουσαν οτι συ, Κυριε, εισαι εν μεσω του λαου τουτου, οτι συ, Κυριε, φαινεσαι προσωπον προς προσωπον, και η νεφελη σου ισταται επ' αυτους, και συ προπορευεσαι αυτων την ημεραν εν στυλω νεφελης, την δε νυκτα εν στυλω πυρος.
15и если Ты истребишь народ сей, как одного человека, то народы, которые слышали славу Твою, скажут:
15Εαν λοιπον θανατωσης τον λαον τουτον ως ενα ανθρωπον, τοτε τα εθνη, τα οποια ηκουσαν το ονομα σου, θελουσιν ειπει λεγοντες,
16Господь не мог ввести народ сей в землю, которую Он с клятвою обещал ему, а потому и погубил его в пустыне.
16Επειδη δεν ηδυνατο ο Κυριος να φερη τον λαον τουτον εις την γην, την οποιαν ωμοσε προς αυτους, δια τουτο κατεστρεψεν αυτους εν τη ερημω.
17Итак да возвеличится сила Господня, как Ты сказал, говоря:
17Και τωρα, δεομαι σου, ας μεγαλυνθη η δυναμις του Κυριου μου καθ' ον τροπον ειπας λεγων,
18Господь долготерпелив и многомилостив, прощающий беззакония ипреступления, и не оставляющий без наказания, но наказывающий беззаконие отцов в детях до третьего и четвертого рода.
18Ο Κυριος ειναι μακροθυμος και πολυελεος, συγχωρων ανομιαν και παραβασιν, και οστις κατ' ουδενα τροπον δεν θελει αθωωσει τον ενοχον, ανταποδιδων την ανομιαν των πατερων επι τα τεκνα εως τριτης και τεταρτης γενεας.
19Прости грех народу сему по великой милости Твоей, как Ты прощалнарод сей от Египта доселе.
19Συγχωρησον, δεομαι, την ανομιαν του λαου τουτου κατα το μεγα ελεος σου και καθως συνεχωρησας τον λαον τουτον απο της Αιγυπτου μεχρι του νυν.
20И сказал Господь Моисею : прощаю по слову твоему;
20[] Και ειπε Κυριος, Συνεχωρησα αυτους κατα τον λογον σου·
21но жив Я, и славы Господней полна вся земля:
21αλλα ζω εγω, και θελει εμπλησθη πασα η γη απο της δοξης του Κυριου.
22все, которые видели славу Мою и знамения Мои, сделанные Мною в Египте и в пустыне, и искушали Меня уже десять раз, и не слушали гласаМоего,
22Επειδη παντες οι ανδρες, οι ιδοντες την δοξαν μου και τα σημεια μου, τα οποια εκαμον εν τη Αιγυπτω και εν τη ερημω, με παρωργισαν ηδη δεκακις και δεν υπηκουσαν εις την φωνην μου,
23не увидят земли, которую Я с клятвою обещал отцам их; все, раздражавшие Меня, не увидят ее;
23βεβαιως δεν θελουσιν ιδει την γην, την οποιαν ωμοσα προς τους πατερας αυτων· ουδεις εκ των παροργισαντων με θελει ιδει αυτην.
24но раба Моего, Халева, за то, что в нем был иной дух, и он совершенно повиновался Мне, введу в землю, в которую он ходил, и семя его наследует ее;
24Τον δε δουλον μου Χαλεβ, επειδη εχει εν εαυτω αλλο πνευμα και με ηκολουθησεν εντελως, τουτον θελω φερει εις την γην εις την οποιαν εισηλθε, και το σπερμα αυτου θελει κληρονομησει αυτην.
25Амаликитяне и Хананеи живут в долине; завтра обратитесь и идите в пустыню к Чермному морю.
25Οι δε Αμαληκιται και οι Χαναναιοι κατοικουσιν εν τη κοιλαδι. Αυριον στρεψατε και υπαγετε εις την ερημον κατα την οδον της Ερυθρας θαλασσης.
26И сказал Господь Моисею и Аарону, говоря:
26Και ειπε Κυριος προς τον Μωυσην και προς τον Ααρων λεγων,
27доколе злому обществу сему роптать на Меня? ропот сынов Израилевых, которым они ропщут на Меня, Я слышу.
27Εως ποτε θελω υποφερει την συναγωγην ταυτην την πονηραν, οσα αυτοι γογγυζουσιν εναντιον μου; ηκουσα τους γογγυσμους των υιων Ισραηλ, τους οποιους γογγυζουσιν εναντιον μου.
28Скажи им: живу Я, говорит Господь: как говорили вы вслух Мне, так и сделаю вам;
28Ειπε προς αυτους, Ζω εγω, λεγει ο Κυριος, καθως σεις ελαλησατε εις τα ωτα μου, ουτω βεβαιως θελω καμει εις εσας·
29в пустыне сей падут тела ваши, и все вы исчисленные, сколько вас числом, от двадцати лет и выше, которые роптали на Меня,
29τα πτωματα σας θελουσι πεσει εν τη ερημω ταυτη· και παντες οι απηριθμημενοι απο σας καθ' ολον τον αριθμον σας, απο εικοσι ετων και επανω, οσοι εγογγυσαν εναντιον μου,
30не войдете в землю, на которой Я, подъемля руку Мою, клялся поселить вас, кроме Халева, сына Иефонниина, и Иисуса, сына Навина;
30βεβαιως δεν θελετε εισελθει σεις εις την γην, περι της οποιας ωμοσα να σας κατοικισω εν αυτη, εκτος του Χαλεβ υιου του Ιεφοννη και του Ιησου υιου του Ναυη·
31детей ваших, о которых вы говорили, что они достанутся в добычу врагам , Я введу туда , и ониузнают землю, которую вы презрели,
31αλλα τα παιδια σας, τα οποια ειπετε οτι θελουσι γινει εις διαρπαγην, ταυτα θελω εισαγαγει, και θελουσι γνωρισει την γην την οποιαν σεις κατεφρονησατε·
32а ваши трупы падут в пустыне сей;
32τα δε πτωματα υμων θελουσι πεσει εν τη ερημω ταυτη·
33а сыны ваши будут кочевать в пустыне сорок лет, и будут нести наказание за блудодейство ваше, доколе не погибнут все тела ваши в пустыне;
33και τα τεκνα σας θελουσι περιπλανασθαι εν τη ερημω τεσσαρακοντα ετη και θελουσι φερει εαυτα την ποινην της πορνειας σας, εωσου διαφθαρωσι τα πτωματα σας εν τη ερημω·
34по числу сорока дней, в которые вы осматривали землю, вы понесетенаказание за грехи ваши сорок лет, год за день, дабы вы познали, что значит быть оставленным Мною.
34κατα τον αριθμον των ημερων εις τας οποιας κατεσκοπευσατε την γην, ημερας τεσσαρακοντα, εκαστης ημερας λογιζομενης δι' εν ετος, τεσσαρακοντα ετη θελετε φερει εφ' εαυτους τας ανομιας σας, και θελετε γνωρισει την εγκαταλειψιν μου.
35Я, Господь, говорю, и так и сделаю со всем сим злым обществом,восставшим против Меня: в пустыне сей все они погибнут и перемрут.
35Εγω ο Κυριος ελαλησα· βεβαιως θελω καμει τουτο εις πασαν την συναγωγην την πονηραν ταυτην, την επισυνηγμενην επ' εμε· εν τη ερημω ταυτη θελουσιν εξολοθρευθη και εκει θελουσιν αποθανει.
36И те, которых посылал Моисей для осмотрения земли, и которые, возвратившись, возмутили против него все сие общество, распуская худую молву о земле,
36[] Και οι ανθρωποι, τους οποιους απεστειλεν ο Μωυσης δια να κατασκοπευσωσι την γην, οιτινες επιστρεψαντες εκαμον πασαν την συναγωγην να γογγυση εναντιον αυτου, δυσφημουντες την γην,
37сии, распустившие худую молву о земле, умерли, быв поражены пред Господом;
37και οι ανθρωποι εκεινοι, οιτινες εδυσφημησαν την γην, απεθανον εν τη πληγη ενωπιον του Κυριου.
38только Иисус, сын Навин, и Халев, сын Иефонниин, остались живы из тех мужей, которые ходили осматривать землю.
38Ιησους δε ο υιος του Ναυη και Χαλεβ ο υιος του Ιεφοννη εζησαν, εκ των ανθρωπων εκεινων οιτινες υπηγαν να κατασκοπευσωσι την γην.
39И сказал Моисей слова сии пред всеми сынами Израилевыми, и народ сильно опечалился.
39Και ελαλησεν ο Μωυσης τους λογους τουτους προς παντας τους υιους Ισραηλ· και επενθησεν ο λαος σφοδρα.
40И, встав рано поутру, пошли на вершину горы, говоря: вот, мы пойдем на то место, о котором сказал Господь, ибо мы согрешили.
40Και σηκωθεντες ενωρις το πρωι, ανεβησαν εις την κορυφην του ορους, λεγοντες, Ιδου, ημεις, και θελομεν αναβη εις τον τοπον τον οποιον μας υπεσχεθη ο Κυριος· διοτι ημαρτησαμεν.
41Моисей сказал: для чего вы преступаете повеление Господне? это будет безуспешно;
41Και ειπεν ο Μωυσης, Δια τι σεις παραβαινετε την προσταγην του Κυριου; τουτο βεβαιως δεν θελει ευοδοθη·
42не ходите, ибо нет среди вас Господа, чтобы не поразили вас врагиваши;
42μη αναβαινετε· διοτι δεν ειναι ο Κυριος μεθ' υμων· δια να μη κτυπηθητε εμπροσθεν των εχθρων σας·
43ибо Амаликитяне и Хананеи там пред вами, и вы падете от меча, потому что вы отступили от Господа, и не будет с вами Господа.
43διοτι οι Αμαληκιται και οι Χαναναιοι ειναι εκει εμπροσθεν σας και θελετε πεσει εν μαχαιρα· επειδη εξεκλινατε απο του Κυριου, δια τουτο ο Κυριος δεν θελει εισθαι μεθ' υμων.
44Но они дерзнули подняться на вершину горы; ковчег же завета Господня и Моисей не оставляли стана.
44Αλλ' αυτοι απετολμησαν να αναβωσιν εις την κορυφην του ορους· η κιβωτος ομως της διαθηκης του Κυριου και ο Μωυσης δεν εκινηθησαν εκ μεσου του στρατοπεδου.
45И сошли Амаликитяне и Хананеи, живущие на горе той, и разбили их, и гнали их до Хормы.
45Τοτε οι Αμαληκιται και οι Χαναναιοι οι κατοικουντες εν τω ορει εκεινω, κατεβησαν και επαταξαν αυτους και κατεδιωξαν αυτους εως Ορμα.