Russian 1876

Greek: Modern

Revelation

10

1И видел я другого Ангела сильного, сходящего с неба, облеченного облаком; над головою его была радуга, и лицеего как солнце, и ноги его как столпы огненные,
1[] Και ειδον αλλον αγγελον ισχυρον καταβαινοντα εκ του ουρανου, ενδεδυμενον νεφελην, και ητο ιρις επι της κεφαλης αυτου, και το προσωπον αυτου ως ο ηλιος, και οι ποδες αυτου ως στυλοι πυρος,
2в руке у него была книжка раскрытая. И поставил он правую ногу свою на море, а левую на землю,
2και ειχεν εν τη χειρι αυτου βιβλιαριον ανεωγμενον. Και εθεσε τον ποδα αυτου τον δεξιον επι την θαλασσαν, τον δε αριστερον επι την γην,
3и воскликнул громким голосом, как рыкает лев; и когда он воскликнул, тогда семь громов проговорили голосами своими.
3και εκραξε μετα φωνης μεγαλης καθως βρυχαται ο λεων. Και οτε εκραξεν, ελαλησαν αι επτα βρονται τας εαυτων φωνας.
4И когда семь громов проговорили голосами своими, я хотел было писать; но услышал голос с неба, говорящий мне: скрой, что говорили семь громов, и не пиши сего.
4Και οτε ελαλησαν αι επτα βρονται τας φωνας εαυτων, εμελλον να γραφω· και ηκουσα φωνην εκ του ουρανου λεγουσαν προς εμε. Σφραγισον εκεινα, τα οποια ελαλησαν αι επτα βρονται, και μη γραψης ταυτα.
5И Ангел, которого я видел стоящим на море и на земле, поднял руку свою к небу
5Και ο αγγελος, τον οποιον ειδον ισταμενον επι της θαλασσης και επι της γης, εσηκωσε την χειρα αυτου εις τον ουρανον
6и клялся Живущим во веки веков, Который сотворил небо и все, что на нем, землю и все, что наней, и море и все, что в нем, что времени уже не будет;
6και ωμοσεν εις τον ζωντα εις τους αιωνας των αιωνων, οστις εκτισε τον ουρανον και τα εν αυτω, και την γην και τα εν αυτη και την θαλασσαν και τα εν αυτη, οτι καιρος δεν θελει εισθαι ετι,
7но в те дни, когда возгласит седьмой Ангел, когда он вострубит, совершится тайна Божия, как Он благовествовал рабам Своим пророкам.
7αλλ' εν ταις ημεραις της φωνης του εβδομου αγγελου, οταν μελλη να σαλπιση, τοτε θελει τελεσθη το μυστηριον του Θεου, καθως εφανερωσε προς τους εαυτου δουλους τους προφητας.
8И голос, который я слышал с неба, опять стал говорить со мною, и сказал: пойди, возьми раскрытую книжку из руки Ангела, стоящего на море и на земле.
8[] Και η φωνη, την οποιαν ηκουσα εκ του ουρανου, παλιν ελαλει μετ' εμου και ελεγεν· Υπαγε, λαβε το βιβλιαριον το ανεωγμενον εν τη χειρι του αγγελου του ισταμενου επι της θαλασσης και επι της γης.
9И я пошел к Ангелу, и сказал ему: даймне книжку. Он сказал мне: возьми и съешь ее; она будет горька во чреве твоем, но в устах твоих будет сладка, как мед.
9Και υπηγα προς τον αγγελον, λεγων προς αυτον, Δος μοι το βιβλιαριον. Και λεγει προς εμε· Λαβε και καταφαγε αυτο, και θελει πικρανει την κοιλιαν σου, πλην εν τω στοματι σου θελει εισθαι γλυκυ ως μελι.
10И взял я книжку из руки Ангела, и съел ее; и она в устах моих была сладка, как мед; когда же съел ее, то горько стало во чреве моем.
10Και ελαβον το βιβλιαριον εκ της χειρος του αγγελου και κατεφαγον αυτο· και ητο εν τω στοματι μου ως μελι γλυκυ· και οτε εφαγον αυτο επικρανθη η κοιλια μου.
11И сказал он мне: тебе надлежит опять пророчествовать о народах и племенах, и языках и царях многих.
11Και μοι λεγει· Πρεπει παλιν να προφητευσης περι λαων και εθνων και γλωσσων και βασιλεων πολλων.