1Истину говорю во Христе, не лгу, свидетельствует мне совесть моя в Духе Святом,
1[] Αληθειαν λεγω εν Χριστω, δεν ψευδομαι, εχων συμμαρτυρουσαν με εμε την συνειδησιν μου εν Πνευματι Αγιω,
2что великая для меня печаль и непрестанное мучение сердцу моему:
2οτι εχω λυπην μεγαλην και αδιαλειπτον οδυνην εν τη καρδια μου.
3я желал бы сам быть отлученным от Христа за братьев моих, родных мне по плоти,
3Διοτι ηυχομην αυτος εγω να ημαι αναθεμα απο του Χριστου υπερ των αδελφων μου, των κατα σαρκα συγγενων μου,
4то есть Израильтян, которым принадлежат усыновление и слава, и заветы, и законоположение, и богослужение, и обетования;
4οιτινες ειναι Ισραηλιται, των οποιων ειναι η υιοθεσια και η δοξα και αι διαθηκαι και η νομοθεσια και η λατρεια και αι επαγγελιαι,
5их и отцы, и от них Христос по плоти, сущий над всем Бог, благословенный во веки, аминь.
5των οποιων ειναι οι πατερες, και εκ των οποιων εγεννηθη ο Χριστος το κατα σαρκα, ο ων επι παντων Θεος ευλογητος εις τους αιωνας· αμην.
6Но не то, чтобы слово Божие не сбылось: ибо не все те Израильтяне, которые от Израиля;
6[] Αλλα δεν ειναι δυνατον οτι εξεπεσεν ο λογος του Θεου. Διοτι παντες οι εκ του Ισραηλ δεν ειναι ουτοι Ισραηλ,
7и не все дети Авраама, которые от семени его, но сказано: в Исааке наречется тебе семя.
7ουδε διοτι ειναι σπερμα του Αβρααμ, δια τουτο ειναι παντες τεκνα, αλλ' Εν τω Ισαακ θελει κληθη εις σε σπερμα.
8То есть не плотские дети суть дети Божии, но дети обетования признаются за семя.
8Τουτεστι, τα τεκνα της σαρκος ταυτα δεν ειναι τεκνα Θεου, αλλα τα τεκνα της επαγγελιας λογιζονται δια σπερμα.
9А слово обетования таково: в это же время приду, и у Сарры будет сын.
9Διοτι ο λογος της επαγγελιας ειναι ουτος· Κατα τον καιρον τουτον θελω ελθει και η Σαρρα θελει εχει υιον.
10И не одно это; но так было и с Ревеккою, когда она зачала в одно время двух сыновей от Исаака, отца нашего.
10Και ουχι μονον τουτο, αλλα και η Ρεβεκκα, οτε συνελαβε δυο εξ ενος ανδρος, Ισαακ του πατρος ημων·
11Ибо, когда они еще не родились и не сделали ничего доброго или худого(дабы изволение Божие в избрании происходило
11διοτι πριν ετι γεννηθωσι τα παιδια, και πριν πραξωσι τι αγαθον η κακον, δια να μενη ο κατ' εκλογην προορισμος του Θεου, ουχι εκ των εργων, αλλ' εκ του καλουντος,
12не от дел, но от Призывающего), сказано было ей: больший будет в порабощении у меньшего,
12ερρεθη προς αυτην οτι ο μεγαλητερος θελει δουλευσει εις τον μικροτερον,
13как и написано: Иакова Я возлюбил, а Исава возненавидел.
13καθως ειναι γεγραμμενον· Τον Ιακωβ ηγαπησα, τον δε Ησαυ εμισησα.
14Что же скажем? Неужели неправда у Бога? Никак.
14[] Τι λοιπον θελομεν ειπει; Μηπως ειναι αδικια εις τον Θεον; μη γενοιτο.
15Ибо Он говорит Моисею: кого миловать, помилую; кого жалеть, пожалею.
15Διοτι προς τον Μωυσην λεγει· θελω ελεησει οντινα ελεω, και θελω οικτειρησει οντινα οικτειρω.
16Итак помилование зависит не от желающего и не от подвизающегося, но от Бога милующего.
16Αρα λοιπον δεν ειναι του θελοντος ουδε του τρεχοντος, αλλα του ελεουντος Θεου.
17Ибо Писание говорит фараону: для того самого Я ипоставил тебя, чтобы показать над тобою силу Мою и чтобы проповедано было имя Мое по всей земле.
17Διοτι η γραφη λεγει προς τον Φαραω οτι δι' αυτο τουτο σε εξηγειρα, δια να δειξω εν σοι την δυναμιν μου, και δια να διαγγελθη το ονομα μου εν παση τη γη.
18Итак, кого хочет, милует; а кого хочет, ожесточает.
18Αρα λοιπον οντινα θελει ελεει και οντινα θελει σκληρυνει.
19Ты скажешь мне: „за что же еще обвиняет? Ибо ктопротивостанет воле Его?"
19Θελεις λοιπον μοι ειπει· Δια τι πλεον μεμφεται; εις το θελημα αυτου τις εναντιουται;
20А ты кто, человек, что споришь с Богом? Изделие скажет ли сделавшему его: „зачем ты меня так сделал?"
20Αλλα μαλιστα συ, ω ανθρωπε, τις εισαι, οστις ανταποκρινεσαι προς τον Θεον; Μηπως το πλασμα θελει ειπει προς τον πλασαντα, Δια τι με εκαμες ουτως;
21Не властен ли горшечник над глиною, чтобы из той же смеси сделать один сосуд для почетного употребления , а другой для низкого?
21Η δεν εχει εξουσιαν ο κεραμευς του πηλου, απο του αυτου μιγματος να καμη αλλο μεν σκευος εις τιμην, αλλο δε εις ατιμιαν;
22Что же, если Бог, желая показать гнев и явить могущество Свое, с великим долготерпением щадил сосуды гнева, готовые к погибели,
22Τι δε, αν ο Θεος, θελων να δειξη την οργην αυτου και να καμη γνωστην την δυναμιν αυτου, υπεφερε μετα πολλης μακροθυμιας σκευη οργης κατεσκευασμενα εις απωλειαν,
23дабы вместе явить богатство славы Своей над сосудами милосердия, которые Он приготовил к славе,
23και δια να γνωστοποιηση τον πλουτον της δοξης αυτου επι σκευη ελεους, τα οποια προητοιμασεν εις δοξαν,
24над нами, которых Он призвал не только из Иудеев, но и из язычников?
24ημας τους οποιους εκαλεσεν ουχι μονον εκ των Ιουδαιων αλλα και εκ των εθνων;
25Как и у Осии говорит: не Мой народ назову Моим народом, и не возлюбленную – возлюбленною.
25[] Καθως και εν τω Ωσηε λεγει· Θελω καλεσει λαον μου τον ου λαον μου, και ηγαπημενην την ουκ ηγαπημενην·
26И на том месте, где сказано им: вы не Мой народ, там названы будут сынами Богаживаго.
26και εν τω τοπω, οπου ερρεθη προς αυτους, δεν εισθε λαος μου, εκει θελουσι καλεσθη υιοι Θεου ζωντος.
27А Исаия провозглашает об Израиле: хотя бы сыны Израилевы были числом, как песок морской, только остаток спасется;
27Ο δε Ησαιας κραζει υπερ του Ισραηλ· Αν και ο αριθμος των υιων Ισραηλ ηναι ως η αμμος της θαλασσης, το υπολοιπον αυτων θελει σωθη·
28ибо дело оканчивает и скоро решит по правде, дело решительное совершит Господь на земле.
28διοτι θελει τελειωσει και συντεμει λογαριασμον μετα δικαιοσυνης, επειδη συντετμημενον λογαριασμον θελει καμει ο Κυριος επι της γης.
29И, как предсказал Исаия: если бы Господь Саваоф неоставил нам семени, то мы сделались бы, как Содом, и были бы подобны Гоморре.
29Και καθως προειπεν ο Ησαιας· Εαν ο Κυριος Σαβαωθ δεν ηθελεν αφησει εις ημας σπερμα, ως τα Σοδομα ηθελομεν γεινει και με τα Γομορρα ηθελομεν ομοιωθη.
30Что же скажем? Язычники, не искавшие праведности,получили праведность, праведность от веры.
30[] Τι λοιπον θελομεν ειπει; Οτι τα εθνη τα μη ζητουντα δικαιοσυνην εφθασαν εις δικαιοσυνην, δικαιοσυνην δε την εκ πιστεως,
31А Израиль, искавший закона праведности, не достиг до закона праведности.
31ο δε Ισραηλ ζητων νομον δικαιοσυνης, εις νομον δικαιοσυνης δεν εφθασε.
32Почему? потому что искали не в вере, а в делах закона. Ибо преткнулись о камень преткновения,
32Δια τι; Επειδη δεν εζητει αυτην εκ πιστεως, αλλ' ως εκ των εργων του νομου· διοτι προσεκοψαν εις τον λιθον του προσκομματος,
33как написано: вот, полагаю в Сионе камень преткновения и камень соблазна; но всякий, верующий в Него, не постыдится.
33καθως ειναι γεγραμμενον· Ιδου, θετω εν Σιων λιθον προσκομματος και πετραν σκανδαλου, και πας ο πιστευων επ' αυτον δεν θελει καταισχυνθη.