1Zvino mazuva matanhatu pasika isati yasvika Jesu wakasvika Bhetaniya, paiva naRazaro wakange afa, waakamutsa kuvakafa.
1[] Ο Ιησους λοιπον προ εξ ημερων του πασχα ηλθεν εις Βηθανιαν, οπου ητο ο Λαζαρος ο αποθανων, τον οποιον ανεστησεν εκ νεκρων.
2Naizvozvo vakamuitira chirayiro ipapo, uye Marita waishandira; naRazaro wakange ari umwe wevakange vagere naye pakudya.
2Και εκαμαν εις αυτον δειπνον εκει, και η Μαρθα υπηρετει· ο δε Λαζαρος ητο εις εκ των συγκαθημενων μετ' αυτου.
3Zvino Maria akatora paundi* yemafuta enadhi* omene, ane mutengo mukuru, akazodza tsoka dzaJesu, akapusika tsoka dzake nevhudzi rake; imba ikazadzwa nekunhuhwira kwemafuta.
3Τοτε η Μαρια, λαβουσα μιαν λιτραν μυρου ναρδου καθαρας πολυτιμου, ηλειψε τους ποδας του Ιησου και με τας τριχας αυτης εσπογγισε τους ποδας αυτου· η δε οικια επλησθη εκ της οσμης του μυρου.
4Naizvozvo umwe wevadzidzi vake, Judhasi Isikariyoti waSimoni wakange achazomutengesa, akati:
4Λεγει λοιπον εις εκ των μαθητων αυτου, ο Ιουδας Σιμωνος ο Ισκαριωτης, οστις εμελλε να παραδωση αυτον·
5Mafuta awa aregerei kutengeswa nemadhenari* mazana matatu, akapiwa varombo?
5Δια τι τουτο το μυρον δεν επωληθη τριακοσια δηναρια και εδοθη εις τους πτωχους;
6Wakarevawo izvi, kwete kuti wakava nehanya nevarombo, asi nekuti waiva mbavha, uye waiva nechikwama, achitakura zvaiiswamo.
6Ειπε δε τουτο ουχι διοτι εμελεν αυτον περι των πτωχων, αλλα διοτι ητο κλεπτης και ειχε το γλωσσοκομον και εβασταζε τα βαλλομενα εις αυτο.
7Naizvozvo Jesu wakati: Muregei; wamachengetedzera zuva rekuvigwa kwangu.
7Ειπε λοιπον ο Ιησους· Αφες αυτην, εις την ημεραν του ενταφιασμου μου εφυλαξεν αυτο.
8Nekuti varombo munavo nguva dzose, asi ini hamuneni nguva dzose.
8Διοτι τους πτωχους παντοτε εχετε μεθ' εαυτων, εμε ομως παντοτε δεν εχετε.
9Naizvozvo chaunga chikuru chevaJudha chakaziva kuti uripo; ndokuuya kwete nekuda kwaJesu chete, asi kuti vaonewo Razaro, waakange amutsa kuvakafa.
9Εμαθε δε οχλος πολυς εκ των Ιουδαιων οτι ειναι εκει, και ηλθον ουχι δια τον Ιησουν μονον, αλλα δια να ιδωσι και τον Λαζαρον, τον οποιον ανεστησεν εκ νεκρων.
10Asi vapristi vakuru vakarangana kuti vauraye Razarowo;
10Συνεβουλευθησαν δε οι αρχιερεις, δια να θανατωσωσι και τον Λαζαρον,
11nekuti nekuda kwake vazhinji vevaJudha vaibva, vachitenda kuna Jesu.
11διοτι πολλοι εκ των Ιουδαιων δι' αυτον υπηγαινον και επιστευον εις τον Ιησουν.
12Chifume chaunga chikuru chakange chauya kumutambo, chakati chanzwa kuti Jesu unouya kuJerusarema,
12[] Τη επαυριον οχλος πολυς ο ελθων εις την εορτην, ακουσαντες οτι ερχεται ο Ιησους εις Ιεροσολυμα,
13vakatora matavi emichindwe, vakabuda kunomuchingamidza, vakadanidzira vachiti: Hosana*! Wakaropafadzwa unouya muzita raIshe, Mambo waIsraeri.
13ελαβον τα βαια των φοινικων και εξηλθον εις υπαντησιν αυτου και εκραζον· Ωσαννα, ευλογημενος ο ερχομενος εν ονοματι Κυριου, ο βασιλευς του Ισραηλ.
14Zvino Jesu awana dhongwana, akagara pamusoro paro, sezvazvakanyorwa zvichinzi:
14Ευρων δε ο Ιησους οναριον, εκαθησεν επ' αυτο, καθως ειναι γεγραμμενον·
15Usatya, mukunda weZiyoni; tarira, Mambo wako unouya, agere pamusoro pedhongwana redhongi.
15Μη φοβου, θυγατερ Σιων· ιδου, ο βασιλευς σου ερχεται καθημενος επι πωλου ονου.
16Vadzidzi vake havana kunzwisisa zvinhu izvi pakutanga; asi Jesu wakati akudzwa, ipapo vakazorangarira kuti zvinhu izvi zvakange zvakanyorwa pamusoro pake, uye vakange vamuitira zvinhu izvi.
16Ταυτα ομως δεν ενοησαν οι μαθηται αυτου κατ' αρχας, αλλ' οτε εδοξασθη ο Ιησους, τοτε ενεθυμηθησαν οτι ταυτα ησαν γεγραμμενα δι ' αυτον, και ταυτα εκαμον εις αυτον.
17Naizvozvo chaunga chaiva naye paakadana Razaro kuti abude muguva, nekumumutsa kuvakafa, chakapupura.
17Εμαρτυρει λοιπον ο οχλος, ο ων μετ' αυτου οτε εφωναξε τον Λαζαρον εκ του μνημειου και ανεστησεν αυτον εκ νεκρων.
18Saka chaunga chakamuchingamidzavo, nekuti vakange vanzwa kuti wakaita chiratidzo ichochi.
18Δια τουτο και υπηντησεν αυτον ο οχλος, διοτι ηκουσεν οτι εκαμε το θαυμα τουτο.
19Naizvozvo vaFarisi vakataurirana, vachiti: Munoona kuti hamubatsiri chinhu; tarirai nyika inomutevera.
19Οι Φαρισαιοι λοιπον ειπον προς αλληλους· Βλεπετε οτι δεν ωφελειτε ουδεν; ιδου, ο κοσμος οπισω αυτου υπηγεν.
20Zvino kwaiva nevamwe vaGiriki pakati pevakange vakwira kunoshumira kumutambo;
20[] Ησαν δε τινες Ελληνες μεταξυ των αναβαινοντων δια να προσκυνησωσιν εν τη εορτη.
21ndivo vakauya kuna Firipi weBhetisaidha reGarirea, vakamukumbira vachiti: Ishe, tinoda kuona Jesu.
21Ουτοι λοιπον ηλθον προς τον Φιλιππον τον απο Βηθσαιδα της Γαλιλαιας, και παρεκαλουν αυτον, λεγοντες· Κυριε, θελομεν να ιδωμεν τον Ιησουν.
22Firipi akasvika akaudza Andiriyasi; uye Andiriyasi naFiripi vakaudzazve Jesu.
22Ερχεται ο Φιλιππος και λεγει προς τον Ανδρεαν, και παλιν ο Ανδρεας και ο Φιλιππος λεγουσι προς τον Ιησουν.
23Jesu ndokuvapindura achiti: Awa rasvika rekuti Mwanakomana wemunhu akudzwe.
23Ο δε Ιησους απεκριθη προς αυτους λεγων· Ηλθεν η ωρα δια να δοξασθη ο Υιος του ανθρωπου.
24Zvirokwazvo, zvirokwazvo, ndinoti kwamuri: Kunze kwekuti tsanga yegorosi yawira muvhu ikafa, iyo inogara iri yoga; asi kana ikafa, inobereka chibereko chakawanda.
24Αληθως, αληθως σας λεγω, Εαν ο κοκκος του σιτου δεν πεση εις την γην και αποθανη, αυτος μονος μενει· εαν ομως αποθανη, πολυν καρπον φερει.
25Uyo unoda upenyu hwake ucharashikirwa nahwo; neunovenga upenyu hwake panyika ino uchahwuchengetedza kusvikira kuupenyu hwusingaperi.
25Οστις αγαπα την ψυχην αυτου, θελει απολεση αυτην, και οστις μισει την ψυχην αυτου εν τω κοσμω τουτω, εις ζωην αιωνιον θελει φυλαξει αυτην.
26Kana munhu achindishandira, ngaanditevere; nepandiri ini, uchavapowo muranda wangu. Uye kana munhu achindishandira, Baba vachamukudza.
26Εαν εμε υπηρετη τις, εμε ας ακολουθη, και οπου ειμαι εγω, εκει θελει εισθαι και ο υπηρετης ο εμος· και εαν τις εμε υπηρετη, θελει τιμησει αυτον ο Πατηρ.
27Ikozvino mweya wangu unotambudzika; zvino ndichatiyi? Baba, ndiponesei paawa rino. Asi nekuda kweizvi, ndasvika paawa rino.
27[] Τωρα η ψυχη μου ειναι τεταραγμενη· και τι να ειπω; Πατερ, σωσον με εκ της ωρας ταυτης. Αλλα δια τουτο ηλθον εις την ωραν ταυτην.
28Baba, rumbidzai zita renyu. Naizvozvo inzwi rakauya richibva kudenga, richiti: Ndatorikudza, uye ndicharikudzazve.
28Πατερ, δοξασον σου το ονομα. Ηλθε λοιπον φωνη εκ του ουρανου· Και εδοξασα και παλιν θελω δοξασει.
29Naizvozvo chaunga chakange chimire chichizvinzwa chakati: Kwatinhira. Vamwe vakati: Mutumwa wataura naye.
29Ο οχλος λοιπον ο παρεστως και ακουσας ελεγεν οτι εγεινε βροντη· αλλοι ελεγον· Αγγελος ελαλησε προς αυτον.
30Jesu akapindura akati: Inzwi iri harina kuuya nekuda kwangu, asi nekuda kwenyu.
30Απεκριθη ο Ιησους και ειπεν· Η φωνη αυτη δεν εγεινε δι' εμε, αλλα δια σας.
31Ikozvino pane mutongo wenyika ino; zvino mutungamiriri wenyika ino uchadzingirwa panze.
31Τωρα ειναι κρισις του κοσμου τουτου, τωρα ο αρχων του κοσμου τουτου θελει εκβληθη εξω.
32Neni, kana ndasimudzwa panyika, ndichakwevera vose kwandiri.
32Και εγω εαν υψωθω εκ της γης, θελω ελκυσει παντας προς εμαυτον.
33Wakarevawo izvi achiratidza kuti waizofa nerufu rwakadini.
33Τουτο δε ελεγε, δεικνυων με ποιον θανατον εμελλε να αποθανη.
34Chaunga chakamupindura chichiti: Isu takanzwa pamurairo kuti Kristu uchagara nekusingaperi; zvino imwi moreva sei kuti: Mwanakomana wemunhu unofanira kusimudzwa? Ndiani uyu Mwanakomana wemunhu?
34Απεκριθη προς αυτον ο οχλος· ημεις ηκουσαμεν εκ του νομου Οτι ο Χριστος μενει εις τον αιωνα, και πως συ λεγεις Οτι πρεπει να υψωθη ο Υιος του ανθρωπου; τις ειναι ουτος ο Υιος του ανθρωπου;
35Naizvozvo Jesu wakati kwavari: Pachine chinguvana chiedza chichinemwi. Fambai muchine chiedza, zvimwe rima ringakukundai; uye unofamba murima haazivi kwaanoenda.
35Ειπε λοιπον προς αυτους ο Ιησους· Ετι ολιγον καιρον το φως ειναι μεθ' υμων· περιπατειτε ενοσω εχετε το φως, δια να μη σας καταφθαση το σκοτος· και οστις περιπατει εν τω σκοτει δεν εξευρει που υπαγει.
36Muchine chiedza, tendai kuchiedza, kuti muve vana vechiedza. Jesu wakareva zvinhu izvi, akabva, akazvivanza kwavari.
36Ενοσω εχετε το φως, πιστευετε εις το φως, δια να γεινητε υιοι του φωτος. Ταυτα ελαλησεν ο Ιησους, και απελθων εκρυφθη απ' αυτων.
37Kunyange akange aita zviratidzo zvizhinji kudai pamberi pavo, havana kutenda kwaari;
37[] Αλλ' ενω εκαμε τοσα θαυματα εμπροσθεν αυτων, δεν επιστευον εις αυτον·
38kuti shoko raIsaya muporofita rizadziswe, raakareva achiti: Ishe, ndiani wakatenda mharidzo yedu? Neruoko rwaIshe rwakazarurirwa kuna ani?
38δια να πληρωθη ο λογος του προφητου Ησαιου, τον οποιον ειπε· Κυριε, τις επιστευσεν εις το κηρυγμα ημων; και ο βραχιων του Κυριου εις τινα απεκαλυφθη;
39Naizvozvo vakange vasingagoni kutenda, nekuti Isaya wakatizve:
39Δια τουτο δεν ηδυναντο να πιστευωσι διοτι παλιν ειπεν ο Ησαιας·
40Wakapofumadza meso avo, akawomesa moyo wavo; kuti varege kuona nemeso kana kunzwisisa nemoyo, vagotendeuka, ndigovaporesa.
40Ετυφλωσε τους οφθαλμους αυτων και εσκληρυνε την καρδιαν αυτων, δια να μη ιδωσι με τους οφθαλμους και νοησωσι με την καρδιαν και επιστρεψωσι, και ιατρευσω αυτους.
41Isaya wakareva zvinhu izvi, paakaona kubwinya kwake, ndokutaura pamusoro pake.
41Ταυτα ειπεν ο Ησαιας, οτε ειδε την δοξαν αυτου και ελαλησε περι αυτου.
42Asi kunyange zvakadaro, vazhinji vevatongiwo vakatenda kwaari; asi nekuda kwevaFarisi vakange vasingabvumi, kuti varege kubudiswa musinagoge;
42[] Αλλ' ομως και εκ των αρχοντων πολλοι επιστευσαν εις αυτον, πλην δια τους Φαρισαιους δεν ωμολογουν, δια να μη γεινωσιν αποσυναγωγοι.
43nekuti vakada rukudzo rwevanhu kupfuura rukudzo rwaMwari.
43Διοτι ηγαπησαν την δοξαν των ανθρωπων μαλλον παρα την δοξαν του Θεου.
44Zvino Jesu wakadanidzira akati: Unotenda kwandiri, haatendi kwandiri, asi kune wakandituma.
44[] Ο δε Ιησους εκραξε και ειπεν· Ο πιστευων εις εμε δεν πιστευει εις εμε, αλλ' εις τον πεμψαντα με,
45Neunoona ini, unoona wakandituma.
45και ο θεωρων εμε θεωρει τον πεμψαντα με.
46Ini ndakauya ndiri chiedza panyika, kuti ani nani unotenda kwandiri arege kugara murima.
46Εγω ηλθον φως εις τον κοσμον, δια να μη μεινη εν τω σκοτει πας ο πιστευων εις εμε.
47Uye kana ani nani achinzwa mashoko angu akasatenda, handimutongi ini; nekuti handina kuuya kuti nditonge nyika, asi kuti ndiponese nyika.
47Και εαν τις ακουση τους λογους μου και δεν πιστευση, εγω δεν κρινω αυτον· διοτι δεν ηλθον δια να κρινω τον κοσμον, αλλα δια να σωσω τον κοσμον.
48Uyo unondiramba asingagamuchiri mashoko angu, une umwe unomutonga; shoko randakareva, ndiro richamutonga nezuva rekupedzisira.
48Ο αθετων εμε και μη δεχομενος τους λογους μου, εχει τον κρινοντα αυτον· ο λογος, τον οποιον ελαλησα, εκεινος θελει κρινει αυτον εν τη εσχατη ημερα·
49Nekuti ini handina kureva zvemusoro wangu, asi Baba vakandituma, ndivo vakandipa murairo, zvandichareva nezvandichataura.
49διοτι εγω απ' εμαυτου δεν ελαλησα, αλλ' ο πεμψας με Πατηρ αυτος μοι εδωκεν εντολην τι να ειπω και τι να λαλησω·
50Uye ndinoziva kuti murairo wavo upenyu hwusingaperi; naizvozvo ini zvandinotaura, saBaba zvavakataura kwandiri, saizvozvo ndinotaura.
50και εξευρω οτι η εντολη αυτου ειναι ζωη αιωνιος. Οσα λοιπον λαλω εγω, καθως μοι ειπεν ο Πατηρ, ουτω λαλω.