1Ipapo kwakauya kuna Jesu vanyori nevaFarisi vachibva kuJerusarema vachiti:
1[] Τοτε προσερχονται προς τον Ιησουν οι απο Ιεροσολυμων γραμματεις και Φαρισαιοι, λεγοντες·
2Sei vadzidzi venyu vachidarika tsika dzevakuru? Nekuti havashambi maoko avo kana vachidya chingwa.
2Δια τι οι μαθηται σου παραβαινουσιν την παραδοσιν των πρεσβυτερων; διοτι δεν νιπτονται τας χειρας αυτων οταν τρωγωσιν αρτον.
3Asi akapindura akati kwavari: Nemhaka yei imwiwo muchidarika murairo waMwari nekuda kwetsika dzenyu?
3Ο δε αποκριθεις ειπε προς αυτους· Δια τι και σεις παραβαινετε την εντολην του Θεου δια την παραδοσιν σας;
4Nekuti Mwari wakaraira achiti: Kudza baba namai vako; uye kuti: Unotuka baba kana mai, unofanira kufa rufu.
4Διοτι ο Θεος προσεταξε, λεγων· Τιμα τον πατερα σου και την μητερα· και, Ο κακολογων πατερα η μητερα εξαπαντος να θανατονηται·
5Asi imwi munoti: Ani nani unoti kuna baba kana mai: Chipi nechipi chaungabatsirwa neni chibayiro,
5σεις ομως λεγετε· Οστις ειπη προς τον πατερα η προς την μητερα, Δωρον ειναι ο, τι ηθελες ωφεληθη εξ εμου, αρκει, και δυναται να μη τιμηση τον πατερα αυτου η την μητερα αυτου·
6naizvozvo haatongokudzi baba vake kana mai vake; naizvozvo mashayisa murairo waMwari maturo netsika dzenyu.
6και ηκυρωσατε την εντολην του Θεου δια την παραδοσιν σας.
7Vanyepedzeri, Isaya wakaporofita zvakanaka pamusoro penyu achiti:
7Υποκριται, καλως προεφητευσε περι υμων ο Ησαιας, λεγων·
8Vanhu ava vanoswedera kwandiri nemuromo wavo, vachindikudza nemiromo; asi moyo wavo uri kure neni.
8Ο λαος ουτος με πλησιαζει με το στομα αυτων και με τα χειλη με τιμα, η δε καρδια αυτων μακραν απεχει απ' εμου.
9Asi vanondinamata pasina, vachidzidzisa dzidziso dzemirairo yevanhu.
9Εις ματην δε με σεβονται, διδασκοντες διδασκαλιας, ενταλματα ανθρωπων.
10Zvino akadanira chaunga kwaari, akati kwavari: Teererai munzwisise.
10[] Και προσκαλεσας τον οχλον, ειπε προς αυτους· Ακουετε και νοειτε.
11Hazvisi zvinopinda mumuromo zvinosvibisa munhu; asi izvo zvinobuda mumuromo, ndizvo zvinosvibisa munhu.
11Δεν μολυνει τον ανθρωπον το εισερχομενον εις το στομα, αλλα το εξερχομενον εκ του στοματος τουτο μολυνει τον ανθρωπον.
12Zvino vadzidzi vake vakaswedera vakati kwaari: Munoziva kuti vaFarisi vakati vachinzwa shoko iri vakagumbuka here?
12Τοτε προσελθοντες οι μαθηται αυτου, ειπον προς αυτον· Εξευρεις οτι οι Φαρισαιοι ακουσαντες τον λογον τουτον εσκανδαλισθησαν;
13Asi wakapindura akati: Chinomera chimwe nechimwe Baba vangu vekudenga chavasina kusima chichadzurwa.
13Ο δε αποκριθεις ειπε· Πασα φυτεια, την οποιαν δεν εφυτευσεν ο Πατηρ μου ο ουρανιος, θελει εκριζωθη.
14Varegei; vatungamiriri mapofu vemapofu; zvino kana bofu richitungamirira bofu, achawira mugomba ari maviri.
14Αφησατε αυτους· ειναι οδηγοι τυφλοι τυφλων· τυφλος δε τυφλον εαν οδηγη, αμφοτεροι εις βοθρον θελουσι πεσει.
15Petro akapindura akati kwaari: Tidudzirei mufananidzo uyu.
15Αποκριθεις δε ο Πετρος ειπε προς αυτον· Εξηγησον εις ημας την παραβολην ταυτην.
16Zvino Jesu akati: Imwiwo muchigere kunzwisisa here?
16Και ο Ιησους ειπεν· Ετι και σεις ασυνετοι εισθε;
17Nazvino hamunzwisisi here, kuti zvose zvinopinda mumuromo zvinoenda mudumbu, zvichizorashwa kunze?
17Δεν εννοειτε ετι οτι παν το εισερχομενον εις το στομα καταβαινει εις την κοιλιαν και εκβαλλεται εις αφεδρωνα;
18Asi zvinhu zvinobuda mumuromo zvinobva mumoyo; izvo zvinosvibisa munhu.
18Τα δε εξερχομενα εκ του στοματος εκ της καρδιας εξερχονται, και εκεινα μολυνουσι τον ανθρωπον.
19Nekuti mumoyo munobuda ndangariro dzakaipa, umhondi, ufeve, upombwe, umbavha, uchapupu hwenhema, kunyomba.
19Διοτι εκ της καρδιας εξερχονται διαλογισμοι πονηροι, φονοι, μοιχειαι, πορνειαι, κλοπαι, ψευδομαρτυριαι, βλασφημιαι.
20Izvi ndizvo zvinosvibisa munhu; asi kudya nemaoko asina kushambwa hazvisvibisi munhu.
20Ταυτα ειναι τα μολυνοντα τον ανθρωπον· το δε να φαγη τις με ανιπτους χειρας δεν μολυνει τον ανθρωπον.
21Zvino Jesu wakabvapo akaenda kumiganhu yeTire neSidhoni.
21[] Και εξελθων εκειθεν ο Ιησους ανεχωρησεν εις τα μερη Τυρου και Σιδωνος.
22Zvino tarira, mukadzi muKanani wakabva kumiganhu iyoyo akadanidzira kwaari achiti: Ndinzwirei tsitsi! Ishe, Mwanakomana waDhavhidhi. Mukunda wangu wakabatwa zvakaipa nedhimoni.
22Και ιδου, γυνη Χαναναια, εξελθουσα απο των οριων εκεινων, εκραυγασε προς αυτον λεγουσα· Ελεησον με, Κυριε, υιε του Δαβιδ· η θυγατηρ μου κακως δαιμονιζεται.
23Asi haana kumupindura kana shoko. Vadzidzi vake ndokuuya kwaari vakamukumbirisa vachiti: Muindisei, nekuti unodanidzira shure kwedu.
23Ο δε δεν απεκριθη προς αυτην λογον. Και προσελθοντες οι μαθηται αυτου, παρεκαλουν αυτον, λεγοντες· Απολυσον αυτην, διοτι κραζει οπισθεν ημων.
24Asi wakapindura akati: Handina kutumwa zvimwe, kunze kwekumakwai akarashika eimba yaIsraeri.
24Ο δε αποκριθεις ειπε· Δεν απεσταλην ειμη εις τα προβατα τα απολωλοτα του οικου Ισραηλ.
25Zvino akauya akamukotamira achiti: Ishe, ndibatsirei henyu.
25Η δε ελθουσα προσεκυνει αυτον, λεγουσα· Κυριε, βοηθει μοι.
26Asi wakapindura akati: Hazvina kunaka kutora chingwa chevana ndokukandira imbwanana.
26Ο δε αποκριθεις ειπε· Δεν ειναι καλον να λαβη τις τον αρτον των τεκνων και να ριψη εις τα κυναρια.
27Asi iye akati: Hongu, Ishe, asi nembwanana dzinodya zvezvimedu zvinowa patafura yavatenzi vadzo.
27Η δε ειπε· Ναι, Κυριε· αλλα και τα κυναρια τρωγουσιν απο των ψιχιων των πιπτοντων απο της τραπεζης των κυριων αυτων.
28Zvino Jesu akapindura akati kwaari: Haiwa mukadzi, rutendo rwako rukuru! Ngazvive kwauri sezvaunoda. Mukunda wake akaporeswa kubva panguva iyoyo.
28Τοτε αποκριθεις ο Ιησους ειπε προς αυτην· Ω γυναι, μεγαλη σου η πιστις· ας γεινη εις σε ως θελεις. Και ιατρευθη η θυγατηρ αυτης απο της ωρας εκεινης.
29Jesu ndokubva ipapo akauya pedo negungwa reGarirea; akakwira mugomo, akagara ipapo.
29[] Και μεταβας εκειθεν ο Ιησους, ηλθε παρα την θαλασσαν της Γαλιλαιας, και αναβας εις το ορος εκαθητο εκει.
30Zvino zvaunga zvikuru zvikauyisa kwaari, vanokamhina, mapofu, zvimumumu, zvirema, nevamwe vazhinji, vakavakanda patsoka dzaJesu; akavaporesa;
30Και ηλθον προς αυτον οχλοι πολλοι εχοντες μεθ' εαυτων χωλους, τυφλους, κωφους, κουλλους και αλλους πολλους· και ερριψαν αυτους εις τους ποδας του Ιησου, και εθεραπευσεν αυτους·
31zvekuti zvaunga zvakashamisika zvichiona zvimumumu zvichitaura, zvirema zvakagwinya, vanokamhina vachifamba, nemapofu achiona; vakarumbidza Mwari waIsraeri.
31ωστε οι οχλοι εθαυμασαν βλεποντες κωφους λαλουντας, κουλλους υγιεις, χωλους περιπατουντας και τυφλους βλεποντας· και εδοξασαν τον Θεον του Ισραηλ.
32Jesu ndokudanira vadzidzi vake kwaari akati: Ndinonzwa tsitsi nechaunga, nekuti vakagara neni zvino mazuva matatu vasina chinhu chekudya, uye handingavaindisi vasina kudya, zvimwe vangaziya panzira.
32Ο δε Ιησους, προσκαλεσας τους μαθητας αυτου, ειπε· Σπλαγχνιζομαι δια τον οχλον, διοτι τρεις ηδη ημερας μενουσι πλησιον μου και δεν εχουσι τι να φαγωσι· και να απολυσω αυτους νηστεις δεν θελω, μηποτε αποκαμωσι καθ' οδον.
33Vadzidzi vake ndokuti kwaari: Tichawanepi zvingwa zvakawanda zvakadaro murenje, kuti tigutise chaunga chikuru chakadai?
33Και λεγουσι προς αυτον οι μαθηται αυτου· Ποθεν εις ημας εν τη ερημια αρτοι τοσοι, ωστε να χορτασωμεν τοσον οχλον;
34Jesu ndokuti kwavari: Mune zvingwa zvingani? Vakati: Zvinomwe, nehove duku shomanene.
34Και λεγει προς αυτους ο Ιησους· Ποσους αρτους εχετε; οι δε ειπον· Επτα, και ολιγα οψαρακια.
35Ndokuraira zvaunga kuti zvigare pasi pavhu.
35Και προσεταξε τους οχλους να καθησωσιν επι την γην.
36Akatora zvingwa zvinomwe nehove, akavonga, akamedura, ndokupa vadzidzi vake, vadzidzi vakapa chaunga.
36Και λαβων τους επτα αρτους και τα οψαρια, αφου ευχαριστησεν, εκοψε και εδωκεν εις τους μαθητας αυτου, οι δε μαθηται εις τον οχλον.
37Vakadya vose vakaguta; vakanonga zvimedu zvakasara, matengu manomwe azere.
37Και εφαγον παντες και εχορτασθησαν, και εσηκωσαν το περισσευμα των κλασματων επτα σπυριδας πληρεις·
38Zvino avo vakadya vakange vari varume zvuru zvina pasina vakadzi nevana vaduku.
38οι δε τρωγοντες ησαν τετρακισχιλιοι ανδρες εκτος γυναικων και παιδιων.
39Zvino wakati aregera zvaunga zvichienda, akapinda muchikepe, akasvika kumiganhu yeMagidhara.
39Αφου δε απελυσε τους οχλους, εισηλθεν εις το πλοιον και ηλθεν εις τα ορια Μαγδαλα.