Darby's Translation

Greek: Modern

Proverbs

3

1My son, forget not my teaching, and let thy heart observe my commandments;
1[] Υιε μου, μη λησμονης τους νομους μου, και η καρδια σου ας φυλαττη τας εντολας μου.
2for length of days, and years of life, and peace shall they add to thee.
2Διοτι μακροτητα ημερων και ετη ζωης και ειρηνην θελουσι προσθεσει εις σε.
3Let not loving-kindness and truth forsake thee; bind them about thy neck, write them upon the tablet of thy heart:
3Ελεος και αληθεια ας μη σε εγκαταλιπωσι· δεσον αυτας περι τον τραχηλον σου· εγχαραξον αυτας επι την πλακα της καρδιας σου·
4and thou shalt find favour and good understanding in the sight of God and man.
4ουτω θελεις ευρει χαριν και ευνοιαν ενωπιον Θεου και ανθρωπων.
5Confide in Jehovah with all thy heart, and lean not unto thine own intelligence;
5Ελπιζε επι Κυριον εξ ολης σου της καρδιας, και μη επιστηριζεσαι εις την συνεσιν σου·
6in all thy ways acknowledge him, and he will make plain thy paths.
6εν πασαις ταις οδοις σου αυτον γνωριζε, και αυτος θελει διευθυνει τα διαβηματα σου.
7Be not wise in thine own eyes; fear Jehovah, and depart from evil:
7[] Μη φανταζεσαι σεαυτον σοφον· φοβου τον Κυριον και εκκλινον απο κακου.
8it shall be health for thy navel, and moisture for thy bones.
8Τουτο θελει εισθαι ιασις εις τα νευρα σου και μυελωσις εις τα οστα σου.
9Honour Jehovah with thy substance, and with the first-fruits of all thine increase;
9Τιμα τον Κυριον απο των υπαρχοντων σου και απο των απαρχων παντων των γεννηματων σου·
10so shall thy barns be filled with plenty, and thy vats shall overflow with new wine.
10και θελουσιν εμπλησθη αι σιτοθηκαι σου απο αφθονιας και οι ληνοι σου θελουσιν εκχειλιζει απο νεου οινου.
11My son, despise not the instruction of Jehovah, neither be weary of his chastisement;
11Υιε μου, μη καταφρονει την παιδειαν του Κυριου και μη αθυμει ελεγχομενος υπ' αυτου.
12for whom Jehovah loveth he chasteneth, even as a father the son in whom he delighteth.
12Διοτι ο Κυριος ελεγχει οντινα αγαπα, καθως και ο πατηρ τον υιον, εις τον οποιον ευαρεστειται.
13Blessed is the man that findeth wisdom, and the man that getteth understanding.
13[] Μακαριος ο ανθρωπος, οστις ευρηκε σοφιαν, και ο ανθρωπος, οστις απεκτησε συνεσιν·
14For the gain thereof is better than the gain of silver, and her revenue than fine gold.
14Διοτι το εμποριον αυτης ειναι καλητερον παρα το εμποριον του αργυριου και το κερδος αυτης παρα χρυσιον καθαρον.
15She is more precious than rubies; and all the things thou canst desire are not equal unto her.
15Ειναι τιμιωτερα πολυτιμων λιθων· και παντα οσα επιθυμησης δεν ειναι ανταξια αυτης.
16Length of days is in her right hand; in her left hand riches and honour.
16Μακροτης ημερων ειναι εν τη δεξια αυτης· εν τη αριστερα αυτης, πλουτος και δοξα.
17Her ways are ways of pleasantness, and all her paths are peace.
17Αι οδοι αυτης ειναι οδοι τερπναι και πασαι αι τριβοι αυτης ειρηνη.
18She is a tree of life to them that lay hold upon her; and happy is he that retaineth her.
18Ειναι δενδρον ζωης εις τους εναγκαλιζομενους αυτην· και μακαριοι οι κρατουντες αυτην.
19Jehovah by wisdom founded the earth; by understanding he established the heavens.
19Δια της σοφιας εθεμελιωσεν ο Κυριος, εστερεωσε τους ουρανους εν συνεσει.
20By his knowledge the deeps were broken up, and the skies drop down the dew.
20Δια της γνωσεως αυτου αι αβυσσοι ηνοιχθησαν και τα νεφη σταλαζουσι δροσον.
21My son, let them not depart from thine eyes; keep sound wisdom and discretion:
21[] Υιε μου, ας μη απομακρυνθωσι ταυτα απο των οφθαλμων σου· φυλαττε ορθην βουλην και φρονησιν·
22so shall they be life unto thy soul, and grace unto thy neck.
22και θελει εισθαι ζωη εις την ψυχην σου και χαρις εις τον τραχηλον σου.
23Then shalt thou walk in thy way securely, and thy foot shall not stumble;
23Τοτε θελεις περιπατει ασφαλως την οδον σου, και ο πους σου δεν θελει προσκοψει.
24when thou liest down, thou shalt not be afraid, but thou shalt lie down and thy sleep shall be sweet.
24Οταν πλαγιαζης, δεν θελεις τρομαζει· μαλιστα θελεις πλαγιαζει, και ο υπνος σου θελει εισθαι γλυκυς.
25Be not afraid of sudden fear, neither of the destruction of the wicked, when it cometh;
25Δεν θελεις τρομαξει απο αιφνιδιου φοβου ουδε απο του ολεθρου των ασεβων, οταν επελθη·
26for Jehovah shall be thy confidence, and he will keep thy foot from being taken.
26Διοτι ο Κυριος θελει εισθαι η ελπις σου, και θελει φυλαξει τον ποδα σου απο του να πιασθη.
27Withhold not good from them to whom it is due, when it is in the power of thy hand to do it.
27[] Μη αρνηθης το καλον προς εκεινους, εις τους οποιους πρεπει, οταν ηναι εν τη χειρι σου να καμνης αυτο.
28Say not unto thy neighbour, Go, and come again, and to-morrow I will give, when thou hast it by thee.
28Μη ειπης προς τον πλησιον σου, Υπαγε και επαναστρεψον και αυριον θελω σοι δωσει· ενω εχεις τουτο παρα σεαυτω.
29Devise not evil against thy neighbour, seeing he dwelleth securely by thee.
29Μη μηχανευου κακον κατα του πλησιον σου, ενω πεποιθως κατοικει μετα σου.
30Strive not with a man without cause, if he have done thee no harm.
30Μη μαχου τινα αναιτιως, εαν δεν εκαμε κακον εις σε.
31Envy not the man of violence, and choose none of his ways.
31Μη ζηλευε τον βιαιον ανθρωπον και μη εκλεξης μηδεμιαν εκ των οδων αυτου·
32For the perverse is an abomination to Jehovah; but his secret is with the upright.
32διοτι ο Κυριος βδελυττεται τον σκολιον· το δε απορρητον αυτου φανερονεται εις τους δικαιους.
33The curse of Jehovah is in the house of the wicked; but he blesseth the habitation of the righteous.
33Καταρα Κυριου εν τω οικω του ασεβους· ευλογει δε την κατοικιαν των δικαιων.
34He indeed scorneth the scorners; but he giveth grace unto the lowly.
34Βεβαιως αυτος αντιταττεται εις τους υπερηφανους· εις δε τους ταπεινους διδει χαριν.
35The wise shall inherit glory; but shame shall be the promotion of the foolish.
35Οι σοφοι θελουσι κληρονομησει δοξαν· το δε υψος των αφρονων θελει εισθαι η ατιμια.