1[] <<Ψαλμος ωδης εις τον εγκαινιασμον του οικου του Δαβιδ.>> Θελω σε μεγαλυνει, Κυριε· διοτι συ με ανυψωσας, και δεν ευφρανας τους εχθρους μου επ' εμε.
1主よ、わたしはあなたをあがめます。あなたはわたしを引きあげ、敵がわたしの事によって喜ぶのを、ゆるされなかったからです。
2Κυριε ο Θεος μου, εβοησα προς σε, και με εθεραπευσας.
2わが神、主よ、わたしがあなたにむかって助けを叫び求めると、あなたはわたしをいやしてくださいました。
3Κυριε, ανεβιβασας εξ αδου την ψυχην μου· μ' εφυλαξας την ζωην, δια να μη καταβω εις τον λακκον.
3主よ、あなたはわたしの魂を陰府からひきあげ、墓に下る者のうちから、わたしを生き返らせてくださいました。
4Ψαλμωδησατε εις τον Κυριον, οι οσιοι αυτου, και υμνειτε την μνημην της αγιωσυνης αυτου.
4主の聖徒よ、主をほめうたい、その聖なるみ名に感謝せよ。
5Διοτι η οργη αυτου διαρκει μιαν μονην στιγμην· ζωη ομως ειναι εν τη ευμενεια αυτου· το εσπερας δυναται να συγκατοικηση κλαυθμος, αλλα το πρωι ερχεται αγαλλιασις.
5その怒りはただつかのまで、その恵みはいのちのかぎり長いからである。夜はよもすがら泣きかなしんでも、朝と共に喜びが来る。
6[] Εγω δε ειπα εν τη ευτυχια μου, δεν θελω σαλευθη εις τον αιωνα.
6わたしは安らかな時に言った、「わたしは決して動かされることはない」と。
7Κυριε, δια της ευμενειας σου εστερεωσας το ορος μου. Απεκρυψας το προσωπον σου, και εταραχθην.
7主よ、あなた恵みをもって、わたしをゆるがない山のように堅くされました。あなたがみ顔をかくされたので、わたしはおじ惑いました。
8Προς σε, Κυριε, εκραξα· και προς τον Κυριον εδεηθην.
8主よ、わたしはあなたに呼ばわりました。ひたすら主に請い願いました、
9Τις ωφελεια εν τω αιματι μου, εαν καταβω εις τον λακκον; μηπως θελει σε υμνει ο κονιορτος; θελει αναγγελλει την αληθειαν σου;
9「わたしが墓に下るならば、わたしの死になんの益があるでしょうか。ちりはあなたをほめたたえるでしょうか。あなたのまことをのべ伝えるでしょうか。
10Ακουσον, Κυριε, και ελεησον με· Κυριε, γενου βοηθος μου.
10主よ、聞いてください、わたしをあわれんでください。主よ、わたしの助けとなってください」と。
11Μετεβαλες εις εμε τον θρηνον μου εις χαραν· ελυσας τον σακκον μου και με περιεζωσας ευφροσυνην·
11あなたはわたしのために、嘆きを踊りにかえ、荒布を解き、喜びをわたしの帯とされました。これはわたしの魂があなたをほめたたえて、口をつぐむことのないためです。わが神、主よ、わたしはとこしえにあなたに感謝します。
12δια να ψαλμωδη εις σε η δοξα μου και να μη σιωπα. Κυριε ο Θεος μου, εις τον αιωνα θελω σε υμνει.
12これはわたしの魂があなたをほめたたえて、口をつぐむことのないためです。わが神、主よ、わたしはとこしえにあなたに感謝します。