1[] Ουτω λεγει Κυριος· Ο ουρανος ειναι θρονος μου και η γη υποποδιον των ποδων μου· ποιος ειναι ο οικος, τον οποιον ηθελετε οικοδομησει δι' εμε; και ποιος ειναι ο τοπος της αναπαυσεως μου;
1Так говорит Господь: небо – престол Мой, а земля – подножие ногМоих; где же построите вы дом для Меня, и где место покоя Моего?
2Διοτι η χειρ μου εκαμε παντα ταυτα και εγειναν παντα ταυτα, λεγει Κυριος· εις τινα λοιπον θελω επιβλεψει; εις τον πτωχον και συντετριμμενον το πνευμα και τρεμοντα τον λογον μου.
2Ибо все это соделала рука Моя, и все сие было, говорит Господь. А вот на кого Я призрю: на смиренного и сокрушенного духом и на трепещущего пред словом Моим.
3Οστις δε σφαζει βουν, ειναι ως ο φονευων ανθρωπον· οστις θυσιαζει αρνιον, ως ο κοπτων κυνος λαιμον· οστις προσφερει προσφοραν εξ αλφιτων, ως προσφερων αιμα χοιρειον· οστις θυσιαζει, ως ο ευλογων ειδωλον. Ναι, αυτοι εξελεξαν τας οδους αυτων, και η ψυχη αυτων ηδυνεται εις τα βδελυγματα αυτων.
3Заколающий вола – то же, что убивающий человека; приносящий агнца в жертву – то же, что задушающий пса; приносящий семидал – то же, что приносящий свиную кровь; воскуряющий фимиам – то же, что молящийся идолу; и как они избрали собственные свои пути, и душа их находит удовольствие в мерзостях их, –
4Και εγω λοιπον θελω εκλεξει τα εις αυτους ολεθρια και θελω φερει επ' αυτους οσα φοβουνται· διοτι εκαλουν και ουδεις απεκρινετο· ελαλουν και δεν ηκουον· αλλ' επραττον το κακον ενωπιον μου και εξελεγον το μη αρεστον εις εμε.
4так и Я употреблю их обольщение и наведу на них ужасное для них: потому что Я звал, и не было отвечающего, говорил, и они не слушали, а делали злое в очах Моих и избирали то, что неугодно Мне.
5[] Ακουσατε τον λογον του Κυριου, σεις οι τρεμοντες τον λογον αυτου· οι αδελφοι σας, οιτινες σας μισουσι και σας αποβαλλουσιν ενεκεν του ονοματος μου, ειπαν, Ας δοξασθη ο Κυριος· πλην αυτος θελει φανη εις χαραν σας, εκεινοι δε θελουσι καταισχυνθη.
5Выслушайте слово Господа, трепещущие пред словом Его: ваши братья, ненавидящие вас и изгоняющие вас за имя Мое, говорят: „пусть явит Себя вславе Господь, и мы посмотрим на веселие ваше". Но они будут постыжены.
6Φωνη κραυγης ερχεται εκ της πολεως, φωνη εκ του ναου, φωνη του Κυριου, οστις καμνει ανταποδοσιν εις τους εχθρους αυτου.
6Вот, шум из города, голос из храма, голос Господа, воздающего возмездие врагам Своим.
7Πριν κοιλοπονηση, εγεννησε· πριν ελθωσιν οι πονοι αυτης, ηλευθερωθη και εγεννησεν αρσενικον.
7Еще не мучилась родами, а родила; прежде нежели наступили боли ее, разрешилась сыном.
8Τις ηκουσε τοιουτον πραγμα; τις ειδε τοιαυτα; ηθελε γεννησει η γη εν μια ημερα; η εθνος ηθελε γεννηθη ενταυτω αλλ' η Σιων αμα εκοιλοπονησεν, εγεννησε τα τεκνα αυτης.
8Кто слыхал таковое? кто видал подобное этому? возникала ли страна в один день? рождался ли народ в один раз, как Сион, едва начал родами мучиться, родил сынов своих?
9Εγω, ο φερων εις την γενναν, δεν ηθελον καμει να γεννηση; λεγει Κυριος· εγω, ο καμνων να γεννωσιν, ηθελον κλεισει την μητραν; λεγει ο Θεος σου.
9Доведу ли Я до родов, и не дам родить? говорит Господь. Или, давая силу родить, заключу ли утробу ? говорит Бог твой.
10Ευφρανθητε μετα της Ιερουσαλημ και αγαλλεσθε μετ' αυτης, παντες οι αγαπωντες αυτην· χαρητε χαραν μετ' αυτης, παντες οι πενθουντες δι' αυτην·
10Возвеселитесь с Иерусалимом и радуйтесь о нем, все любящие его! возрадуйтесь с ним радостью, все сетовавшие о нем,
11δια να θηλασητε και να χορτασθητε απο των μαστων των παρηγοριων αυτης· δια να εκθηλασητε και να εντρυφησητε εις την αφθονιαν της δοξης αυτης.
11чтобы вам питаться и насыщаться от сосцов утешений его, упиватьсяи наслаждаться преизбытком славы его.
12διοτι ουτω λεγει Κυριος· Ιδου, εις αυτην θελω στρεψει την ειρηνην ως ποταμον, και την δοξαν των εθνων ως χειμαρρον πλημμυρουντα· τοτε θελετε θηλασει, θελετε βασταχθη επι των πλευρων και κολακευθη επι των γονατων αυτης.
12Ибо так говорит Господь: вот, Я направляю к нему мир как реку, и богатство народов – как разливающийся поток для наслаждения вашего; на руках будут носить вас и на коленях ласкать.
13Ως παιδιον, το οποιον παρηγορει η μητηρ αυτου, ουτως εγω θελω σας παρηγορησει· και θελετε παρηγορηθη εν τη Ιερουσαλημ.
13Как утешает кого-либо мать его, так утешу Я вас, и вы будете утешены в Иерусалиме.
14Και θελετε ιδει, και η καρδια σας θελει ευφρανθη και τα οστα σας θελουσιν ανθησει ως χορτος· και η χειρ του Κυριου θελει γνωρισθη προς τους δουλους αυτου, η δε οργη προς τους εχθρους αυτου.
14И увидите это, и возрадуется сердце ваше, и кости ваши расцветут,как молодая зелень, и откроется рука Господа рабам Его, а на врагов Своих Он разгневается.
15[] Διοτι, ιδου, ο Κυριος θελει ελθει εν πυρι, και αι αμαξαι αυτου θελουσιν εισθαι ως ανεμοστροβιλος, δια να αποδωση την οργην αυτου με ορμην και την επιτιμησιν αυτου με φλογας πυρος.
15Ибо вот, придет Господь в огне, и колесницы Его – как вихрь, чтобы излить гнев Свой с яростью и прещение Свое с пылающим огнем.
16Διοτι εν πυρι Κυριου και εν τη μαχαιρα αυτου θελει κριθη πασα σαρξ, και οι πεφονευμενοι του Κυριου θελουσιν εισθαι πολλοι.
16Ибо Господь с огнем и мечом Своим произведет суд надвсякою плотью, и много будет пораженных Господом.
17Οι αγιαζομενοι και καθαριζομενοι εν τοις κηποις ο εις κατοπιν του αλλου αναφανδον, τρωγοντες χοιρειον κρεας και τα βδελυγματα και τον ποντικον, ουτοι θελουσι καταναλωθη ομου, λεγει Κυριος.
17Те, которые освящают и очищают себя в рощах, один за другим, едят свиное мясо и мерзость и мышей, – все погибнут, говорит Господь.
18Διοτι εγω εξευρω τα εργα αυτων και τους διαλογισμους αυτων· και ερχομαι δια να συναξω παντα τα εθνη και τας γλωσσας· και θελουσιν ελθει και ιδει την δοξαν μου.
18Ибо Я знаю деяния их и мысли их; и вот, приду собрать все народы и языки, и они придут и увидят славу Мою.
19Και θελω στησει σημειον μεταξυ αυτων· και τους σεσωσμενους εξ αυτων θελω εξαποστειλει εις τα εθνη, εις Θαρσεις, Φουλ και Λουδ, οιτινες συρουσι τοξον, εις Θουβαλ και Ιαυαν, εις τας νησους τας μακραν, οιτινες δεν ηκουσαν την φημην μου ουδε ειδον την δοξαν μου· και θελουσι κηρυξει την δοξαν μου μεταξυ των εθνων.
19И положу на них знамение, и пошлю из спасенных от них к народам: в Фарсис, к Пулу и Луду, к натягивающим лук, к Тубалу и Явану, на дальние острова, которые не слышали обо Мне и не видели славы Моей: и они возвестятнародам славу Мою
20Και θελουσι φερει παντας τους αδελφους σας εκ παντων των εθνων προσφοραν εις τον Κυριον, επι ιππων και επι αμαξων και επι φορειων και επι ημιονων και επι ταχυδρομων ζωων, προς το αγιον μου ορος, την Ιερουσαλημ, λεγει Κυριος, καθως τα τεκνα του Ισραηλ φερουσι την εξ αλφιτων προσφοραν εν καθαρω αγγειω προς τον οικον του Κυριου.
20и представят всех братьев ваших от всех народов в дар Господу на конях и колесницах, и на носилках, и на мулах, и на быстрых верблюдах, на святую гору Мою,в Иерусалим, говорит Господь, – подобно тому, как сыны Израилевы приносят дар в дом Господа в чистом сосуде.
21Και προσετι θελω λαβει εξ αυτων ιερεις και Λευιτας, λεγει Κυριος.
21Из них буду брать также в священники и левиты, говорит Господь.
22Διοτι ως οι νεοι ουρανοι και η νεα γη, τα οποια εγω θελω καμει, θελουσι διαμενει ενωπιον μου, λεγει Κυριος, ουτω θελει διαμενει το σπερμα σας και το ονομα σας.
22Ибо, как новое небо и новая земля, которые Я сотворю, всегда будут пред лицем Моим, говорит Господь, так будет и семя вашеи имя ваше.
23Και απο νεας σεληνης εως αλλης και απο σαββατου εως αλλου θελει ερχεσθαι πασα σαρξ δια να προσκυνη ενωπιον μου, λεγει Κυριος.
23Тогда из месяца в месяц и из субботы в субботу будет приходить всякая плоть пред лице Мое на поклонение, говорит Господь.
24Και θελουσιν εξελθει και ιδει τα κωλα των ανθρωπων, οιτινες εσταθησαν παραβαται εναντιον μου· διοτι ο σκωληξ αυτων δεν θελει τελευτησει και το πυρ αυτων δεν θελει σβεσθη· και θελουσιν εισθαι βδελυγμα εις πασαν σαρκα.
24И будут выходить и увидят трупы людей, отступивших от Меня: ибо червь их не умрет, и огонь их не угаснет; и будут они мерзостью для всякой плоти.