Russian 1876

Greek: Modern

Matthew

7

1Не судите, да не судимы будете,
1[] Μη κρινετε, δια να μη κριθητε·
2ибо каким судом судите, таким будете судимы; и какою мерою мерите, такою и вам будутмерить.
2διοτι με οποιαν κρισιν κρινετε θελετε κριθη, και με οποιον μετρον μετρειτε θελει αντιμετρηθη εις εσας.
3И что ты смотришь на сучок в глазе брата твоего, а бревна в твоем глазе не чувствуешь?
3Και δια τι βλεπεις το ξυλαριον το εν τω οφθαλμω του αδελφου σου, την δε δοκον την εν τω οφθαλμω σου δεν παρατηρεις;
4Или как скажешь брату твоему: „дай, я выну сучок из глаза твоего", а вот, в твоем глазе бревно?
4Η πως θελεις ειπει προς τον αδελφον σου, Αφες να εκβαλω το ξυλαριον απο του οφθαλμου σου, ενω η δοκος ειναι εν τω οφθαλμω σου;
5Лицемер! вынь прежде бревно из твоего глаза и тогда увидишь, как вынуть сучок из глаза брата твоего.
5Υποκριτα, εκβαλε πρωτον την δοκον εκ του οφθαλμου σου, και τοτε θελεις ιδει καθαρως δια να εκβαλης το ξυλαριον εκ του οφθαλμου του αδελφου σου.
6Не давайте святыни псам и не бросайте жемчуга вашего перед свиньями, чтобы они не попрали его ногами своими и, обратившись, не растерзали вас.
6Μη δωσητε το αγιον εις τους κυνας μηδε ριψητε τους μαργαριτας σας εμπροσθεν των χοιρων, μηποτε καταπατησωσιν αυτους με τους ποδας αυτων και στραφεντες σας διασχισωσιν.
7Просите, и дано будет вам; ищите, и найдете; стучите, и отворят вам;
7[] Αιτειτε, και θελει σας δοθη· ζητειτε, και θελετε ευρει, κρουετε, και θελει σας ανοιχθη.
8ибо всякий просящий получает, и ищущий находит, и стучащему отворят.
8Διοτι πας ο αιτων λαμβανει και ο ζητων ευρισκει και εις τον κρουοντα θελει ανοιχθη.
9Есть ли между вами такой человек, который, когда сынего попросит у него хлеба, подал бы ему камень?
9Η τις ανθρωπος ειναι απο σας, οστις εαν ο υιος αυτου ζητηση αρτον, μηπως θελει δωσει εις αυτον λιθον;
10и когда попросит рыбы, подал бы ему змею?
10και εαν ζητηση οψαριον, μηπως θελει δωσει εις αυτον οφιν;
11Итак если вы, будучи злы, умеете даяния благие давать детям вашим, тем более Отец ваш Небесный даст блага просящим у Него.
11εαν λοιπον σεις, πονηροι οντες, εξευρητε να διδητε καλας δοσεις εις τα τεκνα σας, ποσω μαλλον ο Πατηρ σας ο εν τοις ουρανοις θελει δωσει αγαθα εις τους ζητουντας παρ' αυτου;
12Итак во всем, как хотите, чтобы с вами поступали люди, так поступайте и вы с ними, ибо в этом закон и пророки.
12[] Λοιπον παντα οσα αν θελητε να καμνωσιν εις εσας οι ανθρωποι, ουτω και σεις καμνετε εις αυτους· διοτι ουτος ειναι ο νομος και οι προφηται.
13Входите тесными вратами, потому что широки врата и пространен путь, ведущие в погибель, и многие идут ими;
13Εισελθετε δια της στενης πυλης· διοτι πλατεια ειναι η πυλη και ευρυχωρος η οδος η φερουσα εις την απωλειαν, και πολλοι ειναι οι εισερχομενοι δι' αυτης.
14потому что тесны врата и узок путь, ведущие в жизнь, и немногие находят их.
14Επειδη στενη ειναι η πυλη και τεθλιμμενη η οδος η φερουσα εις την ζωην, και ολιγοι ειναι οι ευρισκοντες αυτην.
15Берегитесь лжепророков, которые приходят к вам в овечьей одежде, а внутри суть волки хищные.
15[] Προσεχετε δε απο των ψευδοπροφητων, οιτινες ερχονται προς εσας με ενδυματα προβατων, εσωθεν ομως ειναι λυκοι αρπαγες.
16По плодам их узнаете их. Собирают ли с терновника виноград, или с репейника смоквы?
16Απο των καρπων αυτων θελετε γνωρισει αυτους. Μηποτε συναγουσιν απο ακανθων σταφυλια η απο τριβολων συκα;
17Так всякое дерево доброе приносит и плоды добрые, ахудое дерево приносит и плоды худые.
17ουτω παν δενδρον καλον καμνει καλους καρπους, το δε σαπρον δενδρον καμνει κακους καρπους.
18Не может дерево доброе приносить плоды худые, ни дерево худое приносить плоды добрые.
18Δεν δυναται δενδρον καλον να καμνη καρπους κακους, ουδε δενδρον σαπρον να καμνη καρπους καλους.
19Всякое дерево, не приносящее плода доброго, срубаюти бросают в огонь.
19Παν δενδρον μη καμνον καρπον καλον εκκοπτεται και εις πυρ βαλλεται.
20Итак по плодам их узнаете их.
20Αρα απο των καρπων αυτων θελετε γνωρισει αυτους.
21Не всякий, говорящий Мне: „Господи! Господи!", войдет в Царство Небесное, но исполняющий волю Отца Моего Небесного.
21[] Δεν θελει εισελθει εις την βασιλειαν των ουρανων πας ο λεγων προς εμε, Κυριε, Κυριε, αλλ' ο πραττων το θελημα του Πατρος μου του εν τοις ουρανοις.
22Многие скажут Мне в тот день: Господи! Господи! не от Твоего ли имени мы пророчествовали? и не Твоим ли именем бесов изгоняли? и не Твоим ли именем многие чудеса творили?
22Πολλοι θελουσιν ειπει προς εμε εν εκεινη τη ημερα, Κυριε, Κυριε, δεν προεφητευσαμεν εν τω ονοματι σου, και εν τω ονοματι σου εξεβαλομεν δαιμονια, και εν τω ονοματι σου εκαμομεν θαυματα πολλα;
23И тогда объявлю им: Я никогда не знал вас; отойдите от Меня, делающие беззаконие.
23Και τοτε θελω ομολογησει προς αυτους οτι ποτε δεν σας εγνωρισα· φευγετε απ' εμου οι εργαζομενοι την ανομιαν.
24Итак всякого, кто слушает слова Мои сии и исполняет их, уподоблю мужу благоразумному, который построил дом свой на камне;
24Πας λοιπον οστις ακουει τους λογους μου τουτους και καμνει αυτους, θελω ομοιωσει αυτον με ανδρα φρονιμον, οστις ωκοδομησε την οικιαν αυτου επι την πετραν·
25и пошел дождь, и разлились реки, и подули ветры, и устремились на дом тот, и он не упал, потому что основан был на камне.
25και κατεβη η βροχη και ηλθον οι ποταμοι και επνευσαν οι ανεμοι και προσεβαλον εις την οικιαν εκεινην, και δεν επεσε· διοτι ητο τεθεμελιωμενη επι την πετραν.
26А всякий, кто слушает сии слова Мои и не исполняет их, уподобится человеку безрассудному, который построил дом свой на песке;
26Και πας ο ακουων τους λογους μου τουτους και μη καμνων αυτους θελει ομοιωθη με ανδρα μωρον, οστις ωκοδομησε την οικιαν αυτου επι την αμμον·
27и пошел дождь, и разлились реки, и подули ветры, и налегли на дом тот; и он упал, и было падение его великое.
27και κατεβη η βροχη και ηλθον οι ποταμοι και επνευσαν οι ανεμοι και προσεβαλον εις την οικιαν εκεινην, και επεσε, και ητο η πτωσις αυτης μεγαλη.
28И когда Иисус окончил слова сии, народ дивился учению Его,
28Οτε δε ετελειωσεν ο Ιησους τους λογους τουτους, εξεπληττοντο οι οχλοι δια την διδαχην αυτου·
29ибо Он учил их, как власть имеющий, а не как книжники и фарисеи.
29διοτι εδιδασκεν αυτους ως εχων εξουσιαν, και ουχι ως οι γραμματεις.