Russian 1876

Greek: Modern

Job

20

1И отвечал Софар Наамитянин и сказал:
1[] Και απεκριθη Σωφαρ ο Νααμαθιτης και ειπε·
2размышления мои побуждают меня отвечать, и я поспешаю выразить их.
2Δια τουτο οι στοχασμοι μου με κινουσιν εις το να αποκριθω, και δια τουτο σπευδω.
3Упрек, позорный для меня, выслушал я, и дух разумения моего ответит за меня.
3Ηκουσα την εις εμε ονειδιστικην επιπληξιν, και το πνευμα της συνεσεως μου με καμνει να αποκριθω.
4Разве не знаешь ты, что от века, – с того времени, как поставлен человек на земле, –
4Δεν γνωριζεις τουτο παλαιοθεν αφ' οτου ο ανθρωπος ετεθη επι της γης,
5веселье беззаконных кратковременно, и радость лицемера мгновенна?
5οτι ο θριαμβος των ασεβων ειναι ολιγοχρονιος, και η χαρα του υποκριτου στιγμαια.
6Хотя бы возросло до небес величие его, и голова его касалась облаков, –
6Και αν το μεγαλειον αυτου αναβη εις τους ουρανους και η κεφαλη αυτου φθαση εως των νεφελων,
7как помет его, на веки пропадает он; видевшие его скажут: где он?
7θελει αφανισθη διαπαντος ως κοπρος αυτου· οσοι εβλεπον αυτον θελουσι λεγει, Που εκεινος;
8Как сон, улетит, и не найдут его; и, как ночное видение, исчезнет.
8θελει πεταξει ως ονειρον και δεν θελει ευρεθη· και, ως ορασις της νυκτος θελει εξαφανισθη.
9Глаз, видевший его, больше не увидит его, и уже не усмотрит его место его.
9Και ο οφθαλμος οστις εβλεπεν αυτον δεν θελει ιδει αυτον πλεον· και ο τοπος αυτου δεν θελει πλεον γνωρισει αυτον.
10Сыновья его будут заискивать у нищих, и руки еговозвратят похищенное им.
10[] Οι υιοι αυτου θελουσι ζητησει την ευνοιαν των πτωχων, και αι χειρες αυτου θελουσιν επιστρεψει τα αγαθα αυτων.
11Кости его наполнены грехами юности его, и с ним лягут они в прах.
11Τα οστα αυτου γεμουσιν απο των αμαρτηματων της νεοτητος αυτου, και θελουσι κοιμηθη μετ' αυτου εν χωματι.
12Если сладко во рту его зло, и он таит его под языком своим,
12Αν και η κακια ηναι γλυκεια εν τω στοματι αυτου, κρυπτη αυτην υπο την γλωσσαν αυτου·
13бережет и не бросает его, а держит его в устах своих,
13αν και περιθαλπη αυτην και δεν αφινη αυτην, αλλα κρατη αυτην εν τω μεσω του ουρανισκου αυτου·
14то эта пища его в утробе его превратится в желчь аспидов внутри его.
14ομως η τροφη αυτου θελει αλλοιωθη εις τα εντοσθια αυτου· χολη ασπιδων θελει γεινει εν αυτω.
15Имение, которое он глотал, изблюет: Бог исторгнет его из чрева его.
15Τα πλουτη οσα κατεπιε, θελει εξεμεσει· ο Θεος θελει εκσπασει αυτα απο της κοιλιας αυτου.
16Змеиный яд он сосет; умертвит его язык ехидны.
16Φαρμακιον ασπιδων θελει θηλασει· γλωσσα εχιδνης θελει θανατωσει αυτον.
17Не видать ему ручьев, рек, текущих медом и молоком!
17Δεν θελει ιδει τους ποταμους, τους ρυακας τους ρεοντας μελι και βουτυρον.
18Нажитое трудом возвратит, не проглотит; по мере имения его будет и расплата его, а он не порадуется.
18Εκεινο, δια το οποιον εκοπιασε, θελει αποδωσει και δεν θελει καταπιει αυτο· κατα την αποκτησιν θελει γεινει η αποδοσις αυτου, και δεν θελει χαρη.
19Ибо он угнетал, отсылал бедных; захватывал домы, которых не строил;
19Διοτι κατεθλιψεν, εγκατελιπε τους πενητας· ηρπασεν οικιαν, την οποιαν δεν ωκοδομησε.
20не знал сытости во чреве своем и в жадности своей не щадил ничего.
20Βεβαιως δεν θελει γνωρισει αναπαυσιν εν τη κοιλια αυτου· δεν θελει διασωσει ουδεν εκ των επιθυμητων αυτου.
21Ничего не спаслось от обжорства его, зато не устоит счастье его.
21Δεν θελει μεινει εις αυτον ουδεν προς τροφην· οθεν δεν θελει ελπισει επι τα αγαθα αυτου.
22В полноте изобилия будет тесно ему; всякая рука обиженного поднимется на него.
22Εν τη πληρει αφθονια αυτου θελει επελθει επ' αυτον στενοχωρια· πασα η δυναμις της ταλαιπωριας θελει επιπεσει επ' αυτον.
23Когда будет чем наполнить утробу его, Он пошлет на него ярость гнева Своего и одождит на него болезни в плоти его.
23[] Ενω καταγινεται να εμπληση την κοιλιαν αυτου, ο Θεος θελει αποστειλει τον θυμον της οργης αυτου επ' αυτον, και θελει επιβρεξει αυτον κατ' αυτου ενω τρωγει.
24Убежит ли он от оружия железного, – пронзит его лук медный;
24Ενω φευγει το οπλον το σιδηρουν, το χαλκινον τοξον θελει διαπερασει αυτον.
25станет вынимать стрелу , – и она выйдет из тела, выйдет, сверкая сквозь желчь его; ужасы смерти найдут на него!
25Το βελος συρεται και διαπερα το σωμα, και η αστραπτουσα ακμη εξερχεται εκ της χολης αυτου. Τρομοι ειναι επ' αυτον,
26Все мрачное сокрыто внутри его; будет пожирать его огонь, никем не раздуваемый; зло постигнет и оставшееся в шатре его.
26παν σκοτος κρυπτεται εν τοις ταμειοις αυτου· πυρ ασβεστον θελει κατατρωγει αυτον· οσοι εναπελειφθησαν εν τη σκηνη αυτου θελουσι δυστυχει.
27Небо откроет беззаконие его, и земля восстанет против него.
27Ο ουρανος θελει ανακαλυψει την ανομιαν αυτου· και η γη θελει σηκωθη κατ' αυτου.
28Исчезнет стяжание дома его; все расплывется в день гнева Его.
28Η περιουσια του οικου αυτου θελει αφανισθη· θελει διαρρευσει εν τη ημερα της κατ' αυτου οργης.
29Вот удел человеку беззаконному от Бога и наследие, определенное ему Вседержителем!
29Αυτη ειναι η παρα του Θεου μερις του ασεβους ανθρωπου, και η κληρονομια η διωρισμενη εις αυτον παρα του Θεου.